Τη σεζόν 1973-74 πάνω στον τίτλο του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης «χαράχτηκε» ένα όνομα το οποίο σήμερα ακούγεται «ξένο» στα αυτιά ακόμη και των πλέον φανατικών του ποδοσφαίρου. Σε μία όμως πιο ρομαντική εποχή, τότε που επιτρέπονταν ακόμη τα ποδοσφαιρικά θαύματα μία ομάδα από την Ανατολική Γερμανία εξάντλησε όλες τις πιθανότητες της να ζήσει αυτό το θαύμα με την κατάκτηση ενός Ευρωπαϊκού τίτλου. Η ομάδα αυτή δεν είχε ούτε πιστούς οπαδούς, ούτε χρήματα, ούτε πολλούς τίτλους και κυρίως δεν είχε μεγάλη ιστορία αφού ιδρύθηκε σχεδόν μια δεκαετία νωρίτερα. Το όνομα αυτής ήταν Μαγδεμβούργο (1.FC Magdeburg) που αποτελούσε μέρος ενός πρότζεκτ της κυβέρνησης της Ανατολικής Γερμανίας.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 ο «ηγέτης» της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας ‘Εριχ Χόνεκερ έδωσε εντολή στον υπουργό αθλητισμού της χώρας Μάνφρεντ Έβαλντ για τη δημιουργία ενός πρωταθλήματος ποδοσφαίρου που θα αποτελείται από αμιγώς ποδοσφαιρικά σωματεία. Σκοπός του ήταν να μπορέσει έτσι να ανταγωνιστεί τις προηγμένες ομάδες της Δυτικής Γερμανίας αλλά και να μπει το όνομα της χώρας του στον Ευρωπαϊκό «ποδοσφαιρικό χάρτη». Με αυτόν τον τρόπο οι μικρότερες ήδη υπάρχουσες ποδοσφαιρικές ομάδες ήταν αναγκασμένες να λειτουργούν σαν φυτώρια των μεγάλων, παραχωρώντας τους καλύτερους τους παίχτες. Έτσι και στην περιοχή του Μαγδεμβούργου διαλυθήκαν διάφορα σωματεία αμιγώς ή όχι ποδοσφαιρικά και στη θέση τους το 1965 ιδρύεται η ομώνυμη ομάδα.

Οι κορυφαίες ποδοσφαιρικές ομάδες των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών ανήκαν σε κάποια κρατική εταιρεία ή υπηρεσία. Η Ντιναμό Βερολίνου άνηκε στις μυστικές υπηρεσίες της χώρας την περιβόητη Στάζι. Η Ντιναμό Δρέσδης ήταν η ομάδα της αστυνομίας. Έτσι και το Μαγδεμβούργο άνηκε σε μία κατασκευαστική εταιρεία «κολοσσό» την Ερνστ Θάλμαν η οποία είχε σαν έδρα της στην ομώνυμη πόλη και ελέγχονταν αποκλειστικά από το Κομμουνιστικό Κόμμα δηλαδή την ίδια την κυβέρνηση της χώρας.

Το Μαγδεμβούργο στην πρώτη σεζόν της ύπαρξής του (1965-66) -παίρνοντας τη θέση της Αουφμπάου Μάγδεμπουργκ, οποία ουσιαστικά και διαλύθηκε- έφτασε μέχρι τα προημιτελικά του Kυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης όπου και αποκλείστηκε από τη Γουέστ Χαμ με συνολικό σκορ 2-1. Δείχνοντας με το «καλημέρα» ότι η διοργάνωση αυτή του ταιριάζει. Την ίδια χρονιά ο ερχομός του προπονητή Χάινς Κρούγκελ θα δώσει μία άλλη δυναμική στην ομάδα. Το Μαγδεμβούργο αφού πρώτα ανέβηκε στα ψηλά «πατώματα» του Ανατολικογερμανικού ποδοσφαίρου θα κατακτήσει και τους πρώτους του τίτλους. Αρχικά το κύπελλο Αν. Γερμανίας (1968-69) και μετά το πρώτο πρωτάθλημα στην ιστορία του συλλόγου τη σεζόν 1971-72.

