Κάποτε, υπήρχε ένα διαφορετικό ποδόσφαιρο. Με παίκτες «πολεμιστές», «μαχητές» και πρόσωπα έτοιμα για «πόλεμο». Σου έμεναν στο μυαλό και τους θυμόσουν για πάντα. Σε κάθε αγώνα τα έδιναν όλα, και τα παιχνίδια ήταν συγκλονιστικά. Όχι σαν τώρα, που σχεδόν όλοι οι παίκτες είναι «τιτίκες», με σκουλαρίκια και τατουάζ. Που απλά τους ακουμπάς, και πέφτουν κάτω, λες και τους χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Μια τέτοια τρομακτική μορφή έχουμε στο σημερινό μας αφιέρωμα. Τον τεράστιo και μοναδικό Όλιβερ Καν. Έναν τερματοφύλακα, που στην «πλούσια» ιστορία του γερμανικού ποδοσφαίρου, δε χρειάζεται συστάσεις, ακόμα και για τους πολύ νεαρούς σε ηλικία, που δεν τον πρόλαβαν εν δράσει ή τους ελάχιστα μυημένους στον «βασιλιά των σπορ». Δεν είναι μόνο το γεγονός, ότι θεωρείται από ειδικούς και μη, ως ένας από τους κορυφαίους όλων των εποχών στη θέση του, ούτε ότι είναι από τους πλέον επιτυχημένους με αμέτρητους ομαδικούς τίτλους και ζηλευτές ατομικές διακρίσεις. Κατάφερε να συνδυάσει όλα τα προηγούμενα, με ένα προφίλ που ίσως να μην υπάρχει όμοιό του στο παγκόσμιο στερέωμα. Είναι αυτός που μόνος του, πήγε την εθνική Γερμανίας στον τελικό του Μουντιάλ. Ένας ηγέτης που για δύο χρόνια δε χαμογέλασε και δε γέλασε, μέχρι να σηκώσει το τρόπαιο του «Τσάμπιονς Λιγκ». Αυτό που πριν δύο χρόνια είχε χάσει σε αυτόν τον ιστορικό πια τελικό απέναντι στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

   Ουσιαστικά οι λέξεις «δυναμικός» και «επιθετικός» είναι πολύ «σοφτ» (soft), και… ευγενικές για να παρουσιάσει κανείς, τον εκρηκτικό χαρακτήρα και το φλογερό ταπεραμέντο του «Όλι». Ο άλλοτε φύλακας-άγγελος της Μπάγερν Μονάχου και της εθνικής Γερμανίας έδειχνε, να μην είχε κανένα «ταίρι», όσον αφορά την επιβλητική του παρουσία μέσα στη μεγάλη περιοχή, και τις κόντρες με αντιπάλους και συμπαίκτες. Με ύψος 1.88, 91 κιλά και με το άγριο πρόσωπο, ήταν ένας πραγματικός «μπαμπούλας» που τρόμαζε τους πάντες. Αξέχαστες οι στιγμές  που μας χάρισε. Το θερμό τετ-α-τετ που είχε, σε αγώνα του πρωταθλήματος απέναντι στη Βέρντερ Βρέμης. Φορούσε τη φανέλα της Μπάγερν και τα έβαλε με τον Μίροσλαβ Κλόζε (πρώτο σκόρερ σε τελικές φάσεις Παγκοσμίου Κυπέλλου και συμπαίκτη του για πολλά χρόνια στην «Νάσιοναλμαντσαφτ»). Άλλη κορυφαία στιγμή η επίθεση στο… αυτί του Χάικο Χέρλιχ σε αγώνα με τη Ντόρτμουντ, και ο καυγάς του με τον Τόμας Μπρντάριτς, απέναντι στη Λεβερκούζεν είναι περιστατικά που έχουν αφήσει εποχή. Όπως άλλωστε και το σκηνικό που ο Καν δεν λογάριασε τίποτα και κανέναν και τα έβαλε ακόμα και με τον συμπαίκτη του στους Βαυαρούς, Άντι Χέρτσογκ! Ήταν τόσο ιδιαίτερη, μοναδική και ασυναγώνιστη η ιδιοσυγκρασία και η ψυχοσύνθεση του Γερμανού άσου, ώστε να κερδίσει με το… «σπαθί» του αρκετά εντυπωσιακά προσωνύμια που τον συνοδεύουν, ακόμα και μετά την απόφασή του να ρίξει τίτλους τέλους. Τα ΜΜΕ τον ονόμασαν  «Τιτάνας» (Der Titan), «Τζέγκινς Χαν», «Βασιλιάς Καν» (King Kahn) ενώ ο κόσμος του χάρισε το ακόμα πιο ευρηματικό παρατσούκλι «Vol-kahn-o» (από τη λεξη volcano) που παραπέμπει σε… ηφαίστειο!!

   Αυτή μάλιστα η παρομοίωση είναι καθόλα αντιπροσωπευτική, αν κρίνει κανείς από το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα, τόσα χρόνια από την αποχώρησή του από τη ενεργό δράση, εξακολουθεί να είναι ηφαιστειώδης στις τοποθετήσεις του. Όπως για παράδειγμα, αυτή που έκανε το 2015, σε συνέντευξη που έδωσε στην «Μπιλντ» (Bild) όταν κλήθηκε να σχολιάσει το ποδόσφαιρο. Είπε׃ «Το ποδόσφαιρο του σήμερα μου μοιάζει με μπαλέτο. Οι ποδοσφαιριστές  μόλις τους ακουμπάς αρχίζουν να κλαίνε. Παραπονιούνται για την «σκληρή ζωή» μετά από τρία σερί ματς, αλλά όταν δίνουν συνεντεύξεις είναι οι καλύτεροι ηθοποιοί στον κόσμο. Για αυτό μου αρέσουν τύποι όπως ο Τόμας Μίλερ και ο Ζλάταν Ιμπραχίμοβιτς. Σκληροί άνθρωποι που παλεύουν και σχεδόν ρίχνουν μπουνιές μέσα στο γήπεδο. Υπάρχουν αυτοί που δεν τους εκτιμούν και τους περιφρονούν, όμως τουλάχιστον είναι άτομα που λένε μπροστά στις κάμερες αυτό που σκέφτονται πραγματικά και όχι αυτό που ο κόσμος θα ήθελε να ακούσει. Μερικές φορές αναρωτιέμαι εάν οι ποδοσφαιριστές είναι ακόμα άνδρες ή μόνο γυναικούλες». Με όλα αυτά επιβεβαίωσε το… αυτονόητο, ότι δηλαδή ένας παίκτης «θρύλος» όπως ο Όλιβερ Καν δεν περιορίζεται, δε λογοκρίνεται, δε φιμώνεται, δεν μπαίνει σε καλούπια. Έτσι άλλωστε ήταν και στα 21 ολόκληρα χρόνια της σπουδαίας ποδοσφαιρικής του διαδρομής. Ας ξετυλίξουμε τώρα το κουβάρι της ζωής του, από την αρχή.

