Μοίρα. Κισμέτ. Σημασία έχει ότι όπως και αν το πεις κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει από το πεπρωμένο του. Ο σπουδαίος ποιητής Νίκος Καρούζος έγραφε׃ «Θα περάσουν από πάνω μας όλοι οι τροχοί, στο τέλος τα ίδια μας τα όνειρα θα μας σώσουν». Ήταν ένας στίχος από τη συλλογή του «Ποιήματα, 1961». Ταιριάζει απόλυτα στον πρωταγωνιστή μας. Το art of football στο σημερινό αφιέρωμα αναδεικνύει πως και οι ασήμαντοι μπορούν να γίνουν ήρωες. Πως αυτοί που δεν περίμενες ποτέ να κάνουν κάτι μεγάλο, σε μια στιγμή βρίσκονται στα χέρια ανθρώπων που τους επευφημούν και τους αποθεώνουν. Γιατί όλοι έχουν δικαίωμα στο όνειρο. Ο Ολλανδός Γιουπ Βαν Ντάλε (Joop van Daele) είναι μια τέτοια περίπτωση ανθρώπου. Γεννήθηκε την εποχή των διακοπών. Συγκεκριμένα στις 14 Αυγούστου 1947 στο Ρότερνταμ. Εντάχθηκε στους νέους της Φέγενορντ το 1960. Η μεγάλη ομάδα του λιμανιού, τον πήρε από την τοπική ερασιτεχνική RVAV Overmaas. Έμεινε στη Φέγενορντ μέχρι το 1977. Είχε επίσης μια σύντομη περίοδο δανεισμού στην Γκο Άχεντ Ίνγκλς ενώ έπαιξε και στη Φορτούνα Σιτάρντ, πριν τελειώσει την καριέρα του στην Εξέλσιορ. Κατέκτησε σπουδαίους τίτλους. Το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1970, το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ το 1974, τρεις φορές το πρωτάθλημα Ολλανδίας, το 1969, το 1971 και το 1974. Το Κύπελλο Ολλανδίας το 1969. Και τέλος το Διηπειρωτικό Κύπελλο το 1970. Όταν αποσύρθηκε ως παίκτης, έγινε βοηθός προπονητή στη Φορτούνα Σιτάρντ και στην Εξέλσιορ. Στη συνέχεια ανέλαβε προπονητής στην ερασιτεχνική ομάδα VV Papendrecht και αργότερα τεχνικός διευθυντής στην Εξέλσιορ. Το 2006 διορίστηκε σκάουτερ στη Φέγενορντ. Πώς όμως έφτασε να κάνει όλα αυτά τα σπουδαία πράγματα? Πώς κατάφερε ένας άσημος στην ουσία παίκτης να φτάσει στην κορυφή? Πάμε να τα δούμε όλα ένα ένα.
Σεπτέμβριος του 1970. Η μεγάλη ώρα που θα άλλαζαν τα πάντα στη ζωή του ετοιμάζεται να γίνει πραγματικότητα. Η Φέγενορντ ετοιμάζεται να υποδεχτεί την Εστουντιάντες, του Μπιλάρδο (ως παίκτη ακόμα) και του Βερόν (του μπαμπά), στη ρεβάνς του Διηπειρωτικού Κυπέλλου. Λίγες εβδομάδες πριν οι δυο ομάδες είχαν έρθει ισόπαλες με 2-2 στον πρώτο αγώνα, που είχε γίνει στην Αργεντινή. Ένα παιχνίδι που είχε όλα τα χαρακτηριστικά, που συναντούσες στις αναμετρήσεις των νικητών των δυο ηπείρων εκείνα τα χρόνια, και τα οποία συνοψίζονται με μια λέξη: Ξύλο. Ξύλο όσο δεν πάει πραγματικά. Οι οπαδοί της Εστουντιάντες υποδέχτηκαν την αποστολή των Ολλανδών στο «Λα Μπομπονέρα» με μια «βροχή» από κέρματα. Ενώ οι παίκτες των γηπεδούχων ολοκλήρωσαν το πακέτο της σωστής φιλοξενίας, με πολλά σκληρά τάκλιν και αρκετές αγκωνιές. Οι ψυλλιασμένοι από τα όσα είχαν συμβεί τα προηγούμενα χρόνια (και ειδικότερα από το κάζο της Μίλαν ένα χρόνο πριν) Ολλανδοί δεν μάσησαν και κατάφεραν να φύγουν με την ισοπαλία, παρότι βρέθηκαν πίσω στο σκορ με 2-0 μόλις στο 12′ λεπτό. Μετά το τέλος του αγώνα ο θρυλικός Ερνστ Χάπελ, που μετρούσε ένα χρόνο στον πάγκο της Φέγενορντ, χαρακτήρισε τους Αργεντινούς ως׃ «μια ομάδα γεμάτη με γκάνγκστερ». Στον επαναληπτικό το κλίμα είναι διαφορετικό. Το «Ντε Κάιπ» σφύζει από κόσμο αλλά η κατάσταση στις κερκίδες δεν ξεφεύγει σε κανένα σημείο. Περισσότεροι από 63.000 θεατές έχουν στοιβαχτεί με την ελπίδα να δούνε την ομάδα τους να κερδίζει τον πρώτο παγκόσμιο τίτλο της. Το σκληρό παιχνίδι δεν επιτρέπει σε καμία από τις δυο ομάδες να βρει ρυθμό και όλα δείχνουν πως ο αγώνας δύσκολα θα έχει γκολ. Στο 61’ λεπτό όμως ο Χάπελ έχει μια περίεργη έμπνευση. Βγάζει από το παιχνίδι τον διεθνή και έμπειρο αριστερό εξτρέμ του, Κοέν Μουλίν, και βάζει στη θέση του ένα νεαρό, άβγαλτο αμυντικό, τον Γιουπ Βαν Ντάλε.
Ο Βαν Ντάλε υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν θα έπρεπε να βρίσκεται εκεί. Αν και γέννημα θρέμμα του Ρότερνταμ και μέλος για χρόνια των παιδικών ομάδων της Φέγενορντ, ο υψηλόσωμος αμυντικός αποτελούσε πάντα την τελευταία επιλογή των προπονητών του. Ένας παίκτης γεννημένος για να κάθεται μόνιμα στον πάγκο και να συμπληρώνει το οικογενειακό διπλό στην προπόνηση. Λίγα χρόνια πριν από αυτόν τον τελικό είχε ζητήσει να φύγει, ελπίζοντας ότι μπορεί να βρει κάπου αλλού μια ευκαιρία να παίζει πιο συχνά. Παρότι η Φέγενορντ ζητούσε λίγα λεφτά, καμία ομάδα δεν ενδιαφέρθηκε να τον αγοράσει κι έτσι ξέμεινε ως μια σταθερή «καβάτζα». Ο ερχομός του Χάπελ στην ομάδα άλλαξε λίγο τα δεδομένα. Ο Αυστριακός, που όπως αποδείχτηκε, το ποδοσφαιρικό του μάτι έκοβε λίγο παραπάνω από το συνηθισμένο, στήριξε τον νεαρό παίκτη του. Του έδωσε περισσότερο χρόνο συμμετοχής και του χάρισε και το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο, λίγους μήνες μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και λίγο πριν τους τελικούς του Διηπειρωτικού. Στα 23 του και ενώ ήταν ήδη πρωταθλητής Ευρώπης ο Βαν Ντάλε μπορούσε επιτέλους να παραιτηθεί από την κανονική του δουλειά και να αφοσιωθεί στο ποδόσφαιρο. Ποια ήταν αυτή? Ταμίας σε ένα υποκατάστημα του ολλανδικού ταχυδρομείου στο Ρότερνταμ. Όπως θυμάται ο ίδιος: «Για να πάω στο Μιλάνο για τον τελικό του κυπέλλου Πρωταθλητριών έπρεπε να ζητήσω 3 μέρες άδεια άνευ αποδοχών».
Η στιγμή του ήρθε τελικά στο σπουδαιότερο παιχνίδι στην ιστορία του συλλόγου. Αυτή η στιγμή, που ο κάθε άνθρωπος περιμένει για να περάσει στην «αθανασία» αιώνια έγινε. Στον αγώνα που κρινόταν ο τίτλος του παγκόσμιου πρωταθλητή. Δυο μόλις λεπτά μετά την είσοδο του στον αγώνα, συγκεκριμένα στο 63’ λεπτό η Φέγενορντ έκανε μια επίθεση από τα αριστερά, έγινε μια συρτή σέντρα, η μπάλα κόντραρε σε έναν αμυντικό και στρώθηκε ιδανικά μπροστά στον Βαν Ντάλε στο ύψος της μεγάλης περιοχής. Αυτός δεν έχασε την ευκαιρία και με ένα δυνατό, συρτό σουτ την έστειλε στα δίχτυα. Το «Ντε Κάιπ» σείστηκε. Η Φέγενορντ ήταν αγκαλιά με τον τίτλο και το όφειλε σε έναν ψηλό, αδύνατο νεαρό που μέχρι πριν από λίγο καιρό εξυπηρετούσε πελάτες από ένα ταμείο στο ταχυδρομείο. Έναν αμυντικό που έπαιζε σε τελικό φορώντας κανονικά γυαλιά μυωπίας (για την ιστορία, να πούμε ότι δεν ήταν ο μόνος καθώς εκείνη την εποχή υπήρχαν μερικοί ακόμα που έπαιζαν με γυαλιά)! Όπως αποδείχτηκε τελικά, αυτά τα γυαλιά έπαιξαν μεγαλύτερο ρόλο στο να αποκτήσει μια θέση στην Ιστορία ακόμα και από το γκολ του. Και σε αυτό έβαλαν το χεράκι τους και οι Αργεντινοί. Όταν οι πανηγυρισμοί κόπασαν και το παιχνίδι ξεκίνησε ξανά o αρχηγός της Εστουντιάντες, Όσκαρ Μαλμπερνάτ, τον πλησίασε και του τράβηξε τα γυαλιά. Ο Βαν Ντάλε προσπάθησε να αντιδράσει αλλά όταν δοκίμασε να του τα πάρει πίσω, ο Αργεντινός τα πέταξε προς τον συμπαίκτη του, Κάρλος Πατσαμέ, σε μια στιγμή που περισσότερο έμοιαζε με σκηνικό από κόντρα παιδιών σε αυλή σχολείου παρά με τελικό που κρίνει έναν τέτοιο τίτλο. Σε μια από τις αμέτρητες φορές που του ζητήθηκε στο μέλλον να περιγράψει το όλο σκηνικό ο Ολλανδός δήλωσε: «Ήταν μια τρελή σκηνή. Ο αγώνας παιζόταν κανονικά κι εγώ τους κυνηγούσα για να πάρω πίσω τα γυαλιά μου». Ο Πατσαμέ όμως δεν είχε καμία διάθεση να τα δώσει πίσω. Με τον διαιτητή να έχει στραμμένη την προσοχή του στη μπάλα, ο Αργεντινός πέταξε τα γυαλιά στο χόρτο και τα πάτησε με δύναμη.
Τα επόμενα χρόνια οι δικαιολογίες που ακούστηκαν ήταν αρκετές. Ο Πατσαμέ ισχυρίζεται πως τα γυαλιά ήταν παράβαση του κανονισμού καθώς στη Νότια Αμερική δεν επιτρεπόταν να αγωνίζεσαι με γυαλιά. Είπε συγκεκριμένα׃ «Αυτό το παλικάρι έπαιζε φορώντας γυαλιά. Όταν έκαναν επίθεση τα φορούσε κανονικά, όταν όμως έκαναν άμυνα τα έβγαζε. Ο διαιτητής δεν έπρεπε να το επιτρέψει αυτό, για αυτό και του τα πήραμε». Ο μπαμπάς Βερόν βέβαια έχει μια άλλη θεωρία, από αυτές που ακούς συνήθως στην επιτροπή εφέσεων της ΕΠΟ μετά από κάποια επεισόδια σε ελληνικό γήπεδο: «Δεν θυμάμαι να του τα πήρε κάποιος από εμάς. Νομίζω ότι απλά έπεσαν στο έδαφος και κάποιος τα πάτησε κατά λάθος». Ένας φροντιστής από τον πάγκο προσπάθησε να κολλήσει με μονωτική ταινία ότι είχε απομείνει αλλά η προσπάθεια του στέφτηκε από αποτυχία. Ο Βαν Ντάλε αναγκάστηκε να παίξει για μερικά λεπτά διακρίνοντας ελάχιστα πράγματα στον αγωνιστικό χώρο, μέχρι που κάποιος του έφερε ένα δεύτερο ζευγάρι. Το σκορ δεν άλλαξε ως το τέλος, η Φέγενορντ πανηγύρισε το πρώτο και μοναδικό της Διηπειρωτικό Κύπελλο και ο Βαν Ντάλε απέκτησε μια γωνιά στο μουσείο της ομάδας, εκεί που είναι τοποθετημένα τα γυαλιά που του επέτρεψαν να πετύχει εκείνο το ιστορικό γκολ. Ή ότι έχει απομείνει από αυτά, τέλος πάντων. Σε μια συνέντευξη του λίγο καιρό μετά τον νικηφόρο τελικό, δήλωσε χιουμοριστικά ότι πλέον έχει ξεμείνει χωρίς δεύτερο ζευγάρι γυαλιών. Μέσα στις επόμενες ημέρες στο σπίτι του κατέφτασαν αρκετές προτάσεις για διαφήμιση από καταστήματα και εταιρείες οπτικών και 167 νέα ζευγάρια, για να μη χρειαστεί ποτέ στο μέλλον να κυνηγάει Αργεντινούς τραμπούκους εν ώρα αγώνα για να τα πάρει πίσω. Το καταπληκτικό είναι ότι αυτή η ιστορία έγινε τραγούδι που έγινε τεράστια επιτυχία! Το έγραψε ο Toon Hermans και ηχογραφήθηκε από τον ηθοποιό Luc Lutz αφού ο πρωταγωνιστής μας αρνήθηκε να το τραγουδήσει ο ίδιος. Ο τίτλος ήταν׃ «Het brilletje van Van Daele». Όμως δεν ήταν μόνο αυτό. Αφού ο Johnny Hoes κυκλοφόρησε επίσης ένα σινγκλ με τον Van Daele de klusjesman (Van Daele ο τεχνίτης) από τη μία πλευρά και ο Waar είναι de bril van Joop van Daele (Πού είναι τα γυαλιά του Joop van Daele?) από την άλλη. Εκπληκτικές σκηνές από κάποιον που απλά χρειάστηκε μια στιγμή για να μείνει στις μνήμες όλων για πάντα… Γιατί όλοι μας έχουμε τον ήρωα μέσα μας… Αρκεί να τον βγάλουμε έξω και να τον αναδείξουμε…
Από τον Ευστράτιο Φωτεινό