Πολωνία, μια χώρα με τεράστια παράδοση στον αθλητισμό και συγκεκριμένα στο ποδόσφαιρο. Μεγάλοι ποδοσφαιριστές «βγήκαν» από αυτό το πανέμορφο και ταλαιπωρημένο τις προηγούμενες δεκαετίες κράτος. Στην Ελλάδα έχουμε πολλά τέτοια παραδείγματα. Από τον Γιάτσεκ Γκμοχ, τον Κριστόφ Βαζέχα, τον Γιόνζεφ Βάντσικ, τον Εμάνουελ Ολισαντέμπε, τον Λέσεκ Πις, τον Μίροσλαβ Οκόνσκι, τον Μιχάλ Ζεβλάκοφ, τον Μίροσλαβ Σνάουτσνερ, τον Μάρτσιν Μίετσελ, τον Κριστόφ Άνταμτσικ, τον Ιγκόρ Σιπνιέφσκι και τόσους άλλους. Σήμερα το art of football έχει αφιέρωμα σε έναν φανταστικό παίκτη που έγινε και φοβερός προπονητής. Κάτι σπάνιο αφού οι μεγάλοι παίκτες δεν τα καταφέρνουν όταν κάθονται στον πάγκο με το κοστούμι.
Σας παρουσιάζουμε τον Φράντσιζεκ Σμούντα (Franciszek Smuda, πολωνική προφορά (Fraɲˈt͡ɕiʂɛk ˈSmuda).
Γεννήθηκε τρία χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Συγκεκριμένα στις 22 Ιουνίου 1948 στη Λουμπόμια (Lubomia). Ένα χωριό μόλις 3.600 κατοίκων στην κομητεία Βόντισλαβ (Wodzisław), στη νότια Πολωνία. Οι γονείς του ήταν ο Γκέραλντ (Gerard), που ήταν εργάτης σιδηροδρόμων, και η Μάρτα (Marta). Ο πρώτος σύλλογος που «έδειξε» το ταλέντο του, ήταν η τοπική Ουνία Ρατσιμπόρζ (Unia Racibórz). Αργότερα, στα έτη 1967-1969, αγωνίστηκε για την Όντρα Βοντρισλάβ Σλάσκι (Odra Wodzisław Śląski). Στην ομάδα φορούσε το νούμερο 5 και τη σεζόν 2009-10 τιμήθηκε από το σύλλογο του Βοντρισλάβ κρατώντας τη φανέλα με τον ίδιο αριθμό. Έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη κατηγορία της Πολωνίας (Ekstraklasa) ως ποδοσφαιριστής της Σταλ Μίελεκ (Stal Mielec) τη σεζόν 1970-1971. Στη συνέχεια έπαιξε στην Πιαστ Γκλίβιτσε (Piast Gliwice). Και ήρθε το υπερατλαντικό ταξίδι για τις Η.Π.Α. Εκεί έπαιξε στην πιο παλιά ομάδα της πολωνικής κοινότητας στη χώρα που ανακάλυψε ο Χριστόφορος Κολόμβος. Στη Βίστουλα Γκάρφιλντ (Vistula Garfield). Ενώ ακολούθησε Χάρτφορντ Μπι Σεντένιαλς (Hartford Bi-Centennials) που αγωνιζόταν στο αμερικανικό πρωτάθλημα το (NASL league). Το 1975 επέστρεψε στην Πολωνία. Συγκεκριμένα στην πρωτεύουσα Βαρσοβία για να υπερασπιστεί τα πράσινα χρώματα της Λέγκια για τρεις σεζόν. Αργότερα έφυγε και πάλι για την Αμερική και έπαιξε σε άλλους τρεις συλλόγους. Τους Λος Άντζελες Άζτεκς (Los Angeles Aztecs), Όκλαντ Στόμπερ (Oakland Stomper) και Σαν Χοσέ Έρθουïκς (San Jose Earthquakes). Ολοκλήρωσε την καριέρα του ως παίκτης στη Γερμανία. Έπαιξε για τρία χρόνια στην Γκρόιτερ Φίρθ που τότε ονομάζονταν SpVgg Fürth. Και η τελευταία ομάδα ήταν το 1982, η Κόμπουργκ (VfR Coburg) που στις μέρες μας, δεν υπάρχει πια αφού διαλύθηκε το 2011 λόγω οικονομικών προβλημάτων.
Σε όλες έπαιζε ως αμυντικός και μάλιστα ως λίμπερο. Το παλιό κλασικό λίμπερο που «καθάριζε» όλες τις φάσεις. Δυστυχώς δεν έχουμε τα ακριβή του νούμερα σε συμμετοχές και γκολ και έτσι δεν μπορούμε να τα αναφέρουμε. Η τεχνολογία που βοηθάει στα στατιστικά δεν υπήρχε τότε εκείνες τις εποχές.
