Προπονητής. Η πιο δύσκολη και ταυτόχρονα, η πιο σημαντική θέση σε όλο τον αθλητισμό. Ειδικά στο ποδόσφαιρο. Καλός ο πρόεδρος που πρέπει να πληρώνει, ναι σημαντικοί και οι παίκτες αλλά σαν τον προπονητή κανένας. Αυτός πρέπει να κουμαντάρει τα πάντα. Τις σχέσεις ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές, τη γκρίνια των οπαδών, τη «μουρμούρα» και τις επεμβάσεις πολλές φορές των προέδρων. Δε βγήκαν τυχαία οι φράσεις׃ «ηλεκτρική καρέκλα», «ηλεκτρικός πάγκος» και «παίζει το κεφάλι του». Όλες αυτές για ένα πρόσωπο. Ελάχιστες  φορές, μάλλον πιο σωστά, σχεδόν ποτέ δεν παίρνει τα εύσημα αλλά στην αποτυχία όλο το «ανάθεμα» πέφτει πάνω του. Σήμερα το art of football έχει αφιέρωμα σε έναν τεράστιο προπονητή και άνθρωπο που κατάφερε το αδιανόητο. Να σταματήσει το θρησκευτικό μίσος στην Σκωτία. Να ενώσει για λίγα χρόνια, τη μεγαλύτερη έχθρα που υπάρχει στον αθλητισμό και δυστυχώς, όχι μόνο εκεί. Να ενώσει τους οπαδούς της Σέλτικ και της Ρέιντζερς κάτω από το κοινό σκοπό. Κάτω από την «ομπρέλα» της Εθνικής Σκωτίας. Της πατρίδας τους!

   Ας κάνουμε όμως εδώ στην αρχή μια μικρή αναδρομή στο παρελθόν. Το σημερινό θέμα, και αυτό που δημιουργήθηκε από αυτόν τον άνθρωπο, ήταν στην κυριολεξία ένα αληθινό «θαύμα». Και η συνέχεια θα σας δείξει ότι δεν υπερβάλουμε καθόλου. Έχουν περάσει κοντά στα 15 χρόνια από τότε που ο Γιώργος Σαμαράς έκανε το ντεμπούτο του με την φανέλα της Σέλτικ. Οι οπαδοί της ομάδας περίμεναν πώς και πώς να δουν το τελευταίο μεταγραφικό απόκτημα από τη Μάντσεστερ Σίτι, αλλά η προσμονή μετατρέπεται σε οργή, σχεδόν από το ζέσταμα. Ο διεθνής Έλληνας αποδοκιμάζεται, χωρίς να καταλαβαίνει τι προκάλεσε μια τέτοια αντίδραση. Αργότερα μαθαίνει πως ο λόγος της έκρηξης ήταν τα πορτοκαλί παπούτσια του! Από την εποχή που ο Γουλιέλμος της Οράγγης (William of Orange) έκανε απόβαση στα βρετανικά νησιά το 1688 και ξερίζωσε την καθολική μοναρχία, εγκαθιστώντας παράλληλα τον προτεσταντισμό στην Αγγλία, Ιρλανδοί και Σκωτσέζοι έγιναν ορκισμένοι εχθροί του. Με εξαίρεση κάποιους που ασπάστηκαν το νέο δόγμα. Αιώνες αργότερα, το ίδιο μίσος μεταφέρθηκε και στον αθλητισμό, με τη Ρέιντζερς να αποτελεί τον βασικό φορέα προτεσταντισμού στο ποδόσφαιρο, και το πορτοκαλί να μετατρέπεται σε ένα χρώμα ενδεικτικό των ιδεών και της «διαμαρτυρόμενης» κληρονομιάς της!!

   Οι καθολικοί της Σέλτικ ήταν ικανοί να απορρίψουν έναν παίκτη μόνο και μόνο για τα παπούτσια του, παρά το γεγονός ότι ο μεγαλύτερος προπονητής της ιστορίας της ομάδας, ο Τζον «Τζοκ» Στιν ήταν διαμαρτυρόμενος! Πέρα όλων των άλλων, οδήγησε την ομάδα στην κατάκτηση ενός Κυπέλλου Πρωταθλητριών κι αργότερα έδωσε κυριολεκτικά τη ζωή του για την (καθολική) Σκωτία ως ομοσπονδιακός τεχνικός. Περιστασιακά η Σέλτικ έδειχνε πιο διαλλακτική στο να επιτρέψει σε μη καθολικούς να ταυτιστούν μαζί της, αντίθετα από την πολύ πιο σκληροπυρηνική και δυναμική στάση της Ρέιντζερς, όταν όμως ανακοινώθηκε ότι ο Στιν θα γινόταν προπονητής του συλλόγου, το «μούδιασμα» των οπαδών των Καθολικών ήταν πρωτόγνωρο. Ας ξετυλίξουμε όμως το κουβάρι και ας δούμε ποιος ήταν ο Τζον Στιν (ή Τζοκ, όπως τον φώναζαν).

   Η ποδοσφαιρική του καριέρα δεν ήταν και η πλέον εντυπωσιακή. Αλλά σίγουρα δεν τα πήγε και άσχημα, αν αναλογιστεί κανείς, ότι ξεκίνησε να παίζει μπάλα περιστασιακά. Αγωνιζόταν μόνο εκείνα τα σαββατοκύριακα του χρόνου που είχε ρεπό από την κανονική δουλειά του. Η οποία μάλιστα δεν ήταν καθόλου εύκολη, καθώς εργαζόταν ως ανθρακωρύχος. Αντίστοιχα σκληροτράχηλο προφίλ είχε και στα γήπεδα όπου είχε έναν δυναμικό ρόλο, για όσο άντεξαν τα πόδια του τους τραυματισμούς. Δίχως άλλο, το γεγονός ότι κατόρθωσε να φτάσει να αγωνίζεται ως επαγγελματίας για λογαριασμό της Σέλτικ, ξεπερνώντας αμέτρητες δυσκολίες ήταν απολύτως ενδεικτικό του χαρακτήρα του. Κι ένα από το μεγαλύτερα εμπόδια που στάθηκαν στον δρόμο του ήταν εκείνο του θρησκεύματος. Όντας προτεστάντης ο ίδιος, αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία μέχρι να καταφέρει να κερδίσει τον κόσμο με το πάθος και την αυταπάρνησή του, που κάλυπταν τις τεχνικές αδυναμίες του. Ας τα πάρουμε όμως όλα με τη σειρά για να δούμε πως κατάφερε το αδύνατο με τον τρόπο του να γίνει δυνατό!!

   Γεννήθηκε στο Burnbank του Lanarkshire στις 5 Οκτωβρίου 1922. Είδε το ποδόσφαιρο ως τη διαφυγή του από τα ανθρακωρυχεία της περιοχής. Το 1937 άφησε το σχολείο του Γκρίνφιλντ στο Χάμιλτον και μετά από σύντομο χρονικό διάστημα που εργάστηκε σε ένα εργοστάσιο χαλιών, κατέβηκε στο λάκκο για να γίνει ανθρακωρύχος. Το 1940, συμφώνησε να υπογράψει για την Μπέρνμπανκ Αθλέτικ, αλλά ο πατέρας του εναντιώθηκε έντονα. Αμέσως μετά, εντάχθηκε στην Μπλαντάιρ Βικτώρια, μια τοπική ομάδα. Πρώτη φορά που αγωνίστηκε σε μεγάλο σύλλογο,  ήταν στην Άλμπιον Ρόβερς  σε μια ισοπαλία 4–4 εναντίον της Σέλτικ στις 14 Νοεμβρίου του 1942. Συνέχισε να εργάζεται ως ανθρακωρύχος κατά τη διάρκεια της εβδομάδας. Αυτή ήταν η κανονική του δουλειά,  κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτό του επέτρεπε να παίζει τακτικά, καθώς πολλοί από τους άλλους παίκτες υπηρετούσαν στις Ένοπλες Δυνάμεις. Είχε μια σύντομη περίοδο δανεισμού με τη Νταντί Γιουνάιτεντ το 1943 και ξανά πίσω στην Άλμπιον για τα επόμενα οχτώ χρόνια.

   Το 1950, έχοντας προσεγγιστεί από τον πρώην συμπαίκτη του στην Άλμπιον Ρόβερς, Ντούγκι Γουάλας, υπέγραψε για τη μη πρωταθλήτρια ουαλική ομάδα Llanelli. Για πρώτη φορά στην καριέρα του, έγινε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής πλήρους απασχόλησης, κερδίζοντας £12 την εβδομάδα. Η ομάδα είχε κερδίσει την άνοδο στη Νότια Λίγκα το 1950 και υπέγραψε με αρκετούς Σκωτσέζους επαγγελματίες. Το 1951, η αίτηση του συλλόγου για ένταξη στη «Football League» απορρίφθηκε, ενώ υπήρχαν και φήμες για οικονομικά προβλήματα. Όλοι οι Σκωτσέζοι επαγγελματίες, εκτός από δύο, έφυγαν. Όταν μετακόμισε στην Ουαλία, άφησε τη σύζυγό και τη μικρή του κόρη στη Σκωτία. Η οικογένειά του μετακόμισε αμέσως μετά, αλλά το σπίτι τους στο Χάμιλτον διαρρήχθηκε περίπου οκτώ εβδομάδες μετά τη μετακόμισή τους. Η γυναίκα του ήθελε να επιστρέψει στη Σκωτία και εκείνος αποδέχτηκε την επιθυμία της, υπό το φως της δικής του απογοήτευσης με τα προβλήματα στο κλαμπ. Όταν ρωτήθηκε από τον προπονητή του τι θα έκανε πίσω στην πατρίδα, του απάντησε ότι πιθανότατα θα εγκατέλειπε το ποδόσφαιρο και θα γινόταν ξανά ανθρακωρύχος.

   Όμως η ζωή είναι απρόβλεπτη και έτσι τον Δεκέμβριο του 1951, μετά από σύσταση του προπονητή της δεύτερης ομάδας Τζίμι Γκρίμπεν, η Σέλτικ τον αγόρασε για 1.200 £. Υπέγραψε και θα έπαιζε όποτε χρειάζονταν. Συνήθως ήταν στον πάγκο και έμπαινε ως αλλαγή. Αλλά οι τραυματισμοί που υπέστησαν οι παίκτες της πρώτης ομάδας είχαν ως αποτέλεσμα να ανέβει. Το 1952 όταν ο αρχηγός Σέαν Φάλλον υπέστη κάταγμα στο χέρι, η αρχηγία πέρασε στον Στιν!! Αγωνίστηκε για έξι χρόνια με την πράσινη φανέλα. Στις 29 Ιανουαρίου του 1957 σταμάτησε το ποδόσφαιρο εξαιτίας ενός τραυματισμού στον αστράγαλο. Είχε 365 συμμετοχές και πέτυχε 13 γκολ συνολικά. Τον Ιούλιο του 1957, ανέλαβε τη δουλειά του προπονητή στην ομάδα νέων της Σέλτικ. Και περιλάμβανε έναν αριθμό νεαρών παικτών που αργότερα θα έπαιζαν υπό τις οδηγίες του στην πρώτη ομάδα, συμπεριλαμβανομένων των Μπίλυ ΜακΝίλ, Μπόμπι Μούρντοχ και Τζον Κλαρκ. Στην πρώτη του σεζόν ως προπονητής, κέρδισε το «Reserve Cup» με ένα συνολικό θρίαμβο 8–2 επί της Ρέιντζερς. Παρά την επιτυχία αυτή, σύμφωνα με το δημοσιογράφο Άρτσι ΜακΦέρσον, ο πρόεδρος του συλλόγου Ρόμπερτ Κέλλι, δε θα προχωρούσε στην ανανέωση του συμβολαίου του, εξαιτίας της προτεσταντικής του πίστης!! Η Σέλτικ είχε προηγουμένως μόνο Καθολικούς  προπονητές. Ο πρώτος ήταν ο Γουίλι Μάλεϊ, προπονητής για 43 χρόνια στο σύλλογο. Στη συνέχεια ακολούθησε ο Τζίμι ΜακΣτέι που κάθισε 5 χρόνια και τέλος ο Τζίμι ΜακΓκρόρυ για 20!!

   Πείσμωσε με τον τρόπο που έφυγε και ανέλαβε την Ντανφέρμλιν. Εκεί έκανε απίστευτα πράγματα και έφερε στην ομάδα μέχρι και τίτλο. Το 1961 πήρε το Κύπελλο Σκωτίας αφού νίκησε τη Σέλτικ στον επαναληπτικό τελικό! Το πρώτο παιχνίδι είχε τελειώσει με 0-0. Μια γλυκιά ρεβάνς θα μπορούσαμε να πούμε. Αφού έκλεισε τον κύκλο εκεί ήρθε η Χιμπέρνιαν. Τα άλλαξε όλα και η ομάδα ήταν ανταγωνιστική στο μάξιμουμ. Συμμετείχε ακόμα και ο ίδιος στην προπόνηση. Βοήθησε παίκτες να ξαναβρούν τον εαυτό τους και όταν άφησε το σύλλογο, εκείνος ήταν μέσα σε όλους τους στόχους. Μέχρι σήμερα, είναι στατιστικά, ο καλύτερος όλων των εποχών των «Χιμπς» (Hibs) με ποσοστό νίκης 62%!!! Ο πρόεδρος Κέλλι, τελικά, έδιωξε το κόλλημα του, πέταξε τις προκαταλήψεις του και πείστηκε ότι αυτός ήταν ο κατάλληλος για τον πάγκο των «πράσινων». Οι οπαδοί «πάγωσαν» αφού θα ήταν ο πρώτος προτεστάντης προπονητής και μόλις ο τέταρτος σε όλη την ιστορία του «κλαμπ». Βέβαια είχε ένα ελαφρυντικό. Το ότι για έξι χρόνια αγωνίστηκε και τα έδινε όλα για την φανέλα με τις ρίγες. Ήταν η μεγαλύτερη κίνηση που μπορούσε ποτέ να κάνει μια διοίκηση.

   Ο Στιν έδωσε για άλλη μια φορά απαντήσεις στο γήπεδο. Δημιούργησε την κορυφαία ομάδα της Σέλτικ όλων των εποχών, οδηγώντας την σε 9 σερί πρωταθλήματα από το 1966 μέχρι το 1974. Αναμφισβήτητα όμως, σπουδαιότερο επίτευγμά του και αδιανόητο με βάση τις συνθήκες της εποχής, ήταν η κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1967. Τότε που έχοντας στα χέρια του μια χούφτα παιδιών που όλα είχαν γεννηθεί σε ακτίνα μερικών χιλιομέτρων από την έδρα του συλλόγου, έφτασε να επικρατεί της Ίντερ του Χερέρα. Οι παίκτες του Τζον ταξίδεψαν για τον τελικό ως τα απόλυτα αουτσάιντερ κι επέστρεψαν ως׃ «Τα λιοντάρια της Λισσαβώνας». Ο μετέπειτα αρχιτέκτονας της μεγάλης Λίβερπουλ που έθεσε τις βάσεις της κυριαρχίας της στην Ευρώπη, Μπιλ Σάνκλι, πλησίασε τον Στιν και του ψιθύρισε: «Τώρα είσαι αθάνατος»…

   Στο ταξίδι του «Τζοκ» προς την αιωνιότητα το θαύμα της Λισσαβώνας (που χαρακτηρίστηκε θρίαμβος του ποδοσφαίρου επί του κατενάτσιο) ήταν δίχως αμφιβολία ένας από τους σημαντικότερους σταθμούς. Δεν ήταν όμως ο μόνος. Έξω από τις γραμμές του γηπέδου ο Τζον Στιν έδινε στον κόσμο πολλούς λόγους για να λατρευτεί. Όλοι έκαναν λόγο για την μεγάλη καρδιά του Σκωτσέζου τεχνικού, το χαρακτήρα του, το ήθος του και όλα εκείνα τα στοιχεία που συνέθεταν μια εξωστρεφή προσωπικότητα που αποτυπωνόταν στο πλατύ χαμόγελό του. Εκείνο, όμως, που πολλοί αγνοούσαν, ήταν ότι αυτή η τεράστια καρδιά που κατάφερε, να νικήσει το θρησκευτικό μίσος και τις διαχωριστικές γραμμές που είχε δημιουργήσει η μισαλλοδοξία, ήταν προβληματική. Για καιρό ακολουθούσε συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή που περιλάμβανε διουρητικά χάπια. Μυστικό που γνώριζαν μόνο οι πολύ κοντινοί σε αυτόν άνθρωποι. Μα ούτε εκείνοι (για την ακρίβεια ούτε καν η σύζυγός του) ήξεραν για την απόφασή του να σταματήσει την αγωγή επειδή θεωρούσε ότι τα φάρμακα θόλωναν την κρίση του και δεν του επέτρεπαν να κάνει σωστά τη δουλειά του. Η ιδέα και μόνο ότι δεν θα μπορούσε να κάτσει στον πάγκο τον τρέλαινε. Άλλωστε η μόνη φορά που είχε συμβεί κάτι τέτοιο ήταν την σεζόν 1975-1976, όταν εξαιτίας ενός τροχαίου αναγκάστηκε να εγκαταλείψει προσωρινά τα γήπεδα, λίγο καιρό πριν έλθει το άσχημο διαζύγιο με τους «Καθολικούς». Τότε ήταν που ξεστόμισε το ιστορικό׃  «Δεν μπορώ να πω ότι η Σέλτικ είναι η πρώτη μου αγάπη αλλά μπορώ να πω ότι είναι η τελευταία μου».

   Μια άλλη μεγάλη λατρεία ήταν η ίδια του η πατρίδα. Ανήμερα των 56ων γενεθλίων του, στις 5 Οκτωβρίου του 1978, θα κάνει ντεμπούτο ως ομοσπονδιακός τεχνικός της εθνικής Σκωτίας σε ένα ματς κόντρα στη Νορβηγία. Τέσσερα χρόνια αργότερα θα την οδηγήσει στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ισπανίας. Έχοντας στο πλευρό του ως βοηθό τον μετέπειτα Σερ, Άλεξ Φέγκιουσον, ο Στιν θέλει να επαναλάβει το ίδιο κατόρθωμα και το 1986. Σε ένα ματς που θα αποδειχθεί ιστορικό στις 10 Οκτωβρίου του 1985 στο «Ninian Park», οι Σκωτσέζοι φιλοξενούνται στο Κάρντιφ από την Ουαλία, την τελευταία αγωνιστική της φάσης των ομίλων. Οι γηπεδούχοι θέλουν μόνο νίκη, ενώ η ομάδα του «Τζοκ» προκρίνεται και με ισοπαλία. Παραμονές του αγώνα σταματά να παίρνει τα χάπια του. Δεν το λέει σε κανέναν και την ημέρα του ματς βαδίζει στο πλάι των παικτών του χωρίς να γνωρίζει πως κάθε του βήμα εκείνο το βράδυ τον οδηγεί ολοένα και πιο κοντά στον θάνατο.

   Οι Ουαλοί προηγούνται από το 13’ λεπτό με γκολ του Χιουζ και βλέπουν τον χρόνο να κυλά υπέρ τους. Μόλις δέκα λεπτά πριν την λήξη έρχεται η λύτρωση. Ο Κούπερ ευστοχεί σε πέναλτι και κάνει το 1-1. Επικρατεί πανδαιμόνιο. Ο Στιν νιώθει την καρδιά του να πιέζεται όπως ποτέ άλλοτε. Λίγα λεπτά ακόμη και θα πήγαινε στα αποδυτήρια για να πάρει τα χάπια του. Τη στιγμή που ο διαιτητής σφύριξε ένα φάουλ στις καθυστερήσεις πολλοί μπερδεύτηκαν και θεώρησαν πως ήταν η λήξη του αγώνα. Λανθασμένα όλοι ξεσπούν σε πανηγυρισμούς, την ίδια ώρα που στον πάγκο της εθνικής Σκωτίας συντελείται το απόλυτο δράμα. Η καρδιά του Στιν προδίδει τον σπουδαίο τεχνικό. Η τελευταία του λέξη ήταν׃ «Σβήνω»… Ο θάνατός του είχε βαθιά επίδραση στον βοηθό του και στον προπονητή της Αμπερντίν, Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, που τον θεωρούσε ως μέντορα του και τρομοκρατήθηκε από την ξαφνική του απώλεια. Ο ίδιος διορίστηκε προσωρινός προπονητής και οδήγησε την ομάδα της Σκωτίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986, αλλά απέτυχε να προχωρήσει πέρα από τη φάση των ομίλων. Ο Τζον «Τζοκ» Στιν αποτεφρώθηκε στο «Linn Crematorium» στη Γλασκόβη, σε μια ιδιωτική τελετή στην οποία παρευρέθηκαν, πολλές προσωπικότητες του ποδοσφαίρου, του παρελθόντος αλλά και του παρόντος. Στην προσωπική του ζωή ήταν παντρεμένος από το 1946 με την Τζέανι Μακάλεï (Jeanie McAuley) και ήταν μαζί μέχρι τον θάνατό του 39 χρόνια αργότερα. Είχαν έναν γιο τον Τζωρτζ (George) και μια κόρη τη Ρέι (Ray) που πέθανε από καρκίνο στις 9 Σεπτεμβρίου του 2006 σε ηλικία 59 ετών. Η μητέρα της, πέθανε στις 2 Αυγούστου του 2007 σε ηλικία 80 ετών. Ο Τζωρτζ ζούσε στην Ελβετία από την εποχή που ο πατέρας του «έφυγε» από αυτόν το μάταιο κόσμο.

   Από το θάνατό του, το όνομα του είναι φυσικά στο Σκωτσέζικο Αθλητικό «Hall of Fame» και στο Ποδοσφαιρικό «Hall of Fame» της χώρας. Όταν το «Σέλτικ Παρκ» (Celtic Park) ξαναχτίστηκε τη δεκαετία του 1990, το παραδοσιακό πέταλο του γηπέδου για τους οπαδούς ονομάστηκε׃ «Jock Stein Stand». Το 2002 ο Στιν ψηφίστηκε ως ο καλύτερος προπονητής όλων των εποχών της Σέλτικ, από τους οπαδούς του συλλόγου, και ως ο καλύτερος προπονητής ποδοσφαίρου της Σκωτίας, σε δημοσκόπηση που έγινε το 2003 από την εφημερίδα «Sunday Herald». Μια προτομή του παρουσιάστηκε στη Σέλτικ από μια ομάδα οπαδών και τώρα κάθεται στο φουαγιέ του σταδίου. Στις 5 Μαρτίου του 2011, ένα μεγαλύτερο από φυσικό μέγεθος, χάλκινο άγαλμα του, που δημιούργησε ο γλύπτης Τζον ΜακΚέννα (John McKenna), αποκαλύφθηκε έξω από το «Σέλτικ Παρκ» (Celtic Park). Το άγαλμα τον απεικονίζει να κρατά το Ευρωπαϊκό Κύπελλο. Ο πρόεδρος τότε του συλλόγου Τζον Ριντ είπε׃ «Ο Τζοκ θα μείνει αναμφίβολα στη μνήμη μας ως ένας από τους καλύτερους προπονητές του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Ένας άνθρωπος με τεράστιο ανάστημα και κάποιος που έδωσε τόσα πολλά στη Σέλτικ, τη Σκωτία και το παιχνίδι του ποδοσφαίρου γενικότερα».

   Αυτός ήταν ο μεγαλύτερος προπονητής όλων. Ο άνθρωπος που κατάφερε το αδιανόητο. Και με αυτό το «σβήνω»  αποχαιρέτησε τον κόσμο που γνώρισε. Έναν κόσμο γεμάτο μίσος, φανατισμό και ταμπού. Έναν κόσμο τον οποίο άλλαξε μέχρι ενός βαθμού και ο ίδιος, βοηθώντας αρκετούς να αντιληφθούν την ασημαντότητα επίπλαστων διαχωριστικών γραμμών που δεν έχουν θέση ούτε στο ποδόσφαιρο, ούτε σε καμία άλλη έκφανση της ανθρώπινης ζωής. Και τελικά τα κατάφερε, έστω και με τίμημα την ίδια τη ζωή του…

 

 

Από τον Ευστράτιο Φωτεινό

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