Νιάτα…Το μόνο που δεν μπορεί να αγοράσει το χρήμα και όλο το χρυσάφι του κόσμου. Θάνατος. Η πύλη που όλοι μας κάποτε θα διαβούμε. Οι πιο πολλοί ονειρεύονται το θάνατο τους ηλικιωμένοι και σε ένα κρεβάτι. Δίπλα τους τα αγαπημένα τους πρόσωπα με τις τελευταίες λέξεις να είναι συνήθως׃ «σ’ αγαπώ, σε ευχαριστώ για όλα, δε θα σε ξεχάσουμε ποτέ, θα σας προσέχω από εκεί ψηλά, θα σε θυμόμαστε, θα σας περιμένω μετά από πολλά πολλά χρόνια». Είναι ένας όμορφος, ήσυχος, θα λέγαμε γαλήνιος θάνατος. Για κάποιους μάλιστα ο ιδανικός. Όμως δεν είναι όλοι ίδιοι όπως έχουμε ξαναπεί. Για αρκετούς αυτό που περιγράψαμε είναι εφιάλτης. Είναι αυτοί που δεν μπορούν να φανταστούν τον εαυτό τους ανήμπορο, γέρο, με πάνες και σαλιάρες σαν τα μικρά παιδιά. Και έτσι «φεύγουν» νέοι. Πάνω στην τρέλα τους, στην έκσταση τους, στη δόξα τους. Και πάνω απ’ όλα με το πρόσωπο τους φρέσκο και όχι ζαρωμένο. Έχουμε εκατοντάδες τέτοια παραδείγματα. Ειδικά στο χώρο στης μουσικής (ειδικά της ροκ), του κινηματογράφου, των σπορ και γενικά του θεάματος. Θα αναφέρουμε τα πιο χαρακτηριστικά ονόματα που μας «άφησαν» νωρίς. Μέριλιν Μονρό (Marilyn Monroe), Ότις Ρέντιγκ (Otis Redding), Τζίμι Χέντριξ (Jimi Hendrix), Έλβις Πρίσλεï (Elvis Prisley), Μπομπ Μάρλεï (Bob Marley), Τζον Λένον (John Lennon), Φρέντι Μέρκιουρι (Freddie Mercury), Κερτ Κομπέιν (Kurt Cobain), Άιρτον Σένα (Ayrton Senna), Αβίτσι (Avicii), Έιμι Γουάιτχαους (Amy Winehouse), Γουίτνεï Χιούστον (Whitney Houston), Πολ Γουόλκερ (Paul Walker), Κόρι Μοντέιθ (Cory Monteith), Μάρβιν Γκάγιε (Marvin Gaye), Μπρους Λι (Bruce Lee), Κόμπι Μπράιαντ (Kobe Bryant), Νίκι Χέιντεν (Nicky Hayden), Κεν Μπλοκ (Ken Block). Και φυσικά δεν μπορούμε να παραλείψουμε την «κατάρα των 27» όπως ονομάστηκε το «club των 27». Είναι οι άνθρωποι που πέθαναν στα 27 τους χρόνια. Πάνω στην κορύφωση τους κυριολεκτικά. Ήταν οι Ρόμπερτ Τζόνσον (Robert Johnson), Μπράιαν Τζόουνς (Brian Jones), Άλαν Γουίλσον (Alan Wilson), Τζάνις Τζόπλιν (Janis Lyn Joplin), Τζιμ Μόρισον (Jim Morrison) και φυσικά ο Χέντριξ, ο Κομπέιν και η Γουάιτχαους μέσα σε αυτούς όπως είδαμε πιο πάνω. Είναι ακόμα πάρα πολλοί πίσω. Εμείς απλά σας δείξαμε ένα δείγμα.
Όπως έχετε καταλάβει με την εισαγωγή μας, σήμερα, το art of football έχει αφιέρωμα σε έναν τέτοιο αντίστοιχο νέο που πέθανε, ενώ ήταν πάνω στη δόξα του. Έναν ποδοσφαιριστή πραγματικό «καλλιτέχνη». Ο οποίος με την τσιγγάνικη καρδιά που είχε, πέταξε σαν ελεύθερο πουλί στον ουρανό. Το όνομα του׃ Χοσέ Αντόνιο Ρέγες. Γεννήθηκε στις 1 Σεπτεμβρίου 1983 στην Ουτρέρα, επαρχία της Σεβίλλης. Οι γονείς του όπως είπαμε ήταν Ρομά. Ο μικρός Χοσέ μεγάλωσε εκεί (Ουτρέρα), στη συνοικία του Αρενάλ. Ο πατέρας του, Κούρο, τσιγγάνος, ήταν ηλεκτρολόγος και είχε παίξει ποδόσφαιρο στην τοπική ομάδα, στην Έλτσε και σε άλλους κοντινούς συλλόγους. Είχε μάλιστα τέτοια ποιότητα, που οι παλιοί υποστηρίζουν ότι ξεπερνούσε ακόμα και αυτή του γιου του. Αλλά ήταν η μητέρα του, η Μαρί, εκείνη που αποφάσισε ότι ο γιος της έπρεπε να ακολουθήσει τα χνάρια του πατέρα και να ασχοληθεί με τη μπάλα. Έπαιζε στην ομάδα του σχολείου του, τους «Σαλεσιάνος» και ο προπονητής του εκεί, ο Χοακίν Πέρεθ Γκαρθία, τον ξεχώρισε αμέσως. Τότε ειδοποίησε τους ανθρώπους της Σεβίλλη να πάρουν τον «Πέρλα» (μαργαριτάρι), όπως τον αποκαλούσε, στις ακαδημίες τους. Κάτι που έγινε όταν ο πιτσιρικάς ήταν 11 ετών και παρά το γεγονός ότι τόσο ο πατέρας του όσο και ο ίδιος ήταν «μπέτικος», δηλαδή οπαδοί της Μπέτις!! Φάνηκε με το ταλέντο που είχε, ότι η «στρογγυλή θεά» θα γινόταν η αγαπημένη του για πάντα. Εντάχθηκε στις τάξεις νέων της Σεβίλλης και από εκείνη την στιγμή δεν έχασε ούτε ένα παιχνίδι. Φορούσε με καμάρι τη φανέλα των Σεβιγιάνων και έδειχνε το ταλέντο του. Ήταν τόσο εκπληκτικός που υπέγραψε το επαγγελματικό του συμβόλαιο το 1999, σε ηλικία μόλις 16 ετών! Το ξεκίνημά του απίστευτο. Καθιερώθηκε αμέσως στα 17 του και υπήρξε πραγματική «καταιγίδα». Ήταν ένας ποδοσφαιριστής που στα καλύτερά του, χαιρόσουν να τον βλέπεις. Γρήγορος, τεχνίτης, επιδέξιος, τολμηρός, με ένα φανταστικό αριστερό πόδι, σωστές τοποθετήσεις, πανέξυπνα ξεμαρκαρίσματα, ντρίμπλα και αίσθηση του γκολ. Το ντεμπούτο του με την πρώτη ομάδα έγινε τη σεζόν 1999-2000, σε ένα παιχνίδι με την Εσπανιόλ στη Βαρκελώνη. Εκεί, ο «Πέρλα», χάρη στον Χοακίν Καπαρός, έγινε ο μικρότερος σε ηλικία παίκτης (16 ετών και 151 ημερών) στην ιστορία του ανδαλουσιάνικου συλλόγου, που έπαιξε ποτέ με την πρώτη ομάδα. Στη σεζόν 2001-2002, με την ομάδα να έχει επιστρέψει στην «Πριμέρα Ντιβιζιόν», έγινε ο νεώτερος ποδοσφαιριστής στην ιστορία της «Λα Λίγκας» που πέτυχε γκολ. Μετά από μια πολύ καλή αγωνιστική περίοδο, ήρθε ο πρώτος τίτλος για τον Χοσέ Αντόνιο, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα U-19 του 2002 στη Νορβηγία. Με συμπαίκτες τους Αντρές Ινιέστα, Φερνάντο Τόρες και Ντάνι Χάρκε.
Κανείς δεν αμφέβαλλε τότε ότι «γεννήθηκε» ένα «αστέρι» και η Άρσεναλ τον απέκτησε για να τον ενσωματώσει αμέσως στο ρόστερ της. Τη σεζόν 2003-2004, μετά τη μεταγραφή του στους «κανονιέρηδες» (την ακριβότερη μέχρι εκείνη την στιγμή στην ιστορία της), κατέκτησε το περίφημο αήττητο πρωτάθλημα. Με εκείνον τον τίτλο, έγινε ο πρώτος Ισπανός που κατέκτησε την «Πρέμιερ Λιγκ». Με τους Λονδρέζους πρόσθεσε ακόμα στη συλλογή του, το Σούπερ Καπ του 2004 και το Κύπελλο Αγγλίας του 2005. Ο σύλλογος του Λονδίνου πλήρωσε 30 εκατομμύρια ευρώ, ποσό τεράστιο για εκείνη την εποχή και για έναν 19χρονο, με τον οποίο ο Βενγκέρ μετά από λίγες εβδομάδες αντικατέστησε τον Μπέργκαμπ στο γήπεδο, βάζοντάς τον δίπλα στον Ανρί. Ο Ρέγες ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις, αλλά ποτέ δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στην Αγγλία. Σε κάθε ευκαιρία επέστρεφε στο σπίτι του στην Ουτρέρα, το μοναδικό μέρος στο οποίο ένιωθε άνετα. Και κάπως έτσι, το «αστέρι» έσβησε γρήγορα. Πήγε στο Λονδίνο ως ένα «παιδί-θαύμα», αλλά δυόμισι χρόνια μετά, έφυγε από εκεί ως απογοήτευση. Έτσι λοιπόν, μόλις στα 23 του, ξεκίνησε την περιπλάνησή του, ψάχνοντας τη δική του «Γη της Επαγγελίας», γνωρίζοντας μέσα του ότι πιθανότατα ποτέ δε θα γινόταν εκείνος που οι άλλοι ονειρεύονταν. Ρεάλ Μαδρίτης, Μπενφίκα, Ατλέτικο Μαδρίτης, ξανά Σεβίλλη, Εσπανιόλ, Κόρδοβα, Τσινγιάνγκ Τιανσάν Λέοπαρντ και Εξτρεμαδούρα απόλαυσαν τις όλο και λιγότερες εντυπωσιακές του ενέργειες και μελαγχόλησαν κάθε φορά που σκέφτηκαν το πού θα μπορούσε να έχει φτάσει. Ίσως το μεγαλύτερο κατόρθωμά του είναι εκείνο που εξηγεί καλύτερα αυτό που υπήρξε ο Ρέγες. Κανείς δεν έχει κατακτήσει περισσότερα «Europa League» από εκείνον (πέντε) και αυτό είναι τελικά που τον ορίζει: ένας παίκτης επιπέδου «Champions League» με καριέρα στο «Europa League». Ένας παίκτης που δεν πέτυχε τα πάντα, αλλά πέτυχε πολλά. Επειδή όμως λέμε ότι δεν έφτασε εκεί που έπρεπε, άξιζε σαν παίκτης? Πόσο τελικά καλός ποδοσφαιριστής υπήρξε? Και τί πέτυχε στις ομάδες που αγωνίστηκε? Ας θυμηθούμε τώρα πιο αναλυτικά την πορεία του στο άθλημα. Στη «χρυσή» εποχή του ισπανικού ποδοσφαίρου, σίγουρα υπήρξαν καλύτεροι παίκτες από τον «Πέρλα», ελάχιστοι όμως με περισσότερο ταλέντο από αυτόν. Η καριέρα του υπήρξε αυτή ενός φαινόμενου που ποτέ δεν κατάφερε να βρει τη θέση που του αναλογούσε.
Ακόμα και έτσι πάντως, η αναμφισβήτητη ποιότητά του, αποδείχτηκε αρκετή για να λάμψει στη Σεβίλλη, να βρει θέση στην κορυφαία Άρσεναλ όλων των εποχών, να «κλειδώσει» ένα πρωτάθλημα για τη Ρεάλ στο σύντομο πέρασμά του από το «Σαντιάγκο Μπερναμπέου» και να συνεισφέρει στην πρώτη «ανάσταση» της Ατλέτικο υπό τον Κίκε Σάντσεθ Φλόρες. Τα 21 παιχνίδια του με την Εθνική ήταν μαζί απόδειξη του ταλέντου του, αλλά και συνέπεια της έλλειψης σταθερότητας στην απόδοσή του. Πολλά για τόσα πάνω-κάτω, λίγα για τις δυνατότητές του. Το καλοκαίρι του 2006, ο Λουίς Αραγονές τον συμπεριέλαβε στην αποστολή της εθνικής για το Μουντιάλ της Γερμανίας. Δυο χρόνια νωρίτερα, το 2004, Ρέγες και Αραγονές είχαν πρωταγωνιστήσει σε ένα συμβάν που έκανε τον γύρο του κόσμου, όταν ο «σοφός της Ορταλέθα», προσπαθώντας να δώσει κίνητρο στον «Πέρλα», του είχε πει σε μια προπόνηση της Εθνικής, αναφερόμενος στον Ανρί (συμπαίκτη τότε του Ρέγες στην Άρσεναλ): «Πρέπει να δεις τα πράγματα πιο καθαρά. Να πεις στον νέγρο ότι εσύ είσαι καλύτερος. Να του το πεις εκ μέρους μου. Είσαι καλύτερος». Η δήλωση εκείνη είχε προκαλέσει σκάνδαλο για τις ρατσιστικές της προεκτάσεις, όμως μετά τις εξηγήσεις του Αραγονές, ξεπεράστηκε χωρίς άλλα προβλήματα. Στη σεζόν 2006-2007, αγωνίστηκε με τους «μερένγκες» και αποδείχτηκε καθοριστικός, αφού στην τελευταία αγωνιστική εκείνης της Λίγκας, πέρασε αλλαγή στο 67’ λεπτό στη θέση του Μπέκαμ (εκείνη την ώρα η Ρεάλ έχανε 0-1 από τη Μαγιόρκα του Άγγελου Μπασινά και έμενε δεύτερη πίσω από την Μπάρτσα) και ένα λεπτό μετά ισοφάρισε, ενώ πέτυχε και το 3-1, ολοκληρώνοντας την ανατροπή και δίνοντας τον τίτλο στην ομάδα του. Ήταν το πιο συγκλονιστικό φινάλε στην ιστορία της «Λα Λίγκα» όλων των εποχών. Τη σεζόν 2008-2009, με τη φανέλα της Μπενφίκα, κατέκτησε ένα Κύπελλο και επέστρεψε στην Ατλέτικο, με την οποία πήρε δύο «Europa League» και ένα Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (απέναντι στην πρωταθλήτρια Ευρώπης Ίντερ, όπου άνοιξε το σκορ στο τελικό 2-0). Επιστρέφοντας στη Σεβίλλη, καθιερώθηκε πλέον ως ένας «θρύλος» των «σεβιγίστας», παίρνοντας τρία ακόμα συνεχόμενα «Europa League» (2014, 2015 και 2016). Σε αυτές τις ευρωπαϊκές πορείες πραγματοποίησε αρκετές καλές εμφανίσεις, ενώ ήταν εκείνος που σήκωσε το τρίτο (και πέμπτο συνολικά για τον ίδιο) τρόπαιο του «Europa League» μετά τον τελικό της Βασιλείας με το 3-1 επί της Λίβερπουλ, που ήταν και ο τελευταίος τίτλος στην καριέρα του. Μια εικόνα που έμεινε για πάντα χαραγμένη στις καρδιές των φιλάθλων του συλλόγου του Νερβιόν. Τα συνολικά επίσημα παιχνίδια του, σε όλη την πορεία του στο ποδόσφαιρο, ήταν 706, συνοδευόμενα από 103 γκολ και 118 ασίστ!!
Αυτά ήταν τα ποδοσφαιρικά του κατορθώματα. Δυστυχώς όμως ο Χοσέ Αντόνιο δεν αγαπούσε μόνο το ποδόσφαιρο. Είχε τρελό πάθος και με την ταχύτητα. Οι γείτονές του στην Ουτρέρα θυμούνται ότι ξεκίνησε με το ποδήλατο, στη συνέχεια πέρασε στα μοτοποδήλατα και αμέσως μετά στις μηχανές μικρού κυβισμού. Όταν έγινε 15, η Σεβίλλη του απαγόρευσε να ανεβαίνει σε μηχανάκια, ώστε να αποφύγει δυσάρεστες καταστάσεις. Όμως όταν ενηλικιώθηκε, είχε ήδη αρκετά χρήματα αφού από τα 16 του αγωνιζόταν ως επαγγελματίας και έτσι ξεκίνησε τη συλλογή του με τα αυτοκίνητα, αγοράζοντας ένα Audi TT. Όταν περνούσε από τους δρόμους της Ουτρέρα με το καινούργιο του απόκτημα, μαρσάριζε τόσο δυνατά, ώστε όλοι καταλάβαιναν ότι «αυτός ήταν ο Ρέγες»! Με τα χρόνια η συλλογή του μεγάλωσε, αποτελούμενη πάντα από αυτοκίνητα πολυτελείας και με πολλά γκάζια. Πρώτα απέκτησε μια κίτρινη Ferrari, την οποία αργότερα αντικατέστησε με μια κόκκινη και μετά ακολούθησαν μια λευκή Lamborghini, μια BMW X6, ένα Hummer, μια κόκκινη Lincoln και ανάμεσα σε αρκετά ακόμη η Mercedes Brabus S550 (την αγόρασε το 2007, όταν υπέγραψε συμβόλαιο με την Ατλέτικο Μαδρίτης). Όμως η τρέλα του για την ταχύτητα δεν περιοριζόταν στους δρόμους. Του άρεσε πολύ να κάνει θαλάσσιο σκούτερ όποτε πήγαινε στις παραλίες είτε στη Μεσόγειο, είτε στον Ατλαντικό. Ο Ρέγες, πέρα και πάνω από οτιδήποτε άλλο, ήταν άνθρωπος της οικογένειας. Ζούσε σε ένα προάστιο της Ουτρέρα, την Κουέστα δελ Μερεντέρο, μαζί με τη σύζυγό του, Νοέλια Λόπεζ που παντρεύτηκε τον Ιούνιο του 2017 και τις δυο κορούλες του, την Νοέλια και την Τριάνα. Ο 12χρονος γιος του, Χοσέ Αντόνιο Τζούνιορ, από άλλη, προηγούμενη σχέση, ζει στη Μαδρίτη με τη μητέρα του και αγωνίζεται στις ακαδημίες της Ρεάλ Μαδρίτης. Και η τραγική ειρωνεία είναι ότι η «Βασίλισσα» τον κάλεσε τον Ιούνιο του 2019. Λίγες μέρες μετά το μοιραίο.
Ο Χοσέ είχε άριστες σχέσεις με τους γονείς του και με τον μεγάλο αδερφό του, Χεσούς και τους έβλεπε σχεδόν καθημερινά. Οι φίλοι, οι γνωστοί και οι γείτονες του Ρέγες, είχαν να λένε για την αφοσίωσή του στην οικογένεια, αλλά και για τον ευχάριστο, έξω καρδιά, χαρακτήρα του Χοσέ Αντόνιο. Ο Ντιέγο Φερνάντεθ Καστίγιο γνωστός καλλιτέχνης του τατουάζ στη Σεβίλλη, με πελάτες πολλούς γνωστούς παίκτες της Σεβίλλης και της Μπέτις έλεγε για τον κολλητό του φίλο׃ «Τα πολλά χρήματα που κέρδισε, δεν τον άλλαξαν στο παραμικρό, ήταν πάντα ευγενικός, με το χαμόγελο στα χείλη, ταπεινός, δεν είχε πει ποτέ όχι σε φωτογραφία ή αυτόγραφο. Δεν έπινε, δεν είχε καμία εξάρτηση, πέρα από εκείνη της ταχύτητας. Και ήταν ευτυχισμένος όποτε βρισκόταν με τους δικούς του ανθρώπους. Απόδειξη αυτού ήταν και τα τατουάζ του, που στην πραγματικότητα αποτελούσαν μια δική του αυτοβιογραφία». Αυτός ήταν ο άνθρωπος που «χτύπησε» τα πολλά και ιδιαίτερα τατού στον στενό του φίλο. Στον αριστερό του μηρό, ο Χοσέ Αντόνιο είχε κάνει τατουάζ τη γυναίκα του, στον δεξιό του μηρό, τους γονείς του. Στο αριστερό μπράτσο, τον αδερφό του, Χεσούς και στο δεξί του μπράτσο, μια σκάλα που οδηγούσε στον Όλυμπο, με τρία ρολόγια στο καθένα από τα οποία υπήρχε η ώρα και η ημερομηνία γέννησης των παιδιών του, μαζί με τρία Χερουβείμ. Στη μία γάμπα ήταν ζωγραφισμένος ο Ρέγες που φιλούσε τη σύζυγό του, ενώ στην άλλη υπήρχε το τελευταίο τατού που όμως έμεινε ανολοκλήρωτο: δυο χέρια να κρατάνε μια καρδιά.
Και έμεινε ανεκπλήρωτο γιατί το Σάββατο της 1ης του 2019, με το ρολόι να δείχνει 11:40 το πρωί όλα χάθηκαν. Όλα κάηκαν κυριολεκτικά. Ο Βίκτωρ Ουγκώ είχε πει κάποτε: «Ο θάνατος έχει τον δικό του τρόπο να επιβάλει την νίκη του». Και δυστυχώς από αυτόν τον «αντίπαλο» ηττήθηκε με μαρτυρικό τρόπο. Ο Χοσέ Αντόνιο Ρέγες έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου του μιας Mercedes Brabus S550, επιστρέφοντας από την πρωινή προπόνηση της ομάδας του με κατεύθυνση το σπίτι του. Είναι 195 τα χιλιόμετρα που χωρίζουν το Αλμεντραλέχο, έδρα της Εξτρεμαδούρα που τότε αγωνιζόταν στη «Σεγούντα Ντιβιζιόν», από την Ουτρέρα, μια πόλη 50.000 κατοίκων στην επαρχία της Σεβίλλης. Τον Ρέγες συνόδευαν τα δυο ξαδέρφια του, οι Τζόναθαν Ρέγες και Χουάν Μανουέλ Καλντερόν. Οι τρεις τους βρίσκονταν στην Autovía A-376, την οδό που ενώνει τη Σεβίλλη με την Ουτρέρα, και απέμεναν 14 χιλιόμετρα μέχρι τον προορισμό τους, όταν ο Χοσέ Αντόνιο που έτρεχε με περισσότερα από 187 χλμ/ώρα σε ένα σημείο που το ανώτατο επιτρεπτό όριο ήταν τα 120 χλμ/ώρα, έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου (λόγω σκασμένου ελαστικού σύμφωνα με το αστυνομικό πόρισμα), το οποίο, αφού έσπασε τις προστατευτικές μπάρες και διέλυσε έναν τσιμεντένιο