Στο μαγικό κόσμο του ποδοσφαίρου, υπάρχουν όλα τα είδη ανθρώπων. Μπορείς να συναντήσεις κάθε μορφή. «Επαναστάτες», «δεξιοτέχνες», «ντριμπλέρ», «ζογκλέρ», «σκληροτράχηλοι», «βεντέτες», «δολοφόνοι», «σπρίντερ». Γενικώς ότι μπορεί να φανταστεί ο καθένας. Ο σημερινός όμως παίκτης, που θα σας παρουσιάσουμε είναι μια μορφή που έχει μείνει, σε όλους μας αξέχαστος. Είναι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που έκανε τόσο σπουδαία καριέρα και στο ποδόσφαιρο και στη μουσική. Που «ένωσε» με καταπληκτικό τρόπο τις δύο μεγάλες του αγάπες. Το art of football παρουσιάζει τον σπουδαίο Παναγιώτη Αλέξανδρο «Αλέξη» Λάλα (Alexi Lalas). Γεννήθηκε την πρώτη μέρα του καλοκαιριού, στις 1 Ιουνίου 1970, και συγκεκριμένα, στο Μπέρμιγχαμ του Μίσιγκαν των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο πατέρας του ήταν Έλληνας, ο Δημήτριος Λάλας και μητέρα του η Αμερικανίδα Άνν Χάρντινγκ Γούντγουορθ. Οι γονείς του ήταν πολύ ικανοί και μορφωμένοι άνθρωποι. Ο μπαμπάς του ήταν καθηγητής, μάλιστα αργότερα έγινε και διευθυντής του Εθνικού Παρατηρητηρίου της Ελλάδας, ενώ η μητέρα του είναι μία ευρέως, παγκοσμίως γνωστή συγγραφέας και ποιήτρια!
Όταν ήταν μικρός πήγαινε στο σχολείο του Κράνμπρουκ Κίνγκσγουντ στο Μπλούμφιλντ Χιλς. Το περίεργο είναι ότι μέχρι έντεκα ετών δεν είχε παίξει καθόλου ποδόσφαιρο! Από τότε όμως που ακούμπησε την ασπρόμαυρη στρογγυλή «θεά», αναδείχτηκε το ταλέντο του. Σε τέτοιο υψηλό σημείο ώστε να ψηφιστεί, Παίκτης της Χρονιάς των Λυκείων του Μίσιγκαν του 1987. Αυτά έγινε την τελευταία χρονιά του. Εκτός από το ποδόσφαιρο, ήταν μέλος και αρχηγός της ομάδας χόκεϋ επί πάγου του σχολείου του, το οποίο έφτασε μέχρι την κορυφή. Αφού κέρδισε το πολιτειακό πρωτάθλημα. Ο Λάλας ήταν τόσο καλός και εκεί που έφτασε στα ντραφτ της «Ontario Hockey League Midget», την ίδια χρονιά, αλλά τελικά δεν επιλέχθηκε.
Εντάχθηκε στο Πανεπιστήμιο «Rutgers», και έπαιζε στην ομάδα ποδοσφαίρου ανδρών από το 1988 έως το 1991. Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων περιόδων, η ομάδα «Scarlet Knights» του πανεπιστημίου, έφτασε στο «Final Four» του NCAA το 1989 και στο «National Championship Game» το 1990. Επιλέχθηκε στην Τρίτη Ομάδα για τους καλύτερους Αμερικανούς παίκτες δύο συνεχόμενες χρονιές. Το 1989 και το 1990. Ενώ την αμέσως επόμενη, επιλέχθηκε στην ελίτ της Πρώτης Ομάδας. Όπως έκανε στο λύκειο, ο Λάλας έπαιζε παράλληλα χόκεϋ επί πάγου στο κολέγιο, όπου βγήκε και πρώτος σκόρερ της το 1989. Η συνέχεια είχε καθημερινή προπόνηση στην Καλιφόρνια με τον πρώην παίκτη της Άρσεναλ, Μπομπ ΜακΝάμπ. Αυτό οδήγησε σε δοκιμαστικό με τους «κανονιέρηδες», κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1992. Αλλά εκεί θα δεχτεί το πρώτο μεγάλο «πλήγμα». Αποφασίστηκε γρήγορα ότι δεν είχε την ποιότητα για μια θέση στην πρώτη ομάδα. Ως αποτέλεσμα, έκανε μόνο λίγες προπονήσεις με την αναπληρωματική ομάδα, πριν κοπεί λίγο μετά, την άφιξή του στο Βόρειο Λονδίνο. Ακολούθως, επέστρεψε στο σπίτι του στο Ντιτρόιτ, και πέρασε ένα μήνα απρόθυμος για το μέλλον του στο ποδόσφαιρο. Τότε εμφανίστηκε σαν από «μηχανής θεός», ο τεράστιος Μπόρα Μιλουτίνοβιτς, να τον προσκαλέσει για τα δοκιμαστικά των Ηνωμένων Πολιτειών στο Μίσιον Βιέχο. Η τεράστια δικαίωση ήρθε, όταν επιλέχτηκε να είναι στην Ολυμπιακή ομάδα της χώρας του για τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992.
O Αλέξης ήταν ο πρώτος Αμερικανός ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε στο «Καμπιονάτο». Υπέγραψε το 1994, μετά τη λήξη του Παγκοσμίου Κυπέλλου με την Πάντοβα. Αμέσως μονιμοποιήθηκε στην άμυνα της ομάδας και ήταν από τους βασικούς πρωταγωνιστές της στα σαλόνια της «Serie A». Σημείωσε και τρία γκολ από στημένες φάσεις (ανάμεσα στα «θύματα του Μίλαν και Ίντερ) και η Πάντοβα τερμάτισε με 40 βαθμούς στην 14η θέση τη σεζόν 1994–95. Τους ίδιους ακριβώς που είχε και η Τζένοα. Η «σωτηρία» για την αποφυγή του υποβιβασμού αποφασίστηκε με έναν «τελικό» αγώνα σε ουδέτερο έδαφος. Στη Φλωρεντία οι δύο ομάδες συναντήθηκαν στις 10 Ιουνίου 1995. Στην κανονική διάρκεια το παιχνίδι λήγει με σκορ 1-1. Τα γκολ είχαν πετύχει, οι Βλάοβιτς και Σκούχραβι από το πρώτο ημίχρονο. Η Πάντοβα παίζει καλύτερα, αλλά δεν καταφέρνει να κερδίσει, ακόμα και μετά την παράταση. Ο κύριος πρωταγωνιστής είναι ο τερματοφύλακας της Τζένοα Σπαγκνούλο. Και έτσι, για πρώτη φορά στην ιστορία της «Serie A», τα πέναλτι είναι αυτά που αποφασίζουν τον υποβιβασμό μιας ομάδας.
Αλλά ούτε ο σχεδόν αξεπέραστος Σπαγκνούλο δεν είναι σε θέση να δώσει στη Τζένοα το τελευταίο όνειρο. Άουτ του Γκαλάντε, στα δίχτυα το καθοριστικό πέναλτι του Κρικ. Στο έκτο πέναλτι, ο τελικός έχει νικητή. Η Πάντοβα είναι ασφαλής, η Τζένοα είναι στην «άβυσσο» της «κόλασης» στη «Serie Β». Ένα μεγάλο παιχνίδι, υψηλής συναισθηματικής έντασης, με συναρπαστικό τέλος. Και τρεις οπαδοί της Τζένοα δυστυχώς δεν άντεξαν. Δύο από αυτούς ήταν στο γήπεδο. Ο Μίρκο Πιλότι 50 χρονών, και ο Πάολο Ντομένικο Ρίσσο, 42 ετών, χτυπήθηκαν από καρδιακή προσβολή στο δεύτερο ημίχρονο. Ένας τρίτος, ο Τζουζέπε Ταλμίνι, πέθανε μπροστά στην τηλεόραση. Το δράμα των «ροσομπλού» αντισταθμίζεται, από τις σκηνές αγαλλίασης των παικτών και των υποστηρικτών της Πάντοβα. Και πώς μπορούμε να ξεχάσουμε τον Αλέξη Λάλα να υψώνει το άγαλμα του Αγίου Αντωνίου τυλιγμένο στην αμερικανική σημαία!