Το κύπελλο του 1973 θα είναι το κλειδί που θα ξεκλειδώσει τη μαγική σεζόν 1973-74. Το ταξίδι αυτό θα ξεκινήσει και θα ολοκληρωθεί στο ίδιο γήπεδο το Ντε Κάιπ του Ρότερνταμ. Αντικειμενικός στόχος της νεανικής ομάδας του Μαγδεμβούργου ήταν η πρόκριση στον επόμενο γύρο της διοργάνωσης. Πρώτος αντίπαλος ήταν η κυπελλούχος Ολλανδίας Μπρέντα. Το 0-0 στο Ρότερνταμ και το 2-0 στο Μαγδεμβούργο έστειλαν την ομάδα από την Ανατολική Γερμανία στην επόμενη φάση της διοργάνωσης. Έτσι ο πρωταρχικός στόχος επετεύχθη.

Το πρώτο ματς της φάσης των “16” τελείωσε με «καθαρή» νίκη της Μπάνικ Οστράβα με 2-0, ένα αποτέλεσμα που δεν έδινε πολλές ελπίδες στο Μαγδεμβούργο. Στη ρεβάνς της 7ης Νοεμβρίου η ομάδα του Κρούγκελ άσκησε ασφυκτική πίεση στους Τσεχοσλοβάκους ο Μάρτιν Χόφμαν στο 84′ ισοφαρίζει το σκορ του πρώτου αγώνα (2-0) και στέλνει το παιχνίδι στην παράταση. Λίγο πριν το τέλος του Α’ ημιχρόνου της παράτασης ο Γιούργκεν Σπαρβάσερ κάνει το 3-0 που θα είναι και το τελικό σκορ.

Στα προημιτελικά της διοργάνωσης υπήρχαν αρκετοί δυνατοί -πιθανοί- αντίπαλοι. Όπως οι πανίσχυρες Μίλαν και Μπορούσια Μενχενγκλάντμπαχ, η Σπόρτινγκ Λισαβόνας αλλά και ο -καλύτερος όλων των εποχών- ΠΑΟΚ των Κούδα, Ασλανίδη, Σαράφη, Αποστολίδη, Ιωσηφίδη κ.α.

Η τύχη όμως «έκλεισε το μάτι» στην ομάδα από την Ανατολική Γερμανία στέλνοντας της την φιναλίστ του Κυπέλλου Βουλγαρίας της περασμένης σεζόν, τη Μπερόε Στάρα Ζαγορά. Σε αντίθεση με τον ΠΑΟΚ που «έπεσε» επάνω στη Μίλαν χάνοντας έτσι την ευκαιρία μιας μεγαλύτερης Ευρωπαϊκής διάκρισης. Το Μαγδεμβούργο με απολογισμό μια εντός έδρας νίκη 2-0 (Χέρμαν 70′, Μέβες 73′) στο Ερνστ Γκρούμπε Στάντιον και μια ισοπαλία 1-1 στη Βουλγαρία (Χέρμαν 81′) βρέθηκε στην κλήρωση για τα ημιτελικά. Η συμμετοχή της ομάδας του Μαγδεμβούργου στα ημιτελικά μιας Ευρωπαϊκής διοργάνωσης ήταν από μόνη της μεγάλο επίτευγμα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στη μέση του ψυχρού πόλεμου και οι διακρίσεις των ομάδων από την ανατολική πλευρά της Ευρώπης δεν ήταν και τόσο συνηθισμένες. Οι ομάδες αυτές αντιμετωπίζονταν αρκετές φορές ιδιαίτερα εχθρικά όχι μόνο από τις ΦΙΦΑ και ΟΥΕΦΑ αλλά πολλές φορές και εσωτερικά από τις ίδιες τους τις ομοσπονδίες και κυβερνήσεις. Που δε δίσταζαν εις βάρος των συλλόγων ή των εθνικών τους ομάδων να παίξουν τα δικά τους μικροπολιτικά παιχνίδια.