Ξεκίνησε με επιτυχία την προπονητική του καριέρα στα κατώτερα πρωταθλήματα της Γερμανίας. Πιο αναλυτικά στις Κόμπουργκ (VfR Coburg), Φορθ (ASV Forth) και Χερζογκεραναχ (FC Herzogenaurach). Το 1989, πήγε στην Τουρκία. Συνολικά για τέσσερα χρόνια προπονούσε την Αλτάι Σμύρνης και την Κόνιασπορ. Το 1993, επέστρεψε στην Πολωνία για να σώσει την Σταλ Μίελεκ από τον υποβιβασμό. Πέτυχε το «θαύμα» και ο σύλλογος παρέμεινε στα «σαλόνια» της μεγάλης κατηγορίας. Τον Μάιο του 1995, ανέλαβε την Βίτζεβ Λοτζ (Widzew Łódź) και τερμάτισε στη δεύτερη θέση πίσω από τη Λέγκια Βαρσοβίας τη σεζόν 1994–95. Την επόμενη σεζόν, ο Φράντσιζεκ κατάφερε να μην χάσει ούτε ένα παιχνίδι στο πρωτάθλημα. Η σεζόν 1995–96 ήταν άλλη μια επιτυχημένη χρονιά, αφού η ομάδα είχε τον πρώτο σκόρερ. Τον Μάρεκ Κόνιαρεκ (Marek Koniarek) να πετυχαίνει τα περισσότερα γκολ στο πρωτάθλημα με 29. Η Βίτζεβ Λοτζ προκρίθηκε στη διοργάνωση του «UEFA Champions League» για τη σεζόν 1996–97.
Ο Σμούντα με την τακτική του, κατάφερε να αποκλείσει την πρωταθλήτρια Δανίας, Μπρόντμπυ και προκρίθηκε στη φάση των ομίλων. Στον όμιλο κληρώθηκε με τις Ατλέτικο Μαδρίτης, Μπορούσια Ντόρτμουντ και Στεάουα Βουκουρεστίου. Κατάφερε να τερματίσει στην τρίτη θέση. Η ομάδα από το Λοντζ μπόρεσε να επαναλάβει το κατόρθωμά της και ξανακέρδισε το πρωτάθλημα. Η επόμενη σεζόν δεν ήταν τόσο ελπιδοφόρα καθώς η διοίκηση πούλησε μερικούς από τους βασικούς της παίκτες και αποκλείστηκε στην προκριματική φάση του «Champions League». Μάλιστα τερμάτισε στην 4η θέση εκείνη τη χρονιά και δεν μπόρεσε να προκριθεί σε καμία ευρωπαϊκή διοργάνωση. Λίγο αργότερα, ο Σμούντα μετακόμισε στη Βίσλα Κρακοβίας τη σεζόν 1998-1999 όπου είχε μεγάλη επιτυχία. Στόχος του ήταν να φτιάξει μια ομάδα που θα είχε επιτυχία όχι μόνο στην Πολωνία αλλά και στα ευρωπαϊκά κύπελλα. Κέρδισε με την πρώτη το πρωτάθλημα την επόμενη σεζόν, ωστόσο, ο σύλλογος αποβλήθηκε από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, λόγω ενός οπαδού που πέταξε μαχαίρι στον Ντίνο Μπάτζιο κατά τη διάρκεια ενός αγώνα για το Κύπελλο UEFA ενάντια στην Πάρμα! Τον Σεπτέμβριο του 1999, απολύθηκε μετά την πρώτη ήττα της ομάδας.
Αφού αποχώρησε τον Σεπτέμβριο του 1999, προσλήφθηκε στη Λέγκια. Ωστόσο, δεν κέρδισε κανένα τρόπαιο, ούτε προκρίθηκε σε καμία ευρωπαϊκή διοργάνωση. Μετά από μια ήττα 0-4 από τη Ζαγκλέμπιε Λούμπιν (Zagłębie Lubin) τον Μάρτιο του 2001, απολύθηκε. Στη συνέχεια, ανέλαβε ξανά τη Βίσλα, τη Βίτζεβ Λοτζ, την Πιοτρκόβια (Piotrcovia Piotrków Trybunalski), την Κυπριακή Ομόμοια, την Όντρα Βοντρισλάβ Σλάσκι, τη Ζαγκλέμπιε Λούμπιν, τη Λεχ Πόζναν, τη Ρέγκενσμπουργκ, την Γκόρνικ ενώ αυτή τη στιγμή στα 74 του χρόνια παραμένει μάχιμος και στις επάλξεις αφού είναι προπονητής της Βιέστα Κρακοβίας (Wieczysta Kraków) που αγωνίζεται στην τέταρτη κατηγορία της χώρας. Κέρδισε πολλά και σημαντικά τρόπαια και φυσικά την αναγνώριση όλων.
Με τη Βίτζεβ Λοτζ πήρε το πρωτάθλημα το 1996 και το 1997, το σούπερ καπ το 1996 και βγήκε δεύτερος στο «υπερπρωτάθλημα» το 1995. Με τη Βίσλα το πρωτάθλημα το 1999 και το σούπερ καπ το 2001. Με τη Ζαγκλέμπιε Λούμπιν πήρε την τρίτη θέση στο «υπερπρωτάθλημα» το 2006 και ήταν φιναλίστ στο κύπελλο το 2006. Τέλος με τη Λεχ Πόζναν πήρε το κύπελλο το 2009 και την τρίτη θέση στο «υπερπρωτάθλημα» το 2009. Το «υπερπρωτάθλημα» είναι μια ξεχωριστή διοργάνωση που μετέχουν οι κορυφαίες ομάδες της χώρας. Είναι κάτι αντίστοιχο με αυτό που είχε κάποτε η Αργεντινή με δύο διοργανώσεις πρωταθλημάτων (Απερτούρα και Κλαουζούρα) την ίδια χρονιά. Δεν τα λες και λίγα και αυτά που κατέκτησε! Μεγάλο κομμάτι έπαιξε και η εθνική ομάδα της χώρας του. Στις 29 Οκτωβρίου του 2009, επιλέχθηκε ως νέος προπονητής της εθνικής Πολωνίας. Υπήρχαν μεγάλες φιλοδοξίες και ελπίδα για μια σπουδαία επιτυχία. Όμως όλα κατέρρευσαν στο «Euro» του 2012. Η διοργάνωση διεξήχθη στην πατρίδα του και όλοι πίστευαν ότι κάτι μεγάλο θα έρχονταν.
Όμως η πραγματικότητα ήταν άλλη. Μια τεράστια απογοήτευση και αποτυχία. Η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Πολωνίας τερμάτισε τελευταία στον όμιλό της κάτω από τη Ρωσία, την Ελλάδα και την Τσεχία!! Έτσι ο Σμούντα ανέλαβε την ευθύνη και στις 16 Ιουνίου του 2012 παραιτήθηκε. Πολλές φορές οι χαρακτηριστικές του δηλώσεις και οι συγκεκριμένες μέθοδοι εκπαίδευσης προκάλεσαν πολλές διαμάχες στα ΜΜΕ.
Στην προσωπική του ζωή είναι παντρεμένος με τη Μαλγκορζάτα (Małgorzata Drewniak-Smuda). Η σύζυγός του είναι οφθαλμίατρος και αυτή τη στιγμή ζούνε στην Κρακοβία. Αυτή η μεγάλη μορφή του ποδοσφαίρου έχει δύο υπηκοότητες. Την πολωνική και τη γερμανική. Στη Γερμανία χρησιμοποιεί το όνομα Φρανζ (Franz). Έχει έναν μικρότερο αδερφό, τον Γιαν «Jan» που είναι πρόεδρος του εργοστασίου αποστράγγισης ορυχείων στο Ρύμπνικ «Rybnik» και δύο αδερφές, την Ούρσουλα «Urszula» οικονομολόγο και την Κριστίνα «Krystyna» συνταξιούχο δάσκαλο, και στη συνέχεια σύμβουλο του περιφερειακού συμβουλίου του Βότζισλαβ «Wodzisław». Όμως ο Φράνστιζεκ δεν έμεινε μόνο στο χώρο του ποδοσφαίρου. Ασχολήθηκε και με την πολιτική. Έγινε μέλος της επιτροπής υποστήριξης του Μπρόνισλαβ Κομορόφσκι «Bronisław Komorowski» στις προεδρικές εκλογές του 2010 και αυτές του 2015. Το art of football είναι εδώ, ενωμένο, δυνατό (όπως έλεγε κάποτε μια ψυχή και ήταν μέγιστο πολιτικό σλόγκαν) και θα είναι πάντα εδώ για να σας ενημερώνει, να σας θυμίζει, να σας μαθαίνει, να σας χαλαρώνει και να σας ψυχαγωγεί.
Είμαστε εδώ με μοναδικές ιστορίες και Μουντιάλ φυσικά. Αφού αρχίζει η γιορτή του ποδοσφαίρου και θα έχουμε καθημερινά μικρά αφιερώματα. Όχι μεγάλα και τεράστια αφού δε θέλουμε να σας κουράζουμε. Θα σας φτιάχνουμε τη διάθεση και δε θα σας προδώσουμε ποτέ. Και απίστευτοι τύποι όπως ο Πολωνός δάσκαλος αξίζουν και αφιερώματα και σεβασμό και τιμή!!
Από τον Ευστράτιο Φωτεινό