Στις 25 Ιουνίου του 1995, το Μέιτζορ Λιγκ Σόκερ (MLS) υπέγραψε τον Λάλας για να παίξει για μία από τις ομάδες του νέου πρωταθλήματος. Ενώ το MLS είχε την πρόθεση να ξεκινήσει τους αγώνες το 1995, αντιμετώπισε δυσκολίες και έτσι καθυστέρησε την πρώτη σεζόν μέχρι το 1996. Προκειμένου να επιτρέψει στον Λάλας να διατηρήσει τη φυσική του κατάσταση, το MLS τον έδωσε δανεικό στην Πάντοβα για τη σεζόν 1995–96. Έπαιξε τελευταία φορά για την Πάντοβα σε έναν εντός έδρας αγώνα εναντίον της Λάτσιο στις 25 Φεβρουαρίου του 1996.
Ο Λάλας θα επέστρεφε αργότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες το ίδιο έτος για να συμμετάσχει στο νεοσύστατο Μέιτζορ Λιγκ Σόκερ, ως μέλος της Νιου Ίνγκλαντ Ρεβολούσιον. Πριν από το εναρκτήριο ντραφτ του MLS το Φεβρουάριο του 1996, το πρωτάθλημα διέθεσε παίκτες υψηλού προφίλ σε όλες τις δέκα ομάδες του πρωταθλήματος (εκτός από τη Ντάλας Μπερν, η οποία ήταν η μόνη από όλες τις ομάδες που δεν έλαβε ποτέ παίκτη από την Εθνική ΗΠΑ του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1994). Ως μέρος αυτής της διαδικασίας, το MLS τοποθέτησε τον Λάλας στην Νιου Ίνγκλαντ Ρεβολούσιον. Ήταν βασικός στην αμυντική γραμμή της ομάδας κατά τη διάρκεια των σεζόν 1996 και 1997. Το Νοέμβριο του 1997, ο σύλλογος δάνεισε τον παίκτη για ένα μήνα στην ‘Εμελεκ από τον Ισημερινό. Επέστρεψε στους «επαναστάτες» στα τέλη Δεκεμβρίου, μόνο για να δοθεί με ανταλλαγή στη ΜέτροΣταρς στις 4 Φεβρουαρίου του 1998. Πέρασε τη σεζόν 1998 με τη ΜέτροΣταρς πριν να γίνει ανταλλαγή, μαζί με τον Τόνι Μιόλα, στην Κάνσας Σίτι Ουίζαρτνς, για τους Μαρκ Τσανγκ και Μάικ Άμαν στις 28 Ιανουαρίου του 1999. Πέρασε μία σεζόν με την ομάδα, πριν ανακοινώσει την απόσυρση του στις 10 Οκτωβρίου 1999. Λίγο περισσότερο από ένα χρόνο αργότερα, επέστρεψε στο παιχνίδι όταν υπέγραψε με τη Λος Άντζελες Γκάλαξι στις 14 Ιανουαρίου του 2001. Σχεδόν τρία χρόνια αργότερα, αποσύρθηκε ξανά, αυτή τη φορά μόνιμα, στις 12 Ιανουαρίου του 2004.