Αντίπαλος του Μαγδεμβούργου στα ημιτελικά ήταν η πρωτοπόρος του Πορτογαλικού πρωταθλήματος Σπόρτινγκ Λισσαβόνας. Στις 10 Απριλίου του 1974 το τελικό 1-1 (Μανάκα 76′ – Σπαρβάσερ 62′) αδικούσε τους γηπεδούχους που μεταξύ άλλων είχαν δυο δοκάρια και χαμένο πέναλντι. To αποτέλεσμα του Ζόρζε Αρβαλάντε έδινε σημαντικές πιθανότητες πρόκρισης στην ομάδα του Χάινς Κρούγκελ. Δεκατέσσερις μέρες αργότερα στη ρεβάνς του Ερνστ Γκρούμπε Στάντιον -όπως και στο πρώτο ματς- ο γκολκίπερ των γηπεδούχων Ούλριχ Σούλτσε «κατέβασε ρολά» και με την υποστήριξη 34,000 θεατών το Μαγδεμβούργο πήρε τη μεγάλη νίκη με 2-1 (Πομερένκε 9′, Σπαρβάσερ 70′- Μαρίνιο 78′). Ζώντας έτσι την κορυφαία – μέχρι την επόμενη- βραδιά της ιστορίας του.

Το παραμύθι του Μαγδεμβούργου -όπως και όλα τα παραμυθία είχε- όμορφο τέλος. Ο μεγάλος τελικός διεξήχθη στο Ντε Κάιπ του Ρότερνταμ εκεί όπου ξεκίνησε το ταξίδι της ομάδας στις 19 Σεπτεμβρίου του ’73. Ο τελικός αυτός όμως δεν ήταν ο κλασσικός τελικός μιας τόσο μεγάλης διοργάνωσης όπως όλοι τον έχουμε στο μυαλό μας. Το συγκεκριμένο παιχνίδι κατέχει το αρνητικό ρεκόρ θεατών σε τελικό Ευρωπαϊκής διοργάνωσης αφού το «όνομα» του Μαγδεμβούργου, η κακοκαιρία, η μη δημοφιλία της Μίλαν στην Ολλανδία σε συνδυασμό με τη σιγουριά των Ιταλών για τη νίκη οδήγησε μόλις 4000 φιλάθλους στις κερκίδες του Ντε Κάιπ. Από πλευράς Μαγδεμβούργου μόλις 500 «φίλαθλοι» ταξίδεψαν για να παρακολουθήσουν το ματς. Όλοι τους φυσικά αξιωματούχοι και προσεκτικά επιλεγμένα μέλη του κομμουνιστικού κόμματος της χώρας. Ο Κρούγκελ μάλιστα είχε δηλώσει για αυτούς τους «φιλάθλους» ότι την ώρα του παιχνιδιού αναρωτιόντουσανεμείς με ποια χρώματα είμαστε;”

Η Μίλαν των Τζιάνι Ριβέρα, Αλμπέρτο Μπιγκόν, Καρλ Χάινς Σνέλινγκερ υπό τις οδηγίες του -νεαρού τότε- Τζιοβάνι Τραπατόνι ήταν το μεγάλο φαβορί από το ξεκίνημα της διοργάνωσης. Η Ιταλική ομάδα είχε κατακτήσει δυο φορές το Κύπελλο Κυπελλούχων(1968, 1973), ήταν η κάτοχος του τίτλου, ενώ πέντε χρόνια νωρίτερα είχε στεφθεί και πρωταθλήτρια Ευρώπης (1969).

Η ομάδα του Μιλάνου μπήκε στο γήπεδο με μεγάλη σιγουριά και τον «αέρα» του μεγάλου φαβορί. Το Μαγδεμβούργο στα πρώτα λεπτά του παιχνιδιού δέχτηκε -όπως ήταν λογικό- μεγάλη πίεση από τον αντίπαλό του. Η Μίλαν παρά την πίεση δεν έκανε τις μεγάλες φάσεις μέχρι που φτάσαμε στο 42’ όπου μία σέντρα μετά από κούