Υπάρχουν περιπτώσεις ποδοσφαιριστών, που σου μένουν στο μυαλό για πάντα. Ειδικά από τη δεκαετία του ’90. Εκεί που υπήρχε πραγματικός ανταγωνισμός και ομαδάρες. Σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο. Υπήρχε μια εθνική τότε που έκανε σπουδαία πράγματα και πέτυχε μεγάλες διακρίσεις, που δεν είχε ποτέ πριν στην ιστορία της. Μπορεί να μην πήρε τίτλο αλλά πραγματικά η εθνική Τουρκίας τότε ήταν καταπληκτική. Και αυτός που ήταν πάντα παρών ήταν το νούμερο 1. Από αυτόν άρχιζε η ενδεκάδα και κατεύθυνε τους πάντες. Ο τερματοφύλακας που πήγαινε όχι σε αγώνα αλλά σε πόλεμο. Αυτός που έβαζε κάτω από τα μάτια του μαύρο φούμο λες και ήταν στις ειδικές δυνάμεις. Σαν άλλος «Ράμπο» νικούσε και κατατρόπωνε τους αντίπαλους επιθετικούς. Το σημερινό αφιέρωμα είναι για τον τεράστιο Ρουστού Ρετσμπέρ (Rüştü Reçber).
Γεννήθηκε στις 10 Μαΐου 1973 στο Κορκουτέλι (Korkuteli), το οποίο βρίσκεται 56 χιλιόμετρα από την Αττάλεια. Στα 12 του έπαιζε στην τοπική ομάδα της περιοχής του. Το ωραίο είναι ότι στην αρχή έπαιζε επιθετικός! Στην Κορκουτέλισπορ (Korkutelispor) κάθισε τρία χρόνια. Στη συνέχεια πήγε στην Μπουρντούργκουτσου (Burdurgücü) που είχε μόνο μια συμμετοχή. Το 1991 στην ουσία ξεκίνησε να γίνεται ζωντανό το όνειρο και η τεράστια καριέρα του στην κοντινή Αντάλιασπορ (Antalyaspor), έχοντας μετατραπεί από επιθετικός σε τερματοφύλακας. Το παράξενο είναι, ότι στην αρχή της καριέρας του, έχασε την ευκαιρία να πάει στη Γαλατάσαραï που υποστήριζε από μικρός και την Μπεσικτάς. Είναι οι δύο από τις τρεις μεγαλύτερες ομάδες της χώρας. Η τρίτη είναι η Φενερμπαχτσέ που τελικά σε αυτήν «έγραψε» ιστορία. Όλες έχουν έδρα την Κωνσταντινούπολη. Απέρριψε τη «τσι μπομ μπομ» (cim bom bom παρατσούκλι Γαλατάς) σε ηλικία 17 ετών επειδή ο προπονητής της, Μουσταφά Ντενιζλί ήθελε να ξεκινήσει από την ομάδα νέων. Ενώ το 1993 η μεταγραφή στους «μαύρους αετούς» (Kara Kartallar παρατσούκλι Μπεσικτάς) χάλασε, όταν τραυματίστηκε σοβαρά σε τροχαίο.
Τελικά την ίδια χρονιά, παρά το αυτοκινητικό ατύχημα, τα «κίτρινα καναρίνια» (Sarı Kanaryalar) της Φενερμπαχτσέ τον πίστεψαν και εντάχθηκε στο σύλλογο. Την πρώτη του σεζόν, την πέρασε ξανά πίσω στην Αντάλιασπορ ως δανεικός. Έπαιξε σχεδόν σε όλα τα παιχνίδια και την επόμενη επέστρεψε. Τελικά τον Απρίλιο του 1994, ο βασικός τερματοφύλακας του συλλόγου και της εθνικής, Ενγκίν Ιπέκογλου (Engin İpekoğlu), τραυματίστηκε στο πόδι εναντίον της Καïσέρι Ερσίγεσπορ (Kayseri Erciyesspor). Τότε ο Ρουστού άρπαξε την ευκαιρία από τα «μαλλιά». Έκανε το ντεμπούτο του απέναντι στην Πέτρολ Οφίσι (Petrol Ofisi. Η ομάδα αυτή δυστυχώς το 2010 διαλύθηκε εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων). Από εκείνη τη στιγμή δεν ξαναβγήκε από την ενδεκάδα και για δέκα ολόκληρα χρόνια τα πάντα ξεκινούσαν από αυτόν. Το 1999 έγινε ένα σκηνικό εναντίον του από οπαδούς της Φενερμπαχτσέ! Του επιτέθηκαν άσχημα, όταν η ομάδα έχασε με 2-1 στο κύπελλο από την άσημη και μικρή Πέντικσπορ (Pendikspor). Όμως αυτά γίνονται στους συλλόγους. Έγινε αρχηγός και με 240 συμμετοχές μέχρι τότε, έδινε ότι είχε και δεν είχε για τους οπαδούς και το σύλλογο. Τον Ιούλιο του 2003 είχε έρθει η ώρα για τη μεταγραφή εκτός χώρας. Ήταν πολύ κοντά στο να υπογράψει στην Άρσεναλ, αλλά μια διαφωνία με τον προπονητή Αρσέν Βενγκέρ τη χάλασε. Ο Ρουστού ήταν περίεργος τύπος και δεν καταλάβαινε τίποτα. Έτσι επειδή πίστευε ότι ο Αλσατός τον προσέβαλλε για τη φυσική του κατάσταση αμέσως τα ακύρωσε όλα. Τελικά εντάχθηκε στην ομάδα της Μπαρτσελόνα. Όμως και εκεί αντιμετώπισε προβλήματα. Ο προπονητής Φρανκ Ράικαρντ, επέλεξε να παίξει ο Βίκτορ Βαλντές στους δύο πρώτους αγώνες πρωταθλήματος, επειδή τα ισπανικά του Τούρκου ήταν ακόμα πολύ «αδύναμα». Ο ίδιος στενοχωρήθηκε από αυτό, λέγοντας׃ «Δεν είναι φυσιολογικό ένας τερματοφύλακας της ιστορίας και του διαμετρήματος μου να μένει εκτός επειδή δεν μιλάω ισπανικά».
Έκανε το ντεμπούτο του στις 15 Οκτωβρίου του 2003. Στο δεύτερο αγώνα του πρώτου γύρου του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ εντός έδρας, με τη Σλοβακική ΦΚ Πούχοφ (MŠK Púchov), στη νίκη με 8-0. Αγωνίστηκε συνολικά μόνο σε επτά παιχνίδια, τέσσερα στο πρωτάθλημα, εκ των οποίων το πρώτο ήταν στη νίκη με 3–1 απέναντι στην Εσπανιόλ στο ντέρμπι της Βαρκελώνης (Derbi Barceloní) στις 13 Δεκεμβρίου. Στις 27 Αυγούστου του 2004 και με τόσες λίγες συμμετοχές δόθηκε δανεικός πίσω στην προηγούμενη ομάδα του. Στις 28 Ιουλίου του 2005, ο δανεισμός παρατάθηκε για ένα ακόμη έτος. Φόρεσε 294 φορές τα «κιτρινομπλέ» και για πολλά χρόνια ήταν πρώτος σε συμμετοχές πριν τον περάσει ο Βολκάν Ντεμιρέλ.
Το καλοκαίρι του 2007 έγινε το μεγάλο «μπαμ» στη γειτονική μας χώρα. Ο Ρουστού, το σύμβολο, το ίνδαλμα, ο ηγέτης της πρωταθλήτριας Φενερμπαχτσέ παίρνει μεταγραφή στην Μπεσικτάς, με συμβόλαιο τριών ετών, μαζί με τον συμπαίκτη του Μεχμέτ Γιοζγκατλί. Στην Τουρκία έγινε χαμός. Οπαδοί έκαιγαν μπλούζες, ο πρόεδρος της «Φενέρ» τον απειλούσε δημόσια, ενώ μέχρι και σφαίρες στάλθηκαν στο σπίτι του. Εκείνος όμως δεν φοβόταν τίποτα. Τα κατάφερε και μέχρι το 2012 που αποσύρθηκε οριστικά έδωσε πολλά στην Μπεσικτάς. Το τελευταίο του παιχνίδι ήταν απέναντι στη παλιά του αγάπη. Αγωνίστηκε συνολικά σε 537 αγώνες. Κατέκτησε πολλούς τίτλους και σε πολλούς από αυτούς ήταν ο πρωταγωνιστής. Σήκωσε την κούπα του πρωταθλητή Τουρκίας πέντε φορές. Με τη Φενερμπαχτσέ το 1996, το 2001, το 2005 και το 2007. Με τα «κίτρινα καναρίνια» πήρε και το Κύπελλο «Ατατούρκ» το 1998. Με την Μπεσίκτας πήρε το πρωτάθλημα το 2009. Ενώ σήκωσε και δύο Κύπελλα Τουρκίας το 2009 και το 2011, σε έναν καταπληκτικό τελικό με αντίπαλο την Μπασακσεχίρ (η αγαπημένη ομάδα του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογκάν), που τελείωσε με 2-2, και στα πέναλτι ο Ρουστού έδωσε την κούπα στη νίκη με 4-3. Σε ατομικό επίπεδο στέφθηκε από την «IFFHS» ως ο τρίτος καλύτερος τερματοφύλακας της χρονιάς το 2002, μπροστά από τους Μπουφόν και Βαν Ντε Σαρ. Το αποκορύφωμα ήρθε την ίδια πάλι χρονιά με την ανάδειξη του στην ομάδα της χρονιάς από την «UEFA». Ο πρώτος και μέχρι στιγμής μοναδικός Τούρκος παίκτης που προτάθηκε ποτέ. Φυσικά ήταν στους 16 καλύτερους παίκτες του Παγκοσμίου Κυπέλλου «FIFA All Star Team» το 2002. Από την «IFFHS» έχει ψηφιστεί ως ο 23ος καλύτερος τερματοφύλακας του 21ου αιώνα. Ακόμα είναι στη «FIFA 100». Είναι η λίστα ανδρών ποδοσφαιριστών με 100 ή περισσότερες διεθνείς συμμετοχές!
Μεγάλο ρόλο στην καριέρα του έπαιξε η εθνική. Εκεί που ήταν «κέρβερος» και στην καλή του μέρα δε δεχόταν γκολ με τίποτα. Μετά το ντεμπούτο του για την Τουρκία κάτω των 21 ετών, ενημερώθηκε από τον εθνικό προπονητή Φατίχ Τερίμ το 1992, ότι θα γινόταν ο καλύτερος τερματοφύλακας στην ιστορία της χώρας. Έκανε το ντεμπούτο του ενάντια στην Ισλανδία στις 12 Οκτωβρίου του 1994. Η νίκη με 5-0 ήταν η καλύτερη αρχή. Οδήγησε τη χώρα στο «EURO» του 1996. Αφού η εθνική τερμάτισε δεύτερη στον όμιλο πίσω από την Ελβετία. Έτσι χέρι χέρι, μαζί πέρασαν απευθείας στην τελική φάση. Έβαλε από κάτω Σουηδία, Ουγγαρία και Ισλανδία. Ο Ρουστού όμως όσο εκπληκτικός ήταν στα προκριματικά άλλο τόσο κακός ήταν στη διοργάνωση. Έκανε πολλά λάθη και δέχτηκε «φτηνά ανόητα» γκολ από Κροατία, Πορτογαλία και Δανία. Η Τουρκία με πέντε γκολ παθητικό στην «πλάτη» και χωρίς να πετύχει κανένα, αποκλείστηκε και ήταν η χειρότερη από όλες. Στην επόμενη διοργάνωση του «EURO» το 2000 ήταν σπουδαίος. Η διοργάνωση έγινε στην Ολλανδία και το Βέλγιο. Και εκεί στις Βρυξέλλες στο τελευταίο παιχνίδι του ομίλου, το Βέλγιο με μια ισοπαλία περνούσε στα προημιτελικά. Το γήπεδο γεμάτο με 48.000 θεατές στις κερκίδες. Αντίπαλος η Τουρκία που ήθελε μόνο νίκη. Και την έκανε. Ο Ρουστού κατέβασε «ρολά», ο «ταύρος του Βοσπόρου» Χακάν Σουκούρ πέτυχε δύο γκολ και με το 2-0 έριξαν όλο το Βέλγιο στο «πένθος». Στα προημιτελικά η Πορτογαλία δεν παίζονταν, και με την ήττα με 2-0 χαιρέτησαν το τουρνουά με «ψηλά το κεφάλι». Σταθμός στην καριέρα και η «εκδίκηση» του για το άτυχο «EURO» του 1996 στην Αγγλία, ήταν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, που διοργάνωσε η Ιαπωνία με τη Νότια Κορέα. Η Τουρκία τελευταία φορά που είχε παίξει σε Μουντιάλ ήταν το 1954! Έπαιξε σε όλα τα παιχνίδια της Τουρκίας και δέχθηκε 6 γκολ σε 7 αγώνες. Ήταν πραγματικά απίστευτος αφού έσωζε την ομάδα του συνέχεια. Στον όμιλο ήταν με Βραζιλία, Κόστα Ρίκα και Κίνα. Πέρασε τον όμιλο στη νίκη με 3-0 απέναντι στην Κίνα στο τελευταίο παιχνίδι του ομίλου. Στους «16» επικράτησε της Ιαπωνίας με 1-0. Με το ίδιο σκορ νίκησε και τη Σενεγάλη στα προημιτελικά. Η Τουρκία τερμάτισε τελικά τρίτη στο Παγκόσμιο Κύπελλο!! Ενώ αν δεν ήταν ο Ρονάλντο και η Βραζιλία στον ημιτελικό, ίσως να σήκωνε και το τρόπαιο. Όμως το υπέροχο γκολ με το «μυτάκι» που πέτυχε το «φαινόμενο» έκρινε τον αγώνα με 1-0. Στον μικρό τελικό οι «γείτονες» επικράτησαν της άλλης μεγάλης έκπληξης Νότιας Κορέας (τέτοιο σπρώξιμο από διαιτησία δεν πρέπει να έχει ξαναγίνει γενικά στη διοργάνωση) του Γκους Χίντιγκ με 3-2. Ο ίδιος ψηφίστηκε μέσα στους 16 καλύτερους παίκτες της διοργάνωσης. Μόνο δύο ήταν τερματοφύλακες. Ο άλλος φυσικά ήταν ο Γερμανός Όλιβερ Καν. Την ίδια «μαγική» χρονιά ανακηρύχθηκε ο καλύτερος τερματοφύλακας σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Μάλιστα επιλέχθηκε για την Ομάδα της Χρονιάς του 2002 από την «UEFA» με ψηφοφορία του κοινού! Το 2003 άλλη μια διάκριση για τη χώρα, με την κατάκτηση της τρίτης θέσης στο «Confederations Cup». Τον Οκτώβριο του ίδιου έτος έγινε μια «μυθική» σκηνή που δε θα σβήσει ποτέ, με αντίπαλο την Αγγλία. Με ένα χτύπημα καράτε και κουνγκ φου μαζί, διέλυσε τον Άγγλο Κίρον Ντάιερ (Kieron Dyer). Η κλωτσιά στον αέρα με τις τάπες στο κεφάλι του Άγγλου «κόβει την ανάσα». Ένας «Ράμπο» με χτύπημα αλά Μπρους Λι, που δεν πήρε κόκκινη κάρτα από τον Κολίνα!! Μπορεί ο αγώνας να έληξε 0-0 αλλά η σκηνή αυτή δε θα ξεχαστεί ποτέ.
Το 2004, επιλέχθηκε στο FIFA 100 από τον Πελέ ως ένας από τους 125 καλύτερους εν ζωή ποδοσφαιριστές στον κόσμο. Στις 26 Μαρτίου του 2005, ο αρχηγός κέρδισε την 100η του συμμετοχή σε μια εντός έδρας νίκη με 2-0 επί της Αλβανίας στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2006. To 2008 o Ρουστού έπαιξε στον προημιτελικό με την Κροατία. Σε ένα καταπληκτικό παιχνίδι, που απέδειξε, γιατί δεν έπρεπε ποτέ να καταργηθεί η κλασική παράταση με τα χαζά «χρυσά» γκολ (που ευτυχώς καταργήθηκαν οριστικά το 2005), η Τουρκία πέρασε στον ημιτελικό. Με το λάθος του γκολκίπερ οι Κροάτες ανοίγουν το σκορ, στο τελευταίο λεπτό της παράτασης. Στην τελευταία φάση όμως, ο καταπληκτικός Ρουστού, άμεσα επανορθώνει δίνοντας ασίστ με βολέ(!!), στον Σεμίχ Σεντούρκ (Semih Şenturk) που ισοφαρίζει στις καθυστερήσεις των καθυστερήσεων. Στη διαδικασία των πέναλτι που ακολούθησε, πιάνει το τελευταίο του Μλάντεν Πέτριτς και εξασφάλισε τη νίκη της Τουρκίας. Έτσι πήγε η Τουρκία για πρώτη φορά στην ιστορία της, στα ημιτελικά του «EURO». Στον απόηχο της ήττας με 3–2 στον ημιτελικό από τη Γερμανία, στο παιχνίδι που ήταν αρχηγός, ανακοίνωσε την αποχώρησή του από την εθνική ομάδα. Ωστόσο, έκτοτε κλήθηκε ξανά, εναντίον της Ισπανίας για έναν προκριματικό αγώνα Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2010. Στις 26 Μαΐου του 2012 διοργανώθηκε ένα φιλικό με τη Φινλανδία. Έπαιξε 40’ λεπτά πριν τον χειροκροτήσουν όλοι όρθιοι, με τους συμπαίκτες του να τον σηκώνουν και να τον μεταφέρουν έξω από το γήπεδο σε ένδειξη τιμής. Αυτή ήταν η τελευταία από τις 120 συμμετοχές του, ένα ρεκόρ για έναν Τούρκο παίκτη που φαίνεται ότι θα αντέξει για πολύ καιρό. Επίσης είχε και 11 συμμετοχές με την εθνική ελπίδων.
Στην προσωπική του ζωή είναι παντρεμένος με την Ισίλ Ρετσμπέρ (Işıl Reçber) και έχουν ένα γιο τον Μεχμέτ Μπαράκ και μια κόρη την Τουάνα. Συναντήθηκαν για πρώτη φορά την περίοδο που ο ίδιος μόλις είχε υπογράψει στη Φενερμπαχτσέ από την Αντάλιασπορ το 1994. Ο γιος του, Μπουράκ, γεννημένος το 2007, παίζει ποδόσφαιρο στην ακαδημία της Γαλατάσαραï, ενώ η κόρη του σπουδάζει στο πανεπιστήμιο της Βοστόνης στις Η.Π.Α. Τον Μάρτιο του 2020, βρέθηκε θετικός στον COVID-19 εν μέσω της πανδημίας. Εισήχθη στο νοσοκομείο για φροντίδα όπου τέθηκε σε απομόνωση και η κατάσταση του ήταν κρίσιμη. Τα λόγια της γυναίκας του συγκλονίζουν׃ «Οι προηγούμενες 72 ώρες ήταν εξαιρετικά δύσκολες, αλλά ελπίζω από εδώ και πέρα η κατάσταση να είναι καλύτερη. Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσοι μας βοηθούν και είναι στο πλευρό μας. Είναι μια μάχη ζωής, μια μάχη ενός ανθρώπου κόντρα σε έναν νέο ιό, άγνωστο ως τώρα. Είναι απαραίτητη η έγκαιρη διάγνωση, διότι ο κορονοϊός φτάνει γρήγορα στους πνεύμονες. Ο Ρουστού είχε πυρετό επί μέρες, ήταν εξαιρετικά αδύναμος και χωρίς όρεξη. Το δέρμα του είχε γίνει γκρι, ανέπνεε με δυσκολία και είχε έντονο βήχα. Δεν μπορούσε καν να μιλήσει». Ευτυχώς όλα πήγαν καλά και πήρε εξιτήριο τον Απρίλιο.
Δεν ήταν ποτέ ένας κανονικός τερματοφύλακας. Αντισυμβατικός, με τα μακριά μαλλιά του, το άγριο μουσάκι, και την πολεμική του μπογιά από φούμο στο πρόσωπο, ήταν αδιαμφισβήτητα ένας από τους καλύτερους εκφραστές στο ρόλο του κέρβερου. Ήταν διάσημος για την επιβλητική παρουσία του στον αέρα, για τα γρήγορα ισχυρά αντανακλαστικά του, καθώς και για τις αποκρούσεις των πέναλτι. Υπήρχε, ωστόσο, μια ακανόνιστη φύση, παρόμοια με αυτή του Φαμπιέν Μπαρτέζ, με την τάση να επιδίδεται σε κάποιες λίγες κακές στιγμές. Έπαιζε μερικές φορές έξω από την περιοχή, κάτι που στοίχιζε στην ομάδα του, παράλληλα είχε την ιδιορρυθμία να σηκώνει το χέρι κάθε φορά που δεχόταν γκολ. Με ύψος 1.87 έπαιρνε τη σωστή θέση και «καθάριζε» τα πάντα. Εμφανίστηκε σε ένα βίντεο της σειράς׃ «Προπόνηση της UEFA» ενώ ο τίτλος του ήταν׃ «Το λουκούμι του Rüştü», στο οποίο τον περιέγραφαν ως׃ «Master of Penalties». Φυσικά υπάρχει και στα βιντεοπαιχνίδια «Fifa» και «Pro» στους «θρύλους» του αθλήματος. Αυτή τη στιγμή παραμένει στο χώρο του ποδοσφαίρου και είναι στο προπονητικό τιμ της εθνικής Τουρκίας. Προσωπικά όποτε τον παρακολουθούσα εκνευριζόμουν, και ήθελα πάντα να χάνει. Αλλά αυτό συμβαίνει με τις μεγάλες προσωπικότητες. Στην αρχή τους αντιπαθείς, τους βρίζεις, μετά τους παραδέχεσαι και στο τέλος τους χειροκροτείς!