Λατίνος, τρελός, σκουρόχρωμος, με μακριά μαλλιά να σκίζουν τον αέρα. Μια χαρακτηριστική φιγούρα από τα παλιά. Από τα ωραία, κλασικά χρόνια του ποδοσφαίρου. Του παραδοσιακού ποδόσφαιρου της Νότιας Αμερικής. Κολομβία κυρίες και κύριοι. Η χώρα του καφέ, του συνεχόμενου εμφυλίου με τους αντάρτες και την κυβέρνηση, των απίστευτων καυτών γυναικών (προσωπική αξέχαστη εμπειρία), των ναρκωτικών, της πλούσιας βλάστησης των δασών, του Πάμπλο Εσκομπάρ και του Ρενέ Χιγκίτα! Του περιβόητου «σκορπιού»! Το καταπληκτικό με αυτόν ήταν, ότι δεν χρειαζόταν να είναι κάποιος παρατηρητικός για να τον προσέξει. Η μορφή του ήταν θρυλική. Μοναδική. Τα είχε όλα πάνω του. Γενναία αφάνα περμανάντ. Λεβέντικη μουστάκα, βγαλμένη από τον υπόκοσμο της Μπογκοτά. Παρδαλή έντονη στολή γεμάτη χρώματα. Ο εμβληματικός Κολομβιανός τερματοφύλακας έκανε «μπαμ», χωρίς καν ν’ ακουμπήσει την μπάλα. Μα και αν για κάποιο λόγο δεν τον παρατηρούσες, φρόντιζε πάντα να σου τραβήξει το μάτι. Το τραχύ παρουσιαστικό του, δεν ήταν η μόνη αιτία που κέρδισε το παρατσούκλι «ο τρελός» (El Loco). Το υψηλό ρίσκο, στο στυλ παιχνιδιού του ήταν αυτό που τον έθρεφε. Που του έδινε ζωή. Το μαρτυρά άλλωστε και το προσωνύμιο του. Ο Κολομβιανός πορτιέρο χάρισε στον ποδοσφαιρικό κόσμο, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90 σπάνιες στιγμές ποδοσφαιρικής τρέλας. Δεν συμβιβάστηκε ποτέ, με τα στενά όρια της θέσης του, και είναι πολλές οι φορές που την έβλεπε… δεκάρι, επιχειρώντας να ντριμπλάρει ολόκληρη την αντίπαλη ομάδα. Άλλες φορές με επιτυχία, άλλες με παταγώδη αποτυχία!

      Συνέβαλε δραστικά σε αυτό και το στυλ παιχνιδιού του. Η έφεση με την μπάλα στα πόδια ήταν αξιοσημείωτη. Ήταν βέβαιο ότι σε αυτό, τον βοήθησε και το ξεκίνημα που είχε στην καριέρα του, αφού έπαιζε στην θέση του επιθετικού. Η άγνοια κινδύνου. Η τόλμη, να κάνει προσποίηση σε επιθετικούς και να παίζει μακριά από τα δοκάρια, σε μια εποχή που αυτό θεωρούταν εγκληματικό. Η ικανότητα να εκτελεί φάουλ ή πέναλτι (μέσω της οποίας έγραψε 43 τεμάχια στην καριέρα του)! Μα πάνω απ’ όλα η ανεπανάληπτη, στα όρια της παρανοϊκής, αυτοπεποίθησης, που ξεχείλιζαν οι κινήσεις του! Μπορεί λοιπόν αυτήν την (παρανοϊκή αυτοπεποίθηση), να την πλήρωσε ακριβά στο Μουντιάλ του 1990, όταν ο Ροζέ Μιλά του έκλεψε την μπάλα στην παράταση και απέκλεισε την Κολομβία στους «16». Ωστόσο το επαναστατικό (στυλ) του Χιγκίτα, αυτό που μάθαμε στις αλάνες να λέμε «μπακότερμα», έγινε όντως αφορμή ν’ αλλάξει το ποδόσφαιρο. Μπορεί πλέον, να μην είναι περίεργο να βγαίνει ένας τερματοφύλακας και να βοηθάει στην ανάπτυξη του παιχνιδιού. Όταν το έκανε αυτό όμως, τη δεκαετία του ‘80 και του ‘90 ο Χιγκίτα ήταν κάτι πρωτοποριακό. Απ’ αυτόν εμπνεύστηκε η ΦΙΦΑ τον κανονισμό, που έλεγε από το 1992 και μετά, ότι οι τερματοφύλακες, δεν είχαν δικαίωμα να πιάσουν την μπάλα με τα χέρια σε γύρισμα από συμπαίκτη. Και 30-35 χρόνια πριν φτάσει αυτό να θεωρείται απαραίτητο, υπήρξε ο πρώτος γκολκίπερ που συμμετείχε ενεργά στο παιχνίδι της ομάδας. Ο ίδιος δήλωσε κάποτε׃ «Για μένα η μπάλα ήταν ένα παιχνίδι, ένα δώρο που σου δίνουν κάθε Χριστούγεννα και δεν θέλεις να το αφήσεις. Και αν τελικά το αφήσεις, γίνεται μάχη γι’ αυτό. Δεν ήθελα να παλέψω για την μπάλα. Ήθελα να έχω τη δική μου μπάλα». Για να συμπληρώσει έπειτα από χρόνια χωρίς καμία σεμνοτυφία: «Άλλαξα τους κανόνες του παιχνιδιού. Ούτε ο Πελέ, ούτε ο Μαραντόνα, ούτε ο Μέσι σήμερα μπορούν να πουν ότι έκαναν κάτι τέτοιο».