τοίχο, προσγειώθηκε σε ένα παρακείμενο κανάλι, παίρνοντας αμέσως φωτιά. Οι πρώτοι που έφτασαν στο σημείο του δυστυχήματος ήταν δυο αστυνομικοί με τις μηχανές τους από το τοπικό αστυνομικό τμήμα της Ουτρέρα. Το πρώτο πράγμα που αντίκρισαν ήταν ένα αυτοκίνητο να φλέγεται και έναν νεαρό έξω από αυτό να φωνάζει: «Βγάλτε τους, βγάλτε τους, καίγονται ζωντανοί»! Ήταν ο Χουάν Μανουέλ, που είχε εκσφενδονιστεί έξω από την πόρτα του συνοδηγού (επειδή δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας) και είχε υποστεί σοβαρά εγκαύματα στο 65% του σώματός του από τα γόνατα και πάνω, στην προσπάθειά του να βγάλει από τη Μερσεντές τους δυο εγκλωβισμένους. Οι αστυνομικοί κάλεσαν αμέσως ενισχύσεις και λίγα λεπτά αργότερα η φωτιά έσβησε. Σύντομα έφτασαν εκεί και οι γονείς του Ρέγες, τους οποίους όμως δεν άφησαν να πλησιάσουν στο αυτοκίνητο…
Τα δυο πτώματα που ανασύρθηκαν, ήταν αδύνατο να αναγνωριστούν. Μπόρεσαν τελικά να ξεχωρίσουν ποιος ήταν ο Ρέγες από ένα τεχνητό δόντι και από το δαχτυλίδι που φορούσε. Η κηδεία του έγινε δυο μέρες αργότερα, στις 3 Ιουνίου, αφού πρώτα η σορός του είχε εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα, πρώτα στο γήπεδο της Σεβίγια («Σάντσεθ Πιθχουάν») και κατόπιν στο Δημαρχείο της Ουτρέρα. Η Εξτρεμαδούρα, που ήταν η τελευταία του ομάδα απέσυρε τη φανέλα του με το νούμερο 19 για πάντα. Το άλλο θύμα, ο Τζόναθαν, κηδεύτηκε στις 4 Ιουνίου, αφού πρώτα χρειάστηκε να γίνει εξέταση DNA, για να σιγουρευτούν για την ταυτότητά του. Ο πατέρας του Χόνι λιποθύμησε κατά τη διάρκεια της ταφής και μεταφέρθηκε στα Επείγοντα, ενώ ο Χουάν Μανουέλ νοσηλεύτηκε για 60 μέρες στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στο νοσοκομείο «Virgen del Rocío» και κατάφερε να επιζήσει. Αυτό ήταν το τραγικό τέλος του Χοσέ Αντόνιο Ρέγες, ενός παίκτη που έγραψε τη δική του ιστορία στο ισπανικό και ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, πληρώνοντας με την ίδια του τη ζωή μόλις στα 35 του χρόνια, τη μεγάλη του αγάπη για τα σπορ αυτοκίνητα και την ταχύτητα. Ήταν ο σύλλογος της καρδιάς του, η Σεβίλλη, εκείνη που ανακοίνωσε το μεσημέρι του Σαββάτου τον θάνατό του από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προκαλώντας συγκίνηση σε όλο τον ποδοσφαιρικό κόσμο. Πρώην συμπαίκτες του, αλλά και αντίπαλοι, έσπευσαν να στείλουν τα συλλυπητήριά τους στην οικογένεια του εκλιπόντος, εκφράζοντας παράλληλα την οδύνη τους για το χαμό του. Το ίδιο βράδυ, στο «Wanda Metropolitano», εκεί όπου διεξαγόταν ο τελικός του «Champions League» ανάμεσα στη Λίβερπουλ και την Τότεναμ, τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη του, την ίδια στιγμή που τα μάτριξ του σταδίου τον έδειχναν με τη φανέλα της Εθνικής Ισπανίας.
Βέβαια ο Σαντιάγκο Κανιθάρες, πρώην συμπαίκτης του στην εθνική, αλλά και αυτός λάτρης της ταχύτητας, φρόντισε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους, κάνοντας την εξής δήλωση: «Το να οδηγείς με υπερβολική ταχύτητα, είναι κάτι σαφώς επιλήψιμο. Στο δυστύχημα υπήρξε και άλλο θύμα, πέραν του οδηγού. Ο Ρέγες δεν αξίζει να τιμηθεί σα να ήταν κάποιος ήρωας. Έχοντας ξεκαθαρίσει αυτό, εννοείται ότι το τραγικό συμβάν με έχει λυπήσει αφάνταστα, προσεύχομαι κι εγώ για τις ψυχές των δυο νεκρών. Το σωστό είναι να τον θυμόμαστε για όσα προσέφερε στο ποδόσφαιρο». Η αλήθεια είναι ότι ο Χοσέ στο παρελθόν είχε γίνει αρκετές φορές δέκτης αρνητικών σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τον τρόπο που οδηγούσε, όπως με το περιστατικό τον Απρίλιο του 2015. Τότε είχε ανεβάσει στον προσωπικό του λογαριασμό στο Instagram, μια φωτογραφία (selfie), στην οποία φαινόταν να οδηγεί τη λευκή του Lamborghini χωρίς να φοράει ζώνη ασφαλείας. Από κάτω του είχαν γράψει διάφορα, τον είχαν αποκαλέσει από ανεύθυνο μέχρι ανεγκέφαλο. Από τότε δεν ξανανέβασε ποτέ φωτογραφία σχετική με τα αυτοκίνητά του. Ήταν τότε, που ο Χερόνιμο Γκερέρο, δήμαρχος του Ελ Κορονίλ (μικρής κωμόπολης κοντά στην Ουτρέρα), τον οποίο τρεις μήνες νωρίτερα, σχεδόν είχε πετάξει από το δρόμο ο Ρέγες, είχε γράψει στο twitter του: «Αυτόν τον τύπο πρέπει να τον βγάλουν το συντομότερο από τους δρόμους, πριν προκαλέσει κάποια τραγωδία. Απαράδεκτος». Ανάρτηση που αποδείχτηκε τραγικά προφητική… Ο Ντιέγο που αναφέραμε πιο πάνω, για να τιμήσει τον εκλιπόντα, χτύπησε στον αριστερό του αστράγαλο το «R10», επειδή ήταν αριστεροπόδαρος και φορούσε το νούμερο 10. Διηγείται μάλιστα, ότι μόνο μέσα στις πρώτες δυο ημέρες από τον θάνατο του Χοσέ Αντόνιο, οκτώ πελάτες τον πήραν τηλέφωνο για να κλείσουν ραντεβού, θέλοντας να «χτυπήσουν» το πρόσωπο του αγαπημένου τους παίκτη! Πλέον, μαζί με τον Αντόνιο Πουέρτα, έχουν φτιάξει μια μυθική αριστερή πλευρά εκεί πάνω…
Αυτός ήταν ο «αρτίστας» για μένα Χοσέ Αντόνιο Ρέγες. Δεν μπορώ να ξεχάσω αυτόν τον παίκτη. Το συναίσθημα που με έκανε να νιώσω τότε που ήμουν φοιτητής στη Θεσσαλονίκη δεν ξεχνιέται. Να χάνει η αγαπημένη μου Ρεάλ και εγώ όλο αγωνία, να ακούω στο ραδιόφωνο τον καθηγητή μου να λέει τα παιχνίδια. Εκείνη την στιγμή που είπε, ο Ρέγες ισοφαρίζει αναπτερώθηκα μέσα μου. Και όταν πια έκανε το 3-1 τότε ξέσπασα από χαρά. Για αυτό δεν μπορώ να τον ξεχάσω ποτέ. Ένας απίστευτος άνθρωπος, ένας φανταστικός παίκτης, μια ελεύθερη τσιγγάνικη καρδιά που καίγονταν και πέταξε ψηλά…
Από τον Ευστράτιο Φωτεινό