Συνολικά στην καριέρα του είχε 236 συμμετοχές και πέτυχε 19 γκολ. Κατέκτησε φυσικά και σπουδαίους τίτλους. Με τους Λος Άντζελες Γκάλαξι κατέκτησε τέσσερα τρόπαια. Το 2000 το ΚΟΝΚΑΚΑΦ Τσάμπιονς Λιγκ, το 2001 το Κύπελλο ΗΠΑ, το 2002 το Κύπελλο MLS και το 2002 το Supporters’ Shield MLS. Ενώ και στο κολέγιο κατέκτησε με το Rutgers, το Τρόπαιο Χέρμαν το 1991 και την ίδια πάλι χρονιά το Μιζούρι Αθλέτικ Κλαμπ Παίκτης της Χρονιάς. Φυσικά ένας τέτοιος παίκτης δε θα μπορούσε να μην έχει και ατομικές διακρίσεις. Το 1995 βγήκε ο καλύτερος Αμερικάνος παίκτης της χρονιάς και το ίδιο πάλι έτος, ο καλύτερος παίκτης στην εθνική ομάδα των ΗΠΑ. Ενώ το 2002 ήταν στην καλύτερη ενδεκάδα του MLS και τέλος το 1996 φυσικά ήταν στο MLS All-Star Game.
Τεράστιο κομμάτι στη ζωή του γενικά, και όχι απλά στην καριέρα του έπαιξε και η εθνική ομάδα. Η πρώτη του συμμετοχή με τη φανέλα της «αστερόεσσας» έγινε στην ισοπαλία με 2-2 εναντίον του Μεξικού στις 12 Μαρτίου του 1991 για το Κύπελλο Εθνών Βόρειας Αμερικής. Έκανε τη δεύτερη συμμετοχή του τέσσερις ημέρες αργότερα, στη νίκη με 2-0 επί του Καναδά. Ενώ ξεκίνησε και στους δύο αγώνες, δεν έκανε άλλη συμμετοχή μέχρι που μπήκε ως αλλαγή στη θέση του Φερνάντο Κλαβίχο στην ισοπαλία με 2-2 εναντίον της Δανίας στις 30 Ιανουαρίου του 1993. Το επόμενο παιχνίδι του, ως βασικός, ήρθε στις 23 Μαρτίου του 1993, στην ισοπαλία με 2-2 εναντίον του Ελ Σαλβαδόρ. Από τότε ήταν κάθε φορά στις κλήσεις για την εθνική. Δεν έπαιζε όμως πάντα βασικός στο κέντρο της άμυνας. Στη μεγαλύτερη διοργάνωση όμως, το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994 που φιλοξένησε η χώρα του ήταν ένας πραγματικός ηγέτης. Βασικός και αναντικατάστατος, έπαιξε και στους τέσσερις αγώνες της πατρίδας του χωρίς να χάσει λεπτό. Η εθνική του πέρασε τον όμιλο, και στη φάση των 16 λύγισε, από τη μετέπειτα πρωταθλήτρια Βραζιλία με το γκολ του Μπεμπέτο στο 72’ λεπτό. Έτσι με όλη την πορεία και την αγάπη του κόσμου, δικαίως με εύφημη μνεία ψηφίστηκε ως All-Star. Ένα σκηνικό που δείχνει πόσο λάτρευε την εθνική έγινε στις 11 Ιουνίου του 1995. Μια μέρα μόλις μετά το θρίαμβο απέναντι στην Τζένοα. Πέταξε απευθείας αμέσως, προκειμένου να εμφανιστεί και να αγωνιστεί κανονικά, στο δεύτερο ημίχρονο της νίκης εναντίον της Νιγηρίας, στο Κυπέλλου των ΗΠΑ το 1995. Το Κύπελλο ΗΠΑ ήταν ένα τουρνουά πρόσκλησης τεσσάρων εθνών που το διοργάνωνε η Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου των Ηνωμένων Πολιτειών (USSF). Η USSF ξεκίνησε το Κύπελλο ΗΠΑ το 1992 και παιζόταν κάθε χρόνο μέχρι το 2000, εκτός από τα χρόνια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994 και του 1998. Το κύπελλο το κατακτούσε η ομάδα με τους περισσότερους βαθμούς.