      Ο τρόπος παιχνιδιού του ήταν απίστευτος. Στο γήπεδο  ήταν γνωστός, για το δραματικό του ταλέντο, την ψυχραιμία του υπό πίεση και το εκκεντρικότητα του. Έπαιρνε συχνά περιττά ρίσκα και βγαίνοντας ενεργά από την περιοχή του για να προβλέψει τους αντιπάλους, να παίξει τη μπάλα στους αμυντικούς, να κάνει ατομικές ντρίπλα και να προσπαθήσει να σκοράρει γκολ, κάτι που τον οδήγησε να χαρακτηριστεί ως «sweeper-keeper». Ως εκ τούτου, ήταν πρωτοπόρος στο να επηρεάζει άλλους τερματοφύλακες, ώστε να αναλαμβάνουν περισσότερες ευθύνες για καταστάσεις πιο μακριά από τον στόχο. Αν και ήταν τερματοφύλακας, έγινε επίσης γνωστός για το σκοράρισμα απευθείας από ελεύθερα χτυπήματα, καθώς και πέναλτι. Το στυλ παιχνιδιού του το οποίο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε παγκόσμιο κοινό κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1990, ήταν πρωτοποριακό επηρεάζοντας τους τερματοφύλακες ώστε, να αναλαμβάνουν περισσότερες ευθύνες για καταστάσεις πιο μακριά από τον στόχο. Η IFFHS τον κατέταξε ως τον 8ο καλύτερο τερματοφύλακα της Νότιας Αμερικής στην ιστορία. Κατατάσσεται επίσης ως ένας από τους 10 τερματοφύλακες με τα περισσότερα σκορ στην ιστορία, με 43 γκολ συνολικά.

      Ποιος όμως ήταν ο Ρενέ Χιγκίτα? Ας τα πάρουμε όλα από την αρχή και με την σειρά. Ο Χοσέ Ρενέ Χιγκίτα Ζαπάτα (José René Higuita Zapata), όπως είναι το πλήρες όνομα του, γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου 1966. Το μέρος που άνοιξε τα μάτια του και είδε για πρώτη φορά το φως του ήλιου ήταν το Μεντεγίν. Μια περιοχή που βρίσκεται στην Αντιόχεια (Antioquia). Να σας πούμε μερικά λόγια για την περιοχή. Όπως σας έχουμε ξαναπεί, το art of football δεν είναι μόνο αθλητικές ιστορίες, αλλά με την παρρησία και την σεμνότητα που μας διακρίνει, σας λέμε ότι είναι, και ένας ωκεανός γνώσεων που θέλουμε να μοιραστούμε μαζί σας. Το Μεντεγίν, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Κολομβίας μετά την πρωτεύουσα Μπογκοτά. Είναι πρωτεύουσα του διαμερίσματος της Αντιόχειας και είναι χτισμένη στην περιοχή Αμπουρρά (Aburrá). Η πόλη έχει έκταση 382 τετραγωνικά χιλιόμετρα και είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1.459 μέτρα. Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 22 °C. Το υπέροχο αυτό μέρος, συχνά αποκαλείται με διαφορετικά κολακευτικά προσωνύμια. Όπως׃ Η πόλη της συνεχούς άνοιξης (Ciudad de la Eterna Primavera), Πρωτεύουσα των βουνών (Capital de la Montaña), Πόλη των Λουλουδιών (Ciudad de las Flores), Πρωτεύουσα των ορχιδέων (Capital de las Orquídeas) και Το όμορφο χωριό (La Bella Villa).

      Η περιοχή Αμπούρα τώρα, ανακαλύφθηκε από τον Ισπανό εξερευνητή Χερόνιμο Λουίς Τεχέλο (Jeronimo Luis Tejelo) το 1541. Όμως η πόλη του Μεντεγίν ανακαλύφθηκε στις 2 Μαρτίου του 1616 από τον Ισπανό κατακτητή Φρανσίσκο Ερρέρα Καμπουσάνο (Francisco Herrera y Campuzano) και ονομάστηκε Σαν Λορένσο ντε Αμπουρρά (San Lorenzo de Aburrá). Tο 1675 το όνομα άλλαξε σε Βίγια ντε Νουέστρα Σενιόρα ντε λα Καντελάρια ντε Μεντεγίν (Villa de Nuestra Senora de la Candelaria de Medellín). Το όνομα Μεντεγίν προήρθε από τη λατινική λέξη «Metellinum» που ήταν η αρχαία ονομασία της ισπανικής πόλης Μεντεγίν στην Εξτρεμαδούρα. Φυσικά υπάρχει και πλούσιος πολιτισμός στην περιοχή. Το φεστιβάλ «La Feria de las Flores» (Το φεστιβάλ των λουλουδιών) είναι από τα μεγαλύτερα φεστιβάλ που γίνονται στην πόλη. Πραγματοποιείται κάθε Αύγουστο από το 1957. Άλλα φεστιβάλ είναι το διεθνές φεστιβάλ ποίησης που γίνεται κάθε Ιούνιο και το «Colombia Moda».

      Επιστρέφουμε στον σημερινό πρωταγωνιστή μας. Τα παιδικά του χρόνια ήταν πολύ δύσκολα. Ο πατέρας του ο Χόρχε Ζαπάτα (Jorge Zapata) δεν ήταν και το καλύτερο πρότυπο. Βασικά δεν ήταν καν πρότυπο. Και αυτό γιατί εγκατέλειψε την οικογένεια και τον μικρό Ρενέ. Η μητέρα του αντίστοιχα, η Μαρία Ντοσελίνα Χιγκίτα (Maria Dioselina Higuita) στάθηκε σαν «βράχος». Δυστυχώς όμως πέθανε νωρίς. Ο άνθρωπος που χρωστάει τα πάντα, ήταν η γιαγιά του. Αυτή τον μεγάλωσε και του στάθηκε σε όλα. Φροντίδα, ζεστασιά, προστασία και πάνω απ’ όλα αγάπη, του τα έδωσε εκείνη. Το 1985 ήταν το έτος που ξεκίνησε την καριέρα του. Η πρώτη του ομάδα ήταν η Μιλονάριος. Από τις μεγαλύτερα κλαμπ της χώρας. Όμως κάθισε μόνο ένα έτος. Το 1986 μεταγράφηκε στην Ατλέτικο Νασιονάλ. Εκεί έπαιξε, το μεγαλύτερο μέρος της συλλογικής του καριέρας και έζησε μαγικές, ανεπανάληπτες στιγμές. Αφού έκλεισε τον κύκλο του στην ομάδα, αποφάσισε να κάνει ένα διάλλειμα και να ταξιδέψει στην Ευρώπη. Το μεγαλύτερο ποσοστό ποδοσφαιριστών από την Λατινική Αμερική, συνήθως πάει σε Ισπανία ή Πορτογαλία. Έτσι και ο Ρενέ. Μετακόμισε στην Ισπανία για να παίξει με τη Ρεάλ Βαγιαδολίδ. Όμως κάθισε μόνο για μία σεζόν. Το σύντομο διάλλειμα τελείωσε και επέστρεψε ξανά στα «πράσινα» της Ατλέτικο. Τίμησε για άλλα τέσσερα χρόνια το σήμα της. Η συνέχεια ήταν το Μεξικό και η Βερακρούζ.  Στους «κόκκινους καρχαρίες» (Los Tiburones Rojos) του Μεξικού αγωνίστηκε έναν χρόνο. Επιστροφή στη χώρα και σε μία μεταγραφή «βόμβα». Αντί να βάλει πάλι τα «πράσινα» της ομάδας που λάτρευε, αποφάσισε να φορέσει τα «κόκκινα» της Ιντεπεντιέντε Μεντεγίν. Μιλάμε για αιώνιους αντιπάλους. Όπως στην Ελλάδα το Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός ή στη Θεσσαλονίκη το ΠΑΟΚ-Άρης. Καταλαβαίνετε ότι έγινε χαμός. Στον «ισχυρό του βουνού» (El Poderoso de la Montana) που είναι το παρατσούκλι της Ιντεπεντιέντε δεν έμεινε πολύ. Μόνο μια αγωνιστική σεζόν ήταν το πέρασμα του. Ρεάλ Καρχηδόνα, Ατλέτικο Τζούνιορ (η επιστροφή του ασώτου), Ντεπορτίβο Περέιρα, Άουκας από τον Ισημερινό, Γκουάρος, Ντεπορτίβο Ριονέγκρο και Ντεπορτίβο Περέιρα ξανά. Αυτή ήταν και η τελευταία ομάδα που τίμησε με την παρουσία του. Ένα μεγάλο σκάνδαλο έγινε στις 23 Νοεμβρίου του 2004. Ενώ έπαιζε στην Άουκας απέτυχε σε τεστ ναρκωτικών και αποσύρθηκε για λίγο. Τον Ιούνιο του 2008 σε ηλικία 42 ετών υπέγραψε για μια άλλη ομάδα της Κολομβίας, την Ντεπορτίβο Περέιρα  και τελικά αποσύρθηκε οριστικά στις 25 Ιανουαρίου του 2010.

      Μεγάλο ρόλο και αυτό που τον έκανε παγκόσμια γνωστό ήταν οι παρουσίες του με την εθνική ομάδα. Όταν φορούσε τα «κίτρινα» της Κολομβίας τα ξεχνούσε όλα. Τα έδινε όλα με τη δική του τρέλα που τον διακατείχε. Είχε 68 συμμετοχές και πέτυχε 3 γκολ. Σίγουρα θα μπορούσαν να είναι παραπάνω (και οι συμμετοχές και τα γκολ) αλλά ο Ρενέ ήταν πιστός στους φίλους του και αυτό του στοίχησε. Τώρα αναρωτιέστε τι δουλειά έχει η φιλία με την εθνική Κολομβίας? Θα σας εξηγήσουμε παρακάτω αναλυτικά, για να σας λύσουμε την απορία που σας δημιουργήθηκε. Το πρώτο μεγάλο τουρνουά του ήταν το 1989 στη διοργάνωση του Κόπα Αμέρικα. Όμως έληξε άδοξα, αφού η Κολομβία αποκλείστηκε στον πρώτο γύρο. Στο Μουντιάλ του 1990 που έγινε στην Ιταλία χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία. Μετά από 28 ολόκληρα χρόνια η χώρα του καφέ είχε επιστρέψει σε Παγκόσμιο Κύπελλο. Ήταν μια πολύ ταλαντούχα ομάδα. Με παίκτες όπως οι׃ Χιγκίτα, Βαλντεράμα, Ρινκόν, Μεντόζα, Εσκομπάρ και με την τεχνική καθοδήγηση του Φρανσίσκο Ματουράνα. Στη φάση των ομίλων η Κολομβία ξεκίνησε με αναμενόμενη νίκη 2-0 επί των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, ηττήθηκε με 1-0 από την ισχυρή Γιουγκοσλαβία (από την οποία οι Κολομβιανοί είχαν ταπεινωθεί με 5-0 στο τελευταίο Παγκόσμιο Κύπελλο που συμμετείχαν, το 1962) και όλα θα κρίνονταν απέναντι στη μετέπειτα φιναλίστ Δυτική Γερμανία, η οποία είχε ήδη πάρει την πρόκριση. Η Κολομβία χρειαζόταν ένα βαθμό, τον οποίο πήρε στις καθυστερήσεις του αγώνα με τέρμα του Ρινκόν, απαντώντας στο γκολ του Λιτμπάρσκι στο 89’ λεπτό. Στη φάση των 16 έπεσε πάνω στην ευχάριστη έκπληξη εκείνης της διοργάνωσης, Καμερούν. Μετά από λευκή ισοπαλία στα 90’ λεπτά, στην παράταση μίλησε το «άστρο» του Ροζέ Μιλά, ο οποίος με δυο γκολ του έδωσε στα «Αδάμαστα Λιοντάρια» την πρόκριση (μείωσε σε 2-1 ο Ρεντίν για την Κολομβία). Έλα όμως που δεν ήταν μόνο το «άστρο» του Ροζέ.

       Η τρέλα του Ρενέ δεν τον βοήθησε σε αυτό το παιχνίδι. Ενώ στην ουσία εκείνος με τις αποκρούσεις του, τους οδήγησε στους 16 εκεί έκανε το «μοιραίο» λάθος. Στην παράταση και ενώ ήδη έχαναν με 1-0 ο Χιγκίτα βγήκε τελείως έξω από την μεγάλη περιοχή το κλασικό μπακότερμα που λέγαμε όταν ήμασταν παιδιά και παίζαμε μπάλα. Προσπάθησε να κάνει προσποίηση και να ντριμπλάρει τον Μιλά. Αυτός το κατάλαβε «έκλεψε» την μπάλα και σε κενή εστία έκανε το 2-0. Τι και αν απέφερε λοιπόν την ιστορική γκάφα που κόστισε κοτζάμ αποκλεισμό από Παγκόσμιο Κύπελλο? Η λογική (ή μάλλον η τρέλα) του Χιγκίτα παρέμεινε ίδια και απαράλλαχτη. Άλλωστε οι σχέσεις που διατηρούσε με τον Πάμπλο Εσκομπάρ εγγυούνταν, ότι δεν επρόκειτο ποτέ να του συμβεί κάτι αντίστοιχο με τον Αντρές Εσκομπάρ (τον αμυντικό που δολοφονήθηκε εξαιτίας ενός αυτογκόλ στο Μουντιάλ του ’94. Ο ίδιος περιέγραψε το σφάλμα του ως׃ «Ένα λάθος τόσο μεγάλο όσο ένα σπίτι». Γενικά η συμμετοχή των «Καφετέρος» στο Μουντιάλ του 1990 ήταν μια αχτίδα φωτός σε μια χώρα βυθισμένη στο σκοτάδι των ναρκωτικών και της εγκληματικότητας. Όπως τόνισε σε πρόσφατη συνέντευξή του ο αρχιτέκτονας εκείνης της ομάδας, Φρανσίσκο Ματουράνα׃ «Το ποδόσφαιρο ήταν το όχημα για μια νέα κοινωνική ταυτότητα της Κολομβίας προς τον κόσμο». Μέσα από μια δημιουργική πρόταση στο χορτάρι, βασισμένη στην καλή κυκλοφορία μπάλας, εκείνη η σπουδαία γενιά ποδοσφαιριστών προσπαθούσε να ξορκίσει την καταστροφική δύναμη των πανίσχυρων καρτέλ. Αγωνίστηκε και στο Κόπα Αμέρικα το 1991. Η τελευταία του κλήση για την εθνική ομάδα ήταν για το Κόπα Αμέρικα το 1999.

      Και ήρθε η ώρα να εξηγήσουμε γιατί δεν φόρεσε περισσότερες φορές τα «κίτρινα» και έχασε την τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994 στις ΗΠΑ. Το 1993 φυλακίστηκε αφού ενεπλάκη σε μια απαγωγή. Μια πολύ περίεργη υπόθεση με σκοτεινά σημεία και ο Ρενέ ήταν ο μόνος που την πλήρωσε. Μάλλον άδικα. Ενέργησε ως ενδιάμεσος για τους βαρόνους των ναρκωτικών Πάμπλο Εσκομπάρ και Κάρλος Μολίνα. Αυτός ήταν σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνος, για την εξασφάλιση της απελευθέρωσης της κόρης του Μολίνα με την παράδοση των χρημάτων για τα λύτρα. Έλαβε 64.000 δολάρια για τις υπηρεσίες του, κάτι που παραβιάζει τον κολομβιανό νόμο, καθώς είναι αδίκημα το κέρδος από μια απαγωγή. Έμεινε στη φυλακή για επτά μήνες πριν αφεθεί ελεύθερος χωρίς κατηγορία. Σχολιάζοντας την υπόθεση δήλωσε: «Είμαι ποδοσφαιριστής, δεν ήξερα τίποτα για τους νόμους περί απαγωγών». Στο ντοκιμαντέρ του ESPN «The Two Escobars», ισχυρίστηκε ότι συνελήφθη επειδή επισκέφτηκε τον Πάμπλο, κατά τη διάρκεια της φυλακής του με την επιθυμία να τον ευχαριστήσει, που στράφηκε στη σταθεροποίηση της Κολομβίας για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Υποστήριξε αυτή τη θεωρία υποστηρίζοντας, ότι το μόνο που του ζητήθηκε κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, δεν ήταν η υπόθεση της απαγωγής, αλλά να δώσει αποκλειστικές πληροφορίες για τον ίδιο τον Πάμπλο Εσκομπάρ. Λόγω της φυλάκισης, δεν ήταν κατάλληλος για το Παγκόσμιο Κύπελλο όπως είδαμε. Αλλά ο Κολομβιανός δεν ήταν μόνο αυτό. Δεν ήταν μόνο ένας εξαιρετικός τερματοφύλακας, πολύ σύγχρονος για την εποχή που έπαιζε, αλλά και ένας άνθρωπος που εκτός γηπέδων ήταν μοναδικός. Θα ρίσκαρε ένας διάσημος άνθρωπος να σώσει ένα νεαρό κορίτσι από κάποιους απαγωγείς? Άλλοι γνωστοί «αστέρες» όχι. Ο Χιγκίτα σίγουρα ναι. Μεγάλο ενδιαφέρον βέβαια είχε και το γεγονός πως ο γνωστός γκολκίπερ, είχε πολύ ισχυρή φιλία με τον βαρόνο των ναρκωτικών, Πάμπλο Εσκομπάρ και δεν έσπασε ποτέ αυτή τη φιλία. Μεγαλύτερη απόδειξη από τη φυλάκιση του δεν υπάρχει.

      Για την ιστορία αυτή μίλησε στο «Fox Sports» χωρίς όμως να πει την πλήρη αλήθεια. Είπε׃ «Όταν αρχίζει το κυνηγητό του Πάμπλο Εσκομπάρ, αρχίζουν να πιάνουν όλους τους φίλους του. Εμένα με πίεζαν για να τον καταδώσω, αλλά εγώ δεν ήξερα τίποτα. Εγώ δεν ήμουν φίλος, απλώς με θεώρησαν τέτοιο, επειδή πήγα να τον επισκεφτώ στην φυλακή. Οι αρχές ήξεραν ότι είμαι αθώος». Και συνέχισε׃ «Όταν ήμουν παιδί, ο Πάμπλο Εσκομπάρ φώτιζε τα ποδοσφαιρικά γήπεδα και δεν μπορώ να μην είμαι ευγνώμων γι’ αυτό, αφού δεν υπήρχε η δυνατότητα. Ο κόσμος ξεχνάει ότι υπήρξε βουλευτής» πρόσθεσε, ενοχλημένος για τις «σκιές» περί ενασχόλησης του με το εμπόριο ναρκωτικών. Τέλος συμπλήρωσε׃ «Αν βγάλω μια φωτογραφία με τον Άλβαρο Ουρίμπε Βέλες (άλλοτε πρόεδρος της Κολομβίας), θα πουν ότι είμαι πολιτικός, αν βγω με τις παραστρατιωτικές οργανώσεις θα πουν ότι είμαι μέλος τους, αν βγω με τον Πάμπλο Εσκομπάρ ότι είμαι έμπορος ναρκωτικών. Αλλά λίγες φορές, επειδή είμαι θρήσκος, θα πουν ότι είμαι ο Πάπας ή καθολικός».

      Επιστρέφουμε στο αθλητικό κομμάτι. Συνολικά είχε 380 συμμετοχές σε συλλογικό επίπεδο και πέτυχε 43 γκολ! Ένα από τα highlight της καριέρας του αποτελεί και το απευθείας φάουλ στο πρώτο από τα δύο ματς της ημιτελικής φάσης του Κόπα Λιμπερταδόρες απέναντι στη Ρίβερ Πλέιτ. Ήταν 9 Αυγούστου του 1995 όταν στο 51’ λεπτό η Ατλέτικο Νασιονάλ επικράτησε με αυτό το φαινομενικά… ατσούμπαλο άγγιγμα στο «Atanasio Girardot» με σκορ 1-0 και προκρινόταν στον τελικό, ύστερα από τη ρεβάνς που κρίθηκε στο «Μονουμεντάλ» με τη διαδικασία των πέναλτι. Αυτό είναι ένα από τα συνολικά 43 γκολ που σημείωσε ο Χιγκίτα κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Σίγουρα όμως είναι το πιο σημαντικό. Το τι έγινε στο γήπεδο μόλις η μπάλα κατέληξε στα δίχτυα του Χέρμαν Μπούργκος δεν περιγράφετε. Χαρακτηριστική και η περιγραφή του σπίκερ, ο οποίος έχασε τα λογικά του ενώ η φωνή του «σκεπάστηκε» στα πρώτα δευτερόλεπτα μετά την επίτευξη του τέρματος από το χάος που επικρατούσε! Για την ιστορία, πρέπει να σημειωθεί, ότι η Νασιονάλ δεν κατέκτησε τελικά τον τίτλο αφού ηττήθηκε στον διπλό τελικό από την Γκρέμιο με συνολικό σκορ 4-2. Αυτό δε σημαίνει ότι ο τρελός δεν κατέκτησε τίτλους. Με την αγαπημένη του Ατλέτικο Νασιονάλ κατέκτησε δύο πρωταθλήματα. Το 1991 και το 1994. Το Κόπα Λιμπερταδόρες και το Κόπα Ιντεραμερικάνα και τα δύο το 1989! Την ίδια χρονιά ήταν φιναλίστ  στο Διηπειρωτικό Κύπελλο χάνοντας από τη Μίλαν με 1-0 με γκολ του Αλμπερίκο Εβάνι στο τελευταίο λεπτό της παράτασης. Ενώ έχασε και στον τελικό του Κόπα Ιντεραμερικάνα το 1995. Επειδή τα νέα παιδιά που μας διαβάζουν δεν ξέρουν τη συγκεκριμένη διοργάνωση θα σας την μάθουμε. Το Κόπα Ιντεραμερικάνα ήταν μια ετήσια ποδοσφαιρική διασυλλογική διοργάνωση που διεξήγαγαν από κοινού η Ποδοσφαιρική Συνομοσπονδία Βόρειας, Κεντρικής Αμερικής και Καραϊβικής (CONCACAF) και η Ποδοσφαιρική Συνομοσπονδία Νοτίου Αμερικής (CONMEBOL) από το 1969. Στη διοργάνωση μετείχαν οι νικήτριες του πρωταθλήματος ΚΟΝΚΑΚΑΦ Τσάμπιονς Καπ της Βόρειας Αμερικής και του Κόπα Λιμπερταδόρες της Νότιας Αμερικής, αν και υπήρχαν διαφοροποιήσεις κατά περιόδους. Καταργήθηκε οριστικά το 1998, έπειτα από τη συμμετοχή συλλόγων της CONCACAF και ειδικά του Μεξικού, στο Κόπα Λιμπερταδόρες. Επιστρέφουμε στις διακρίσεις του Ρενέ. Με την εθνική πήρε δύο τρίτες θέσεις στο Κόπα Αμέρικα το  1993 και το 1995. Ατομικά ήταν μέλος στην καλύτερη ενδεκάδα της χρονιάς στη Νότια Αμερική το 1989 και το 1990. Τέλος πήρε το βραβείο «Golden Foot Legends» το 2009.

      Όταν «κρέμασε» οριστικά τα γάντια του παρέμεινε στο χώρο του ποδοσφαίρου. Τον Δεκέμβριο του 2008 έγινε προπονητής τερματοφυλάκων στη Ρεάλ Βαγιαδολίδ. Στη συνέχεια εντάχθηκε στην Αλ Νασρ της Σαουδικής Αραβίας το 2011 και ήταν προπονητής τερματοφυλάκων για περίπου 5 χρόνια, μέχρι το 2016. Επανήλθε στην Ατλέτικο Νασιονάλ με το ίδιο πόστο στις 28 Ιουνίου του 2017, όπου παραμένει μέχρι σήμερα. Κατά την επανένταξή του, είπε׃ «Το όνειρο της ζωής μου ήταν να επιστρέψω στην Ατλέτικο Νασιονάλ». Στην προσωπική του ζωή είναι παντρεμένος με την Μαγκνόλια Ετσεβέρι. Έχουν αποκτήσει τρία παιδιά. Την Σίντι, την Πάμελα και τον Αντρές. Φυσικά ήταν κολλητός φίλος με τον Ντιέγκο Μαραντόνα και έπαιξε στον αποχαιρετιστήριο αγώνα του Αργεντινού το 2001. Το 2005, συμμετείχε στο τηλεοπτικό πρόγραμμα ριάλιτι La Isla de Los famosos: Una Aventura Pirata (The Island of the Famous: A Pirate Adventure), μια εκπομπή παρόμοια με το Survivor. Επίσης το 2005 υποβλήθηκε σε πλαστική επέμβαση για να αλλάξει εντελώς την εμφάνισή του. Ο άνθρωπος είναι κανονικός τρελός! Μάλιστα θέλει στο μέλλον να ασχοληθεί με την πολιτική. Όλα πιθανά με αυτόν τον τύπο. Ε με όλα αυτά, δεν ήταν δυνατόν να μη γίνει σειρά στο Netflix. Έτσι από το 2023 ο Ρενέ είναι στην πλατφόρμα για να τον απολαύσουν όλοι.

      Το 2022 ο Χιγκίτα μίλησε πριν  τον τελικό του Μουντιάλ ανάμεσα στη Γαλλία και την Αργεντινή. Δήλωσε συγκεκριμένα׃ «Η Αργεντινή, από όταν θυμάμαι το ποδόσφαιρο, ήταν το φαβορί μαζί τη Βραζιλία για όλα τα Μουντιάλ. Τώρα η Αργεντινή θα παίξει με τη Γαλλία, η οποία είναι η κάτοχος του τροπαίου. Με τόσες εκπλήξεις που είχαμε σε αυτό το Μουντιάλ, τι να πεις για φαβορί και αουτσάιντερ. Εμείς ως Νοτιοαμερικανοί είμαστε με την Αργεντινή. Την Αργεντινή υποστηρίζουμε». Πλέκοντας το εγκώμιο του συμπατριώτη του, Χάμες Ροντρίγκες που εκείνη την περίοδο αγωνιζόταν στον Ολυμπιακό, τον χαρακτήρισε ως έναν συνδυασμό ποίησης, μουσικής και χορού ταυτόχρονα. Τα λόγια του όλο «μέλι» στάζουν׃ «Ο Χάμες είναι ο καλύτερος παίκτης που έχουμε στην Κολομβία. Με τις αλλαγές που θα κάνει ο ομοσπονδιακός προπονητής, ο ρόλος του Χάμες θα είναι να ηγηθεί όλων αυτών των νέων ταλαντούχων ποδοσφαιριστών που έχουμε. Ο Χάμες είναι ο καλύτερος Κολομβιανός, έχει δείξει την κλάση του. Χρωστάμε ευγνωμοσύνη στο Θεό για το ταλέντο που έδωσε στον Χάμες. Ο Χάμες είναι μουσική, ο Χάμες είναι ποίηση, ο Χάμες είναι χορός, είναι τα πάντα. Είναι ο καλύτερος που έχει η Κολομβία και κατά την άποψή μου θα πρέπει να τον προσέχουμε σαν τα μάτια μας και να τον αγαπάμε». Όπως καταλαβαίνετε όλοι, η εξέλιξη και το τελικό αποτέλεσμα του τελικού τον χαροποίησαν.