   Ο Όλιβερ Ρολφ Καν όπως είναι το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου 1969 στην Καρλσρούη. Είναι γιος του Ρολφ και της Μόνικα Καν. Σε ηλικία μόλις έξι ετών εντάχτηκε στις ακαδημίες της Καρλσρούης ακολουθώντας ουσιαστικά τα χνάρια του πατέρα του ο οποίος είχε ξεκινήσει την ποδοσφαιρική του καριέρα παίζοντας για την ομάδα της γενέτειράς του από το 1962 μέχρι το 1965. Ο μικρός έκανε τα πρώτα του βήματα παίζοντας σε άλλες θέσεις, πριν ανακαλύψει ότι ήταν πολύ καλύτερος κάτω από τα γκολπόστ, και πως φορώντας τα γάντια είχε μεγαλύτερες προοπτικές για καριέρα. Πέρασε από όλες τις μικρές ομάδες της Καρλσρούης, «γράφοντας» χιλιάδες ώρες προπόνησης, για πάνω από μία δεκαετία και τελικά η σεζόν 1987-88, έφερε την πρώτη γλυκιά ανταμοιβή για τους κόπους του. Τότε υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο και έγινε ουσιαστικά ο αναπληρωματικός «πορτιέρο», πίσω από τον βασικό και αναντικατάστατο εκείνη την εποχή Αλεξάντερ Φάμουλα. Η  ημερομηνία «σταθμός» στην καριέρα του ήταν η 27η Νοεμβρίου του 1987. Είναι η πρώτη ξεχωριστή στιγμή, για την οποία μπορεί να κοιτάζει πίσω με καμάρι και συγκίνηση, καθώς πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στην «Μπουντεσλίγκα», με τη φανέλα της Καρλσρούης. Η ομάδα επικράτησε άνετα με 4-0 της Κολωνίας. Ωστόσο το 1990 έγινε το μεγάλο «μπαμ» και η «έκρηξη» για τον Όλιβερ. Η χρονιά που πήρε ουσιαστικά το «βάπτισμα του πυρός». Μετά από τέσσερις μόλις συμμετοχές στην πρώτη του τριετία, ήταν ο τότε προπονητής του Βίνφριντ Σάφερ, που αποφάσισε να εμπιστευτεί τα νιάτα και το ταλέντο του, και να του δώσει θέση βασικού έναντι του Φάμουλα. Ο ξανθομάλλης άρπαξε την ευκαιρία από τα «μαλλιά», και όχι μόνο  έκανε «κτήμα» του τη φανέλα με το Νούμερο 1, αλλά μετατρεπόταν σιγά σιγά, με «όπλο» την πανίσχυρη προσωπικότητά του και τη νοοτροπία νικητή, σε έναν ηγέτη για την ομάδα του πάνω στο χορτάρι.

   Οι αριθμοί του τα λένε όλα. Από τα 22 ματς σε όλες τις διοργανώσεις το 1990-91, «εκτοξεύτηκε» στις 78 συμμετοχές  στις δύο επόμενες σεζόν. Το αποκορύφωμα ήρθε το 1993-94 όταν υπερασπίστηκε την εστία της ομάδας του 44 φορές, εκ των οποίων οι 10 ήταν για το Κύπελλο UEFA! Η Καρλσρούη απέκλεισε κατά σειρά PSV Αϊντχόφεν, Βαλένθια (έχασε 3-1 στο «Μεστάγια» αλλά πέτυχε μία από τις πιο επικές ανατροπές, στην ιστορία του θεσμού θριαμβεύοντας με 7-0 στη ρεβάνς) σε ένα ματς που πήρε την ονομασία׃ «Το θαύμα του Wildparkstadion» (Miracle at Wildparkstadion από τα γερμανικά ΜΜΕ). Στη συνέχεια απέκλεισε τις Μπορντό και Μποαβίστα και έφτασε στα ημιτελικά. Εκεί αντιμετώπιζε την Αούστρια Καζινό Σάλτσμπουργκ από τη Αυστρία. Με δύο ισοπαλίες 0-0 και 1-1 στη Γερμανία, αποκλείστηκε από το μεγάλο τελικό. Το εισιτήριο για τον τελικό, το «έκαψε» το ιστορικό πια, εκτός έδρας γκολ. Έστω και έτσι όμως το «άστρο» του Καν είχε ήδη φτάσει ψηλά. Η ώρα για το επόμενο μεγάλο «βήμα» του 25χρονου πλέον τερματοφύλακα είχε φτάσει. Εκτοξεύτηκε στον «πλανήτη» της Μπάγερν Μονάχου. Στη νέα του ομάδα ο Καν έσμιξε με παίκτες κλάσης όπως οι Λόταρ Ματέους (αρχηγός), Τόμας Χέλμερ (υπαρχηγός), Μάρκους Μπάμπελ, Ντίτμαρ Χάμαν, Μεχμέτ Σολ, Αλεξάντερ Ζίγκλερ αλλά και τους Ζαν-Πιερ Παπέν, Εμίλ Κονσταντίνοφ και Σαμουέλ Κουφούρ. Στο φινάλε της πρώτης του σεζόν, αναδείχτηκε καλύτερος τερματοφύλακας της χρονιάς. Τίτλος που αποκτάει ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα, αν αναλογιστεί κανείς πως οι Βαυαροί απογοήτευσαν συνολικά τερματίζοντας μόλις στην έκτη θέση, πίσω από Ντόρτμουντ, Βέρντερ Βρέμης, Φράιμπουργκ, Καϊζερσλάουτερν και Γκλάντμπαχ!! Η ανώμαλη προσγείωση έφερε στο Μόναχο, τον Ότο Ρεχάγκελ μετά από 14 χρόνια του «Χερ Ότο», στην τεχνική ηγεσία της Βέρντερ Βρέμης. Ταυτόχρονα η διοίκηση, ενίσχυσε την ομάδα με την προσθήκη του Γιούργκεν Κλίνσμαν αλλά και των Χέρτσογκ, Στρουντζ και Σφόρτσα. Η εγχώρια αντεπίθεση όμως δεν ήρθε ποτέ για τους Βαυαρούς, με τον προπονητή να τσακώνεται με τη… μισή ομάδα από νωρίς και το δεύτερο μισό της σεζόν να τους βρίσκει σε κατάσταση αποσύνθεσης. Η λύση δόθηκε τελικά με την απομάκρυνση Ρεχάγκελ και την αντικατάστασή του λίγο πριν το φινάλε από τον Φραντς Μπεκενμπάουερ, ο οποίος οδήγησε τη Μπάγερν στην κατάκτηση του Κυπέλλου UEFA με δύο νίκες κόντρα στη Μπορντό (2-0 εντός και 3-1 εκτός) και τη δεύτερη θέση στη βαθμολογία, πίσω από τη Ντόρτμουντ που έπαιρνε το δεύτερο σερί πρωτάθλημα.

   Μετά την ευρωπαϊκή κούπα που ήταν και η πρώτη του με τη Μπάγερν, ο Όλιβερ Καν, «γεύτηκε» ένα χρόνο αργότερα και το «νέκταρ» της κατάκτησης του γερμανικού πρωταθλήματος και του Λιγκ Καπ (οι Μάριο Μπάσλερ και Κάρστεν Γιάνκερ είχαν προστεθεί στο ρόστερ εκείνη τη σεζόν). Ενώ για δεύτερη φορά στην καριέρα του, του απονεμήθηκε ο τίτλος του Γερμανού Γκολκίπερ της Χρονιάς. Το 1997-98 η ομάδα και ο ίδιος δεν μπόρεσε να κάνει το back-to-back καθώς ο τίτλος κατέληξε στην Κάιζερσλαουτερν. Το θαύμα που μόνο σε προηγμένα πρωταθλήματα μπορεί να γίνει. Μόλις είχε ανέβει στη από τη δεύτερη κατηγορία και έγινε πρωταθλήτρια. Πιο γλυκιά ρεβάνς δεν θα μπορούσε να είχε ονειρευτεί ο Ρεχάγκελ όταν έφυγε κακήν κακώς από το Μόναχο. Η χρονιά όμως δεν έφυγε με άδεια χέρια, αφού ο Όλιβερ πανηγύρισε με το σύλλογο του, το πρώτο του Κύπελλο Γερμανίας με τη νίκη 2-1 επί της Ντούισμπουργκ. Έναν χρόνο αργότερα ο «τιτάνας» βρέθηκε να συμμετέχει στο μεγαλύτερο παιχνίδι της καριέρας του μέχρι τότε, με τους Γερμανούς να φτάνουν στον τελικό του «Τσάμπιονς Λιγκ». Ημερομηνία 26 Μαΐου του 1999 και στο «Καμπ Νου» της Βαρκελώνης αντιμετωπίζανε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον. Σε ένα ματς που σύμφωνα με τον Καν και στην αυτοβιογραφία του׃ «Η Μπάγερν γνώρισε την μεγαλύτερη και πιο αναπάντεχη ήττα στην ιστορία του ποδοσφαίρου». Και η αλήθεια είναι πως η άποψή του έχει πολλούς υποστηρικτές καθώς το φινάλε του τελικού ήταν ακατάλληλο για καρδιακούς και από τις δύο πλευρές. Η Μπάγερν του Ότμαρ Χίτσφλεντ είχε μπει στη θέση του οδηγού από το 6’ μόλις λεπτό με την απευθείας εκτέλεση φάουλ του Μπάσλερ και έδειχνε κυρίαρχη σε όλο τον τελικό, έχοντας μάλιστα και δύο δοκάρια, ωστόσο στις καθυστερήσεις οι Άγγλοι βάλθηκαν να… εκθέσουν τον συμπατριώτη τους Γκάρι Λίνεκερ και την ιστορική του πλεον φράση πως׃ «Το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα που παίζεται από 22 παίκτες, και στο τέλος κερδίζουν πάντα οι Γερμανοί».