Η συνεισφορά του Λάλα στην Εθνική ομάδα τον οδήγησε, ώστε να βγει ο καλύτερος Αμερικανός Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς του 1995. Σκόραρε επίσης σε έναν αγώνα εναντίον της Σαουδικής Αραβίας, στο οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν τη μεγαλύτερη ανατροπή στην ιστορία τους (από 3-0 σε 4–3, ο Λάλας σημείωσε το πρώτο γκολ για τις Ηνωμένες Πολιτείες). Ενώ ο Λάλας ήταν στο ρόστερ των ΗΠΑ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, δεν αγωνίστηκε σε κάποιον αγώνα. Η τελευταία του συμμετοχή έγινε στις 30 Μαΐου του 1998, στην ισοπαλία με 0-0 εναντίον της Σκωτίας, όπου μπήκε ως αλλαγή στο δεύτερο ημίχρονο στη θέση του Έρνι Στιούαρτ. Συνολικά είχε τέσσερις συμμετοχές με την Ολυμπιακή ομάδα, αφού επιλέχθηκε ως ένας από τους τρεις παίκτες άνω του ορίου ηλικίας στις Ολυμπιακές ομάδες των ΗΠΑ για τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992 και του 1996. Στην ανδρική πήρε μέρος σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα και έγραψε «χρυσή» ιστορία με 96 συμμετοχές και 9 γκολ.
Ο Λάλας με τη λήξη της καριέρας του παρέμεινε στο χώρο του ποδοσφαίρου. Έγινε πρόεδρος και γενικός διευθυντής της Σαν Χοσέ Έρθκουεϊκς κατά τη διάρκεια των σεζόν 2004 και 2005. Μετά πάλι ως γενικός διευθυντής της Νιου Γιορκ Ρεντ Μπουλς από το 2005 έως το 2006. Από τη Νέα Υόρκη πρόεδρος των Λος Άντζελες Γκάλαξι από το 2006 έως το 2008, όπου κατά τη διάρκεια της θητείας του ο σύλλογος υπέγραψε τον Ντέιβιντ Μπέκαμ. Η συνέχεια και τα επόμενα έξι χρόνια τα περνάει ως σχολιαστής για το ESPN, προτού υπογράψει συμβόλαιο, ως σχολιαστής με το Fox Sports που παραμένει μέχρι σήμερα. Ένα ακόμα αξιομνημόνευτο γεγονός, είναι ότι ήταν στα βιντεοπαιχνίδια Fifa 16 και Fifa 17 που κυκλοφορεί η EA Sports. Ως ένας από τους «θρύλους» παίκτες του παρελθόντος και είχε μία πολύ υψηλή βαθμολογία ως κεντρικός αμυντικός, με 86 βαθμούς και στις δύο εκδόσεις του παιχνιδιού! Έχει ακόμα εισαχθεί στο National Soccer Hall of Fame το 2006! Ο Λάλας ακόμα «κλωτσάει το τόπι» για τη Χόλυγουντ Γιουνάιτεντ Φ.Κ. Έναν αμερικανικό ποδοσφαιρικό σύλλογο με έδρα τη Νότια Καλιφόρνια, που αποτελείται κυρίως από διασημότητες και πρώην επαγγελματίες παίκτες και αγωνίζονται για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Πολιτικά ανήκει στους ρεπουμπλικάνους. Ενώ είναι και πολύ μορφωμένος, αφού εκτός από τα μητρικά του αγγλικά και ελληνικά, μιλάει ισπανικά και ιταλικά!
Όμως πέρα από σπουδαία καριέρα στο «βασιλιά των σπορ» ο Αλέξης έχει κάνει και μια καταπληκτική πορεία και στη μουσική. Έχει τόσο αγάπη για τη μουσική, που μετά από 26 χρόνια, και μετά από τέτοια διάσημη καριέρα, ήθελε να πάρει το πτυχίο του στα Αγγλικά με δευτερεύον αντικείμενο σπουδών στη μουσική. Συνέχισε την εκπαίδευσή του το 2013, όταν το πανεπιστήμιο που πήγαινε το 1991, το «Rutgers», ξεκίνησε να προσφέρει αρκετά διαδικτυακά μαθήματα. Για να εκπληρώσει αυτό που ο Λάλας χρειαζόταν για να αποφοιτήσει. Πήρε 12 μαθήματα και 36 διδακτικές μονάδες σε διάστημα 10 μηνών για να ολοκληρώσει αυτό που αστειευόμενος αποκάλεσε «σχέδιο 26 ετών». Τελικά το πήρε το Μάιο του 2014.