      Θα κλείσουμε το αφιέρωμα μας με μια κλασική πια ιστορία. Με το σήμα κατατεθέν του. Αυτό που έκανε έμεινε για πάντα. Και ο Ρενέ Χιγκίτα σε πολλούς ανθρώπους, έχει μείνει στο μυαλό, λόγω της απόκρουσης με το στυλ «σκορπιού» που είχε κάνει. Μπορεί να ήταν φίλος με τον Εσκομπάρ, μπορεί εξαιτίας της φιλίας του με εκείνον να πήγε φυλακή και να έχασε μια σίγουρη παρουσία στο Μουντιάλ. Εκεί που θα ήταν βασικός και αναντικατάστατος και ο προπονητής Φρανσίσκο Ματουράνα έκανε τα πλάνα του, ξεκινώντας πάντα με τον Ρενέ στην εστία. Η ισορροπία του, ανάμεσα στις ποδοσφαιρικές τρέλες και αυτές που έκανε εκτός γηπέδου ήταν πάντοτε εύθραυστη. Έχει δηλώσει με περηφάνια׃ «Στην Κολομβία το ποδόσφαιρο είναι ο ένας τρόπος να βγεις από το αδιέξοδο. Ο άλλος είναι τα ναρκωτικά». Ο τρελός τα δοκίμασε και τα δύο. Θα μπορούσες  να σκεφτείς εξάλλου (έχοντας ενδεχομένως και δίκιο) ότι μόνο υπό την… επήρεια ουσιών θα τολμούσε κάποιος αυτό που τόλμησε ο Χιγκίτα στις 6 Σεπτεμβρίου του 1995! Στη φάση που άφησε αιώνια κληρονομιά στο ποδόσφαιρο. Το περιβόητο πια «χτύπημα του σκορπιού»! Το σκηνικό άλλωστε ήταν τέλειο… Ένα βαρετό φιλικό δυο ομάδων απογοητευμένων που δεν είχαν συμμετάσχει στο Μουντιάλ. Ένα κοινό μετά βίας 20.000 θεατών στο αχανές «Γουέμπλεϊ». Μια τυπική ποδοσφαιρική αγγαρεία. Ακριβώς ότι χρειαζόταν για τους πιάσει όλους στον ύπνο και να γράψει ιστορία! Άλλωστε είχε πολύ χρόνο να το προετοιμάσει αποβραδίς (ξανά) στης φυλακής τα σίδερα! Εκεί όπου βρέθηκε (στο κρατητήριο συγκεκριμένα) τη νύχτα πριν τον αγώνα για παρατυπίες στο διαβατήριο του. Παρόλο που συναντήθηκε λοιπόν, με την υπόλοιπη ομάδα ανήμερα του ματς, στο γεύμα πριν την αναχώρηση για το γήπεδο, είχε ήδη σχεδιάσει τι θα κάνει. Δεν χρειαζόταν εξάλλου συμπαίκτη, αλλά μια μπαλιά-δώρο από αντίπαλο… Και σαν να το ήξερε ο Τζέιμι Ρέντναπ (στο ντεμπούτο του με την εθνική Αγγλίας) του την… κέρασε! Έκανε ένα άστοχο γέμισμα στην περιοχή που πήρε τροχιά προς την εστία. Επέτρεψε λοιπόν στον παλαβό να κάνει ένα βήμα πίσω, να κάνει ένα ακροβατικό σε σχήμα σκορπιού και να διώξει την μπάλα με τις φτέρνες! Αυτό ήταν! Η ιστορία είχε γραφτεί. Τα επιφωνήματα θαυμασμού βγήκαν αυθόρμητα από τους εμβρόντητους θεατές. Ο σπίκερ αναφώνησε׃ «Θεέ μου».

      Ο επόπτης σήκωσε τη σημαία για οφσάιντ, αλλά ο διαιτητής δεν τόλμησε ν’ ακυρώσει το αριστούργημα. Και ο ίδιος ο Χιγκίτα (αφού χαμογέλασε σαρδόνια εκείνη την ώρα για την επιτυχία του ανδραγαθήματός του) εξήγησε έπειτα από χρόνια: «Είναι κάτι που μπορώ να κάνω μόνο εγώ. Οι άνθρωποι μένουν στη μνήμη για κάποιο σπουδαίο τους έργο και η συγκεκριμένη απόκρουση αυτό ήταν. Η έμπνευση μου ήταν πάντα τα παιδιά. Τα έβλεπα στο δρόμο ή σε κάποιο πάρκο που προσπαθούσαν να κάνουν ψαλιδάκια και τους συμβούλευα να το κάνουν από την ανάποδη. Ε, το βράδυ εκείνο στην Αγγλία ήρθε η μπαλιά που περίμενα πέντε χρόνια». Η συγκεκριμένη φάση κατατάχθηκε στην 94η θέση στις 100 καλύτερες αθλητικές στιγμές του Channel 4 το 2002. Στις συζητήσεις για τον καλύτερο τερματοφύλακα όλων των εποχών χωράνε πολλά ονόματα. Σε αυτές όμως που αφορούν τον πιο… «τρελό» δεν υπάρχει περιθώριο αμφιβολίας. Είναι και θα είναι πάντα αυτός. Ένας τρελός που ήταν όχι στον πόρτα, όπως λέει το τραγούδι αλλά κάτω από τα δοκάρια! Ένας τρελός φύλακας της εστίας!!

 

 

Από τον Ευστράτιο Φωτεινό                                                                                                                                                                                                                                                                                    

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