   Από κόρνερ του Μπέκαμ  στο 91’ λεπτό, κακό διώξιμο των αμυντικών ο Σέριγχαμ κάνει το 1-1. Νέο κόρνερ στο 93’ λεπτό. Ξανά Μπέκαμ, κεφαλιά στο πρώτο δοκάρι από τον Σέριγχαμ, ο άνθρωπος του ορισμού «χρυσή αλλαγή» Νορβηγός Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ, βρέθηκε άλλη μια φορά, στο κατάλληλο μέρος την κατάλληλη στιγμή, και με κοντινή προβολή έστειλε την μπάλα, στον ουρανό των διχτύων της Μπάγερν, και ταυτόχρονα τους οπαδούς της Μάντσεστερ στα ουράνια και τους Βαυαρούς στα τάρταρα. Το σύνθημα που ακούγεται από τους Άγγλους είναι׃ «Manchester United reached the promised land». Η εικόνα του περίλυπου Λόταρ Ματέους (είχε γίνει αλλαγή λίγο πριν το φινάλε), ο οποίος δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του, ήταν απλά συγκλονιστική. Αλλά και του διαιτητή Πιερλουίτζι Κολίνα, να προσπαθεί να σηκώσει τον αποκαμωμένο Σαμουέλ Κουφούρ από το χορτάρι. Είναι από τις πλέον χαρακτηριστικές του σοκαριστικού εφιάλτη που βίωναν οι Βαυαροί, με τον Όλιβερ Καν να θυμάται: «Είχαμε το ένα χέρι μας στο Κύπελλο και ξαφνικά συνέβη κάτι που δεν μπορούσαμε να είχαμε φανταστεί. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο. Δεν ήμασταν συγκεντρωμένοι όπως θα έπρεπε να είμαστε. Το κάθε παιχνίδι διαρκεί 90 λεπτά και όχι 85 ή 88. Κάποιοι παίκτες πήγαν για ύπνο, κάποιοι παίκτες πήγαν στο πάρτι που διοργανώνεται μετά τον τελικό, εγώ ήμουν με τους γονείς μου, κοιτώντας το τραπέζι. Ήταν ένα τεράστιο σοκ για μας. Θα μπορούσαμε να είχαμε κερδίσει το «Τσάμπιονς Λιγκ» για πρώτη φορά μετά από 23 χρόνια. Ήταν η πιο σκληρή, η πιο άσχημη, η πιο δραματική ήττα που θυμάμαι. Χρειαστήκαμε έναν χρόνο για να διαχειριστούμε την απώλεια του τροπαίου». Δύο χρόνια αργότερα η Μπάγερν και ο Όλιβερ Καν αποζημιώθηκαν για όλα τα άσχημα συναισθήματα που ρούφηξαν μέχρι το μεδούλι στη Βαρκελώνη. Και αυτό γιατί μέσα σε τέσσερις ημέρες πανηγύρισαν την κατάκτηση δύο τίτλων και μάλιστα με συγκλονιστικό τρόπο. Η αρχή έγινε εντός των συνόρων, στις 19 Μαΐου του 2001, όταν η ομάδα του Μονάχου κατέκτησε το τρίτο της συνεχόμενο πρωτάθλημα με γκολ στις καθυστερήσεις των καθυστερήσεων. Ένα «buzzer beater» όπως λένε στο μπάσκετ.

  Τελευταία αγωνιστική και η ομάδα παίζει στο πάντα εχθρικό Αμβούργο. Μια ισοπαλία αρκεί. Στο 90’ λεπτό ο σύλλογος του μεγάλου λιμανιού σκοράρει. Την ίδια στιγμή η Σάλκε κερδίζει και στην ισοβαθμία κατακτάει τον τίτλο. Φρούδες ελπίδες. Ο Σουηδός κεντρικός αμυντικός Πάτρικ Άντερσον κάνει το 1-1 στο 94′ λεπτό και η Σάλκε ακόμα περιμένει από το μακρινό 1958 για την κορυφή της βαθμολογίας και τον «δίσκο της σαλατιέρας». Όπως ξαφνικά και βίαια, σχεδόν απάνθρωπα, της είχαν αρπάξει το «Τσάμπιονς Λιγκ» μέσα από τα χέρια της, έτσι και εκείνη, έπαιρνε με τον ίδιο σκληρό τρόπο τη μπουκιά μέσα από το στόμα της Σάλκε! Εκείνη τη σεζόν το όνειρο ολοκληρώθηκε, με το «κερασάκι στην τούρτα», που δεν ήταν άλλο από το «τρόπαιο με τα μεγάλα αυτιά». Ήταν η χαμένη το 1982 κόντρα στην Άστον Βίλα, το 1987 απέναντι στην Πόρτο και το 1999 πέφτοντας «θύμα» της πολυμήχανης Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.  Όμως το 2001 ήξερε πως ήταν η σειρά της και το όνειρο του τέταρτου Κυπέλλου Πρωταθλητριών δεν έπαιρνε άλλη αναβολή. Αντίπαλος στο «Σαν Σίρο» ήταν η Βαλένθια, μία ομάδα που προερχόταν και αυτή από χαμένο τελικό. Μάλιστα είχε πιο νωπές τις μνήμες, αφού ένα χρόνο νωρίτερα είχε ηττηθεί στο Παρίσι με 3-0 από τη Ρεάλ. Οι δύο ομάδες αναδείχτηκαν ισόπαλες 1-1 σε κανονική διάρκεια και παράταση μετά τα εύστοχα πέναλτι των Μεντιέτα στο 3’ λεπτό και του Έφενμπεργκ στο 50’ λεπτό. Στη «ρώσικη ρουλέτα» των πέναλτι, ο Καν ήταν ο μεγάλος νικητής στην άτυπη κόντρα του με έναν ακόμα σπουδαίο γκολκίπερ των ευρωπαϊκών γηπέδων, τον Σαντιάγκο Κανιθάρες.