Λέγεται συχνά ότι οι περισσότεροι επαγγελματίες αθλητές θέλουν να είναι μουσικοί και οι περισσότεροι μουσικοί θέλουν να είναι επαγγελματίες αθλητές. Αυτό είναι ουσιαστικά και η προϋπόθεση του ετήσιου Celebrity Game στο NBA All-Star weekend, για παράδειγμα. Φυσικά, και τα δύο επαγγέλματα μοιράζονται μια ιδέα απόδοσης και λατρείας κοινού. Αν και ακόμη και όταν βρίσκεστε στην κορυφή του παιχνιδιού σας, το γρασίδι μπορεί πάντα να φαίνεται πιο πράσινο αλλού. Τι γίνεται όμως με εκείνους τους σπάνιους ανθρώπους που είναι και επαγγελματίες αθλητές και μουσικοί? Μπορεί να υπάρχει κάτι τέτοιο? Ο ποδοσφαιριστής Αλέξης Λάλας, με τα μακριά ξανθά μαλλιά του και τα κόκκινα γένια του τα συνδύασε όλα περίφημα. Σε κάθε του βήμα κουβαλούσε μια κιθάρα μαζί του. Το όργανο τον βοήθησε, με την προσωπική και δημιουργική έκφραση σε περιόδους μετάβασης και δύσκολης προσαρμογής και λειτούργησε ως κοινωνικό «παγοθραυστικό».
Μας λέει με συγκίνηση׃ «Από τη στιγμή που έφυγα για το κολέγιο, είχα ένα σακίδιο και την κιθάρα μου πάνω από τον ώμο μου. Σε μια εποχή που μπερδευόμαστε και έχουμε δύσκολες στιγμές, αυτό ήταν πολύ σημαντικό για μένα. Τραγουδούσα παντού σε αποδυτήρια και λεωφορεία και έπαιρνα δύναμη». Μεγαλώνοντας, ο Λάλας λέει ότι οι αφίσες στον τοίχο του ήταν μουσικών και όχι ποδοσφαιριστών. Ένα άλλο ωραίο ήταν, ότι κατόπιν εντολής των γονιών του, είχε πάρει μαθήματα πιάνου ως παιδί (και τα αντιπαθούσε), αλλά καθώς μεγάλωνε, η μουσική γινόταν όλο και πιο σημαντική. Άρχισε να παίζει κιθάρα σε ηλικία 13 ετών. Έπαιζε σε γκαραζόπορτα στο λύκειο, επηρεασμένος από συγκροτήματα όπως οι Van Halen και Def Leppard. Στο κολέγιο, έπαιξε πάρτι και περιοδείες στην περιοχή της Νέας Υόρκης. Μια αξέχαστη στιγμή στη μουσική του καριέρα, ήταν το άνοιγμα για τους Hootie & the Blowfish σε ένα σκέλος της ευρωπαϊκής περιοδείας του συγκροτήματος το 1998. Ο Λάλας είχε μόλις κυκλοφορήσει τον δεύτερο σόλο δίσκο του, το Ginger , εκείνη τη χρονιά και το βραβευμένο με Grammy, ροκ συγκρότημα προσκάλεσε τον σταρ του ποδοσφαίρου σε συναυλίες για να παρουσιάσει τις παθιασμένες ροκ μπαλάντες του. Ήταν ένα αποκορύφωμα για τον πρώην σταρ του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Θυμάται και λέει׃ «Δεν ήταν απλώς μια καλή στιγμή. Έμαθα πολλά για το πώς είναι να είσαι στο δρόμο ως μουσικός. Έμαθα πολλά για την απόδοση, τι να κάνω και τι να μην κάνω. Πάντα θεωρούσα τον εαυτό μου ερμηνευτή, ως αθλητή και ως μουσικό. Αλλά όταν βρίσκομαι στη σκηνή μπροστά σε κόσμο και είναι υπέροχο, αυτή η αντίδραση είναι τόσο εθιστική». Όμως δεν σταματάει εκεί και συνεχίζει׃ «Ο κόσμος της μουσικής είναι εξίσου ανταγωνιστικός με τον επαγγελματικό αθλητισμό. Όλοι θέλουν να κερδίσουν, είτε αυτό σημαίνει να χτυπήσει κάποιος το τρίποντο σε νεκρό χρόνο και να κερδίσει το παιχνίδι, είτε να χτυπήσει μια υψηλή νότα σε ένα σούπερ σόλο».