   Ο Ισπανός απέκρουσε το πέναλτι του Άντερσον, και είδε τον Πάουλο Σέρτζιο να στέλνει τη μπάλα πάνω από το δοκάρι, όμως ο Καν είχε περισσότερους άσους στο μανίκι του. Απέκρουσε το τρίτο κατά σειρά πέναλτι της Βαλένθια που εκτέλεσε ο Ζάχοβιτς, το τέταρτο του Καρμπόνι, και το έβδομο και τελευταίο του Πελεγκρίνο, βάζοντας έτσι φαρδιά πλατιά την «υπογραφή» του στο βαρύτιμο τρόπαιο. Για το συγκεκριμένο τελικό είχε πει: «Είχαμε πολλή πίεση τότε, πιστεύω ότι η ομάδα μας είχε πιάσει την κορυφή όσον αφορά στα στάνταρντ που μπορούσε να φτάσει. Εάν δεν είχαμε πάρει τον τίτλο με τη Βαλένθια στο Μιλάνο το 2001 νομίζω ότι τα πράγματα θα είχαν γίνει πολύ δύσκολα μετά επειδή παίκτες όπως ο Στέφαν Έφενμπεργκ, ο Τζιοβάνι Έλμπερ και ο Βιθέντε Λιζαραζού βρίσκονταν ήδη στο τοπ της απόδοσής τους. Ήταν ίσως η τελευταία ευκαιρία για εκείνη τη γενιά. Έπρεπε μάλιστα να αντιμετωπίσουμε τη Βαλένθια, μία ομάδα που είχε χάσει το τρόπαιο ένα χρόνο πριν, συνεπώς ήταν και για αυτούς η τελευταία ευκαιρία. Θυμάμαι τη στιγμή της απόκρουσης του πέναλτι του Πελεγκρίνο όπου ο Σαντιάγο Κανιθάρες κατέρρευσε στη γραμμή του άουτ και άρχισε να κλαίει. Μπορούσα να καταλάβω πως ένιωθε καθώς είχα βιώσει κάτι παρόμοιο το 1999». Λόγια 100% αληθινά και φιλοσοφημένα από έναν παίκτη που δύο χρόνια πριν είχε βρεθεί εκείνος στην πλευρά των χαμένων σε μία βραδιά που όπως έχει παραδεχτεί ο Πίτερ Σμάιχελ: «Ούτε ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν θα μπορούσε να είχε γράψει ένα τέτοιο παραμύθι όπως η εξέλιξη του τελικού με τη Μπάγερν». Για αυτό και την ίδια στιγμή έσπευσε να παρηγορήσει τον Ισπανό συνάδελφο του.  Για την κίνηση αυτή έλαβε το βραβείο «Fair Play» της UEFA. Εάν λοιπόν ήταν δύσκολο ακόμα και για τον διάσημο Δανό συγγραφέα να επινοήσει ένα τέτοιο φινάλε μπορεί να αντιληφθεί κανείς τον πόνο, που ένιωσε στο πετσί του ο Καν, και τα ψυχικά αποθέματα που επιστράτευσε, για να ξανασηκωθεί γρήγορα στα πόδια του, να ανακτήσει τη χαμένη αυτοπεποίθηση και να ξαναδρασκελίσει στο μονοπάτι των επιτυχιών. Των επιτυχιών που συνεχίστηκαν για αυτόν το 2001 με την κατάκτηση του Διηπειρωτικού Κυπέλλου με τη Μπάγερν κόντρα στη Μπόκα Τζούνιορς!

  Τεράστιο κομμάτι είχε και η εθνική στην καρδιά του. Έκανε την πρώτη του διεθνή εμφάνιση στις 23 Ιουνίου του 1995 στη νίκη με 2–1 εναντίον της Ελβετίας. Μαζί με τον Όλιβερ Ρεκ, ο Καν ήταν και αυτός αναπληρωματικός, στο ρόστερ των «πάντσερ» που κέρδισαν το EURO του 1996 στην Αγγλία. Βασικός ήταν ο Αντρέας Κέπκε. Από το 1998 και το τέλος του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Γαλλίας, ο Όλιβερ έγινε ο αναντικατάστατος γκολκίπερ της εθνικής. Και από το 2000 και την «καταστροφή» που έπαθαν στο EURO που συνδιοργάνωσαν Ολλανδία και Βέλγιο, έγινε και ο αρχηγός, αφού διαδέχθηκε τον Όλιβερ Μπίρχοφ. Στις 1 Σεπτεμβρίου του 2001 είδε και πάλι να τον στοιχειώνουν αγγλικοί εφιάλτες, καθώς η Γερμανία, γνώρισε έναν ιστορικό διασυρμό από την Αγγλία μέσα στο Μόναχο με 5-1 (για τα προκριματικά του Μουντιάλ 2002), με τον έμπειρο όμως «Όλι» να παραμένει δυνατός και ατσάλινος. Αφού πέρασαν την Ουκρανία στο μπαράζ το καλοκαίρι του 2002 ετοιμάστηκε για το πρώτο του Παγκόσμιο Κύπελλο ως βασικός τερματοφύλακας.

   Μίας ομάδας που ναι μεν δε θύμιζε σε τίποτα αυτή προηγούμενων διοργανώσεων. Όπως αυτής του 1990 όπου ξεχείλιζε από ταλέντο και πήρε το Μουντιάλ ή εκείνης του 1996 που είχε αρκετούς παίκτες με έντονη προσωπικότητα και κατέκτησε το Ευρωπαϊκό. Είχε όμως πολλούς παίκτες «εργάτες» και με τον Καν να μοιάζει ανίκητος κάτω από τα δοκάρια έφτασε μέχρι τον τελικό. Στα έξι παιχνίδια που έδωσε μέχρι να βρεθεί στη Γιοκοχάμα, η εστία της παραβιάστηκε μόλις μία φορά (!) και έτσι έγινε ο πρώτος τερματοφύλακας στην ιστορία, της εθνικής Γερμανίας που κρατούσε ανέπαφη την εστία του, σε πέντε ματς σε μία τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου. Δυστυχώς η μοίρα ήταν αδυσώπητη απέναντί του, στο μεγάλο τελικό, αφού έμελλε το μοναδικό του λάθος σε όλη τη διοργάνωση, να αποδειχτεί ολέθριο και στην ουσία να κρίνει το αποτέλεσμα. Σε ένα ισορροπημένο ματς μέχρι τα μέσα του δευτέρου ημιχρόνου ο Καν (ο οποίος αντιμετώπιζε και ένα πρόβλημα τραυματισμού σε δάχτυλο του δεξιού του χεριού) έχασε τη μπάλα μέσα από τα χέρια του, μετά από σουτ του Ριβάλντο εκτός περιοχής και έδωσε την ευκαιρία στον Ρονάλντο να σκοράρει στο 67’ λεπτό. Ήταν η αρχή του τέλους για τη Γερμανία η οποία μετά από το λάθος του αρχηγού και ηγέτη της παρέδωσε τα όπλα, δεχόμενη και δεύτερο γκολ από το «φαινόμενο» στο 79’ λεπτό. Απαρηγόρητος  μετά το παιχνίδι δήλωνε׃ «Ήταν το μοναδικό λάθος που έκανα σε επτά παιχνίδια και δυστυχώς τιμωρήθηκα σκληρά».

   Ανεξάρτητα πάντως από την άσχημη βραδιά του κόντρα στη «Σελεσάο» είχε κάνει ένα εκπληκτικό τουρνουά. Αυτό του αναγνωρίστηκε με το παραπάνω καθώς όχι μόνο πήρε το «Lev Yashin Award», το βραβείο δηλαδή για τον κορυφαίο τερματοφύλακα της διοργάνωσης, αλλά και τη Χρυσή Μπάλα για τον κορυφαίο παίκτη του Μουντιάλ του 2002. Ήταν ο πρώτος και ο μοναδικός μέχρι στιγμής τερματοφύλακας στην ιστορία του Μουντιάλ ο οποίος παίρνει το συγκεκριμένο βραβείο το οποίο θεσπίστηκε από το 1978 και μετά ενώ λίγους μήνες αργότερα κατέλαβε την τιμητική δεύτερη θέση στην ψηφοφορία της FIFA για τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή της χρονιάς (ανάμεσα στον πρώτο  Ρονάλντο και στον τρίτο Ζινεντίν Ζιντάν) και την τρίτη θέση σε αυτήν του γαλλικού περιοδικού «France Football» για τη Χρυσή Μπάλα (πίσω από Ρονάλντο και Ρομπέρτο Κάρλος). Την τελευταία του διεθνή εμφάνιση με τη φανέλα της Γερμανίας, την έκανε στο μικρό τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2006 απέναντι στην Πορτογαλία. Και μάλιστα εντός έδρας αφού η διοργάνωση έγινε στη χώρα του. Μάλιστα έπαιξε ως αρχηγός στη νίκη με 3-1. Μετά τον αγώνα, ο Όλιβερ Καν ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την Εθνική Γερμανίας. Συνολικά είχε 86 συμμετοχές με την εθνική, συμπεριλαμβανομένων 49 ως αρχηγός της ομάδας. Δεν κέρδισε ποτέ Παγκόσμιο Κύπελλο, αλλά τερμάτισε δεύτερος το 2002 και τρίτος το 2006.

   Το τελευταίο του παιχνίδι στην «Μπουντεσλίγκα» ήταν η νίκη με 4-1 εναντίον της Χέρτα Βερολίνου στις  17 Μαΐου του 2008. Ήταν η 557η εμφάνισή του στη γερμανική κορυφαία κατηγορία! Αν προσθέσουμε και τις εμφανίσεις στα εφηβικά της Καρλσρούης είχε 780 συνολικά! Κατέκτησε και σάρωσε τα πάντα. Πήρε οκτώ πρωταθλήματα Γερμανίας: 1997, 1999, 2000, 2001, 2003, 2005, 2006, 2008. Έξι Κύπελλα: 1998,  2000, 2003, 2005, 2006, 2008. Άλλα έξι Λιγκ Καπ: 1998, 1999, 2000, 2001, 2005, 2008. Το «Τσάμπιος Λιγκ» το 2001. Το Κύπελλο UEFA το 1996. Το Διηπειρωτικό Κύπελλο το 2001 και τέλος με την εθνική το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα το 1996 μέσα στην Αγγλία μάλιστα.  Στις ατομικές διακρίσεις  ήταν ο κορυφαίος γκολκίπερ στην «Μπουντεσλίγκα» επτά φορές: 1994, 1997, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002. Ακόμα ψηφίστηκε ο κορυφαίος γκολκίπερ στον κόσμο για την Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου το 1999, το 2001 και 2002. Ο Κορυφαίος Ευρωπαίος γκολκίπερ τέσσερις φορές: 1999, 2000, 2001, 2002. Ο ποδοσφαιριστής της χρονιάς στη Γερμανία: 2000, 2001. Πήρε την τρίτη θέση στη ψηφοφορία για τη Χρυσή Μπάλα: 2001, 2002. Ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002. Ο κορυφαίος γκολκίπερ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002. Ήταν μέλος της «All-Star Team» στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002. Και τέλος ήταν ο δεύτερος καλύτερος παίκτης στον κόσμο στην ψηφοφορία της FIFA το 2002.

   Μετά από 20 χρόνια καριέρας, από τα οποία έπαιξε 14 με την Μπάγερν, αποχαιρέτησε τον επαγγελματικό του αγώνα σε έναν αγώνα εναντίον της επίλεκτης Γερμανίας που έγινε στις 2 Σεπτεμβρίου του 2008, και έληξε με  1–1. Ακόμα και σε αυτό το ματς πάντως ο Καν δεν ήθελε με τίποτα να χάσει. Δέχτηκε γκολ στο 33’ λεπτό από τον Τροχόφσκι όμως στη συνέχεια πραγματοποίησε αρκετές επεμβάσεις για να έρθει τελικά η ισοφάριση στο 51’ λεπτό από τον Μίροσλαβ Κλόζε όπου διαμόρφωσε το τελικό σκορ. Η τελευταία του εμφάνιση με την Μπάγερν Μονάχου ήταν στις 27 Μαΐου του 2008 στο στάδιο «Σολτ Λέικ» στην Καλκούτα της Ινδίας. Ήταν ένας φιλικός αγώνας εναντίον της Μόχουν Μπέγκαν (Mohun Bagan) της Ινδίας, κατά τη διάρκεια της ασιατικής περιοδείας της Μπάγερν το 2008. Περίπου 120.000 άτομα βρέθηκαν στις εξέδρες! Το παιχνίδι έληξε με 3-0 υπέρ της Μπάγερν. Φυσικά η στιγμή που «σείστηκε» όλο το γήπεδο και λύγισε ακόμα και ο «βράχος» Καν ήταν στο 75’ λεπτό όταν έδωσε τη θέση του στον Μίχαελ Ρένσινγκ, για να ακολουθήσει ένα «standing ovation» που όμοιο του δύσκολα να έχει ξανασυμβεί. Ο Γερμανός «θρύλος» έκανε το γύρο του θριάμβου υπό τους ήχους του «Time to Say Goodbye» και όταν άφησε το χορτάρι, μπαίνοντας στη φυσούνα με κατεύθυνση τα αποδυτήρια, το κοινό συνέχισε για ένα λεπτό να φωνάζει ρυθμικά το όνομά του. ο Γιούργκεν Κλίνσμαν δήλωνε εκείνες τις στιγμές׃ «Είναι ένας από τους πιο ξεχωριστούς αθλητές που έχουν επηρεάσει το ποδόσφαιρο». Την ώρα που ο τότε ομοσπονδιακός τεχνικός της Γερμανίας Γιόακιμ Λεβ συμπλήρωνε: «Ήταν ένας σπουδαίος αποχαιρετισμός προς τον Όλιβερ. Το άξιζε». Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί, ότι ακριβώς για την περίσταση ο Καν είχε φορέσει μία φανέλα στην οποία ήταν τυπωμένα πάνω της γύρω στα 5.500 ονοματεπώνυμα μεγάλων θαυμαστών του. Με τον καθένα από αυτούς να πληρώνει 149 ευρώ για τη συγκέντρωση χρημάτων που θα δίνονταν σε φιλανθρωπικά ιδρύματα. Ακόμα και στο φινάλε του ο «Βασιλιάς Όλι» έδειξε πως ήταν ένας και μοναδικός!