Αλλά τελικά, λαμβάνοντας υπόψη όλα, ποιο προτιμά ο Λάλας: να πετύχει γκολ στο γήπεδο ή να γράψει ένα υπέροχο τραγούδι? Και μας απαντάει ξεκάθαρα δίχως καμία αμφιβολία׃ «Γράφοντας ένα υπέροχο τραγούδι. Παραμένω εξαιρετικά περήφανος για τη μουσική που έχω γράψει. Νομίζω ότι η τέχνη έρχεται σε πολλές διαφορετικές μορφές. Υπάρχει καλλιτεχνία για να πετύχεις ένα γκολ, χωρίς αμφιβολία. Αλλά η τέχνη που προέρχεται από στίχους και μουσική που επηρεάζουν κάποιον με έναν συγκεκριμένο τρόπο, δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο». Σήμερα, ο Λάλας λέει ότι έχει μια μεγάλη συλλογή από κιθάρες. Περίπου 50 που κυμαίνεται από Les Paul μέχρι την ακουστική του Guild. Και ενώ η συλλογή μπορεί να μην περιλαμβάνει κάποιο κόσμημα 500.000 δολαρίων, αντιπροσωπεύουν σημεία ελέγχου στη ζωή του και, μερικές φορές, βρίσκει τον εαυτό του να τα κοιτάζει, θυμίζοντας διαφορετικές εποχές στη ζωή του. Τα τραγούδια που έγραψε στα όργανα έχουν το ίδιο αποτέλεσμα, εξηγεί׃ ««Μου αρέσει που μπορώ να ακούσω ένα τραγούδι και μπορεί να με βάλει σε ένα μέρος ή σε έναν χρόνο που προκαλεί μια ανάμνηση, μια αντίδραση, ένα συναίσθημα ή ένα συναίσθημα», λέει. «Δεν νομίζω ότι τίποτα άλλο στον κόσμο μπορεί να το κάνει αυτό. Συνδέω στιγμές στη ζωή μου με συγκεκριμένα τραγούδια. Είναι σαν σελιδοδείκτες».
Συνολικά στη μουσική έχει κυκλοφορήσει αρκετούς σόλο δίσκους. Ο πρώτος ήταν με το συγκρότημά του The Gypsies. Αυτοδημιούργητοι έκαναν το άλμπουμ Woodland, που κυκλοφόρησε από τον Λάλας κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994. Οι επόμενοι δίσκοι του κατά σειρά ήταν׃ Far from Close (1996), Ginger (1998), So It Goes (2010), Infinity Spaces (2014), Shots (2016), Sunshine (2018) και Look at You (2019). Στην προσωπική του ζωή έχει μια καταπληκτική οικογένεια. Το 2002 παντρεύτηκε την Αν Ριούι και έχουν κάνει δυο υπέροχα παιδιά. Τον Χένρυ και την Σοφί. Ένας υπέροχος άνθρωπος με αξίες, με φιλοδοξίες, με ευαισθησίες, μας έδειξε στην πράξη πως μπορείς να συνδυάσεις πράγματα που αγαπάς. Ένα παράδειγμα για όλους μας. Κιθάρα, σουτ, γκολ, και ροκ σόλο…
Από τον Ευστράτιο Φωτεινό