   Υπάρχουν πολλά αξιοσημείωτα και εκτός αγωνιστικού χώρου, για αυτήν την τεράστια προσωπικότητα. Λόγω των εμφανίσεων του κατά τη διάρκεια, του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 2002 στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, ο Καν κέρδισε μεγάλη δημοτικότητα στην Ασία. Απεικονίστηκε σε πολλές τηλεοπτικές διαφημίσεις. Ακόμα και για την ιαπωνική τράπεζα κολοσσό την «Sugamo Shinkin». Το 2008, εγκαινιάστηκε το κέρινο ομοίωμα του στο παράρτημα του Βερολίνου, του μουσείου Μαντάμ Τισό (Madame Tussaud). Έχει γίνει μέχρι και τραγούδι. Καν είναι το θέμα του τραγουδιού «Olli Kahn» του γερμανικού ποπ συγκροτήματος «De Prinzen». Ποτέ δεν έφυγε μακριά από το φυσικά του χώρο. Έτσι μετά το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα το 2008, εντάχθηκε στην αθλητική ομάδα «ZDF» ως αναλυτής για τους αγώνες της εθνικής Γερμανίας. Το 2009 του προτάθηκε η θέση του προπονητή για τη Σάλκε αλλά την απέρριψε. Το ίδιο έτος, ήταν μέλος της κριτικής επιτροπής ενός ριάλιτι της κεντρικής, κρατικής τηλεόρασης της Κίνας. Ο στόχος ήταν να βρεθεί ο επόμενος καλύτερος νεαρός τερματοφύλακας στην τεράστια αυτή χώρα. Από το 2011, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με το τηλεοπτικό κανάλι «Sat.1» για να εισαγάγει την ίδια μορφή στη γερμανική τηλεόραση με το όνομα׃ «Ποτέ μην εγκαταλείπεις – Η αρχή του Καν», σύμφωνα με την οποία ο νικητής θα έπαιρνε συμβόλαιο για να παίξει σε μια ομάδα της Μπουντεσλίγκα!! Τον Απρίλιο της ίδια χρονιάς, ένα γερμανικό δικαστήριο του επέβαλε πρόστιμο 125.000 ευρώ (182.223 $) για φοροδιαφυγή, αφού απέτυχε να δηλώσει περισσότερα από 6.000 ευρώ για πολυτελή ρούχα που αγόρασε σε ένα ταξίδι στο Ντουμπάι!! Το 2015, η εταιρεία παιχνιδιών «Arcade Konami» ανακοίνωσε ότι θα εμφανιζόταν στο ποδοσφαιρικό βιντεοπαιχνίδι «Pro Evolution Soccer 2016» ως ένα από τα νέα «MyClub Legends». Εδώ θα σας αναφέρουμε μια καταπληκτική ιστορία για το πόσο σιχαινόταν την ήττα. Ακόμα και όταν έπαιζε σε φιλικά παιχνίδια ή παιχνίδια για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Το σκηνικό (όπως περιγράφεται στο βιβλίο για την ιστορία του γερμανικού ποδοσφαίρου με τίτλο «Tor!») είχε ως εξής. Ο Καν θα καθόταν κάτω από την εστία. Απέναντί του για να εκτελέσουν θα βρίσκονταν παιδιά 9 (εννέα) χρονών. Και για κάθε γκολ που θα δεχόταν, ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό θα πήγαινε σε ορφανοτροφεία. Αν ήταν λοιπόν οποιοσδήποτε άλλος, θα έκανε το προφανές. Θα στεκόταν όρθιος, θα έκανε κάποια δήθεν αποτυχημένη προσπάθεια, θα… κατάφερνε τέλος πάντων να φάει το γκολ που θα έστελνε τα λεφτά στα παιδάκια που τα είχαν ανάγκη. Όχι όμως ο Όλιβερ ο Καν!! Διότι προς έκπληξη των παρευρισκόμενων ο «Τιτάνας» αντιμετώπισε τη διαδικασία σοβαρότατα. Αντιμετώπισε τα πιτσιρίκια όπως αντιμετώπισε τους παίκτες της Βαλένθια στον τελικό του «Τσάμπιονς Λιγκ» (που είχε κριθεί από τις δικές του αποκρούσεις). Και επιβεβαιώνοντας την «αλλεργία» του στην ήττα, έπιασε όλα τα πέναλτι!!! Όταν μίλησε για αυτό είπε׃ «Δυστυχώς είναι αλήθεια. Κανείς δεν μου είχε πει όμως ότι κάθε γκολ θα σήμαινε μια δωρεά. Απέκρουσα όλα τα σουτ. Αργότερα ο προπονητής μου, Βίνι Σάφερ, μου εξήγησε τι είχε γίνει». Αν και δεν εξήγησε, για ποιο λόγο ν’ αποκρούσεις ούτως ή άλλως πέναλτι ενός 9χρονου (ακόμα κι αν δεν υπήρχε φιλανθρωπικός λόγος να δεχθείς γκολ) τουλάχιστον διόρθωσε την κυνικότητα που είχε φερθεί τότε. Γιατί φέρεται αφότου συνειδητοποίησε τι συνέβη να προχώρησε σε ρελάνς. Κάνοντας δωρεά από την τσέπη του και καταθέτοντας 100.000 ευρώ στα ορφανοτροφεία.

   Δεν υπήρχε περίπτωση να κάνει διαφορετικά. Και αυτό γιατί, υποστηρίζει το πρωτάθλημα ποδοσφαίρου δρόμου του Μονάχου «Bunt kickt gut», που θεωρείται πρωτοποριακό έργο, του οργανωμένου ποδοσφαίρου δρόμου, και ένα μοντέλο διαπολιτισμικής κατανόησης, εκπαιδευτικών αξιών και πρόληψης σε όλη τη Γερμανία και την Ευρώπη. Το ίδρυμα «Sepp-Herberger», το οποίο προωθεί το ποδόσφαιρο σε σχολεία, συλλόγους και φυλακές. Φυσικά και την Ένωση «Justin Rockola», στόχος της οποίας είναι η προστασία των νέων από τη βία, το αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Σε όλα αυτά είναι πάντα ενεργός και βοηθάει πολλά παιδιά να γλυτώσουν. Στις 30 Αυγούστου του 2019, εντάχθηκε στο εκτελεστικό συμβούλιο της αγαπημένης του Μπάγερν. Από τις 1 Ιουλίου του 2021 έχει αναλάβει τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου (CEO) στο σύλλογο, διαδεχόμενος τον αποσυρόμενο Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε. Στην προσωπική του ζωή το 1999, παντρεύτηκε τη Σιμόν (Simone), με την οποία έχει δύο παιδιά. Την Καταρίνα-Μαρία (Katharina-Maria γεννημένη στις 28 Δεκεμβρίου του 1998) και τον Ντέιβιντ (David γεννήθηκε στις 7 Μαρτίου του 2003). Το ζευγάρι χώρισε το 2003 και στη συνέχεια ο Καν είχε μια πολύ δημοσιοποιημένη σχέση με τη Βερένα Κερθ από το 2003 έως το 2008. Ο Καν και η Σιμόν συμφιλιώθηκαν για λίγο το 2009, πριν πάρουν διαζύγιο την ίδια χρονιά. Στις 8 Ιουλίου του 2011, ο Όλιβερ παντρεύτηκε ξανά στο Μόναχο. Η νέα του σύζυγος είναι η Σβέντζα (Svenja) και έχουν αποκτήσει ένα γιο, τον Tζούλιαν (Julian) που γεννήθηκε το 2011. Θα κλείσουμε το αφιέρωμα μας σε αυτόν τον απίστευτο τύπο με δικές του ατάκες. Οι οποίες πραγματικά είναι συλλεκτικές. Αν και είμαι σίγουρος ότι στο μέλλον θα πει πολλές ακόμα…

«Δεν είναι σωστό να υποστηρίζει κανείς πως οι τίτλοι είναι το μοναδικό πράγμα που μένει σε μία καριέρα. Ποιο είναι το νόημα αν έχεις πάρει 10.000 τίτλους αλλά είσαι ηλίθιο άτομο? Κανένα» (Ο Καν μιλάει για τις αξίες στη ζωή ενός επαγγελματία ποδοσφαιριστή).

-«Δεν υπήρχε κανείς εκεί για να πανηγυρίσω οπότε αναγκάστηκα να χρησιμοποιήσω το σημαιάκι του κόρνερ» (Η εξήγησή του για το γεγονός ότι ξερίζωσε το σημαιάκι του κόρνερ μετά το φινάλε ενός αγώνα).

-«Πίστευα ότι ο τερματοφύλακας μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα χέρια του στην περιοχή» (Μετά από προώθησή του σε αντίπαλη περιοχή στο τέλος αγώνα όπου βρήκε τη μπάλα με το χέρι και αποβλήθηκε).

 -«Θα μπορούσα να βάλω μία σάκα μπροστά στην εστία και να είχαμε δεχτεί λιγότερα τέρματα» (Η αναφορά του για την απόδοση του, στην ταπεινωτική ήττα της Γερμανίας με 5-1 από την Αγγλία μέσα στο Μόναχο).

 -«Θα πρέπει να σκοράρεις στο πρώτο σου παιχνίδι ως αρχηγός της εθνικής Γερμανίας» (Δικαιολογώντας το αυτογκόλ του στη νίκη της Γερμανίας με 7-1 επί του Ισραήλ).

-«Κάθε γκολ που δεχόμαστε αποτελεί προσβολή για μένα» (Για τα νέα κίνητρα που βρίσκει για να παίζει ποδόσφαιρο).

-«Κριτική» (Ερωτηθείς για το τι περιμένει τη νέα χρονιά ως παίκτης της Μπάγερν).

-«Θα πρέπει να πάρουμε έναν τερματοφύλακα. Δεν πρόκειται να πάρουμε κάποιον τίτλο με αυτό που έχουμε αυτή τη στιγμή» (Η απάντησή του σε ερώτηση για το ποιά είναι η θέση που χρειάζεται ενίσχυση η Μπάγερν).

-«Άκουσα ότι ήμασταν πρώτοι στον πίνακα όσον αφορά στο fair παιχνίδι και έπρεπε να αντιδράσω» (για την κίτρινη κάρτα που δέχτηκε επειδή αντιμίλησε σε διαιτητή).

-«Διψάμε να πάμε στο Αμβούργο. Όλο το στάδιο θα είναι εναντίον μας. Όλη η Γερμανία θα είναι εναντίον μας. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από αυτό» (για τα κίνητρα της Μπάγερν πριν από ντέρμπι με το Αμβούργο).

Από τον Ευστράτιο Φωτεινό

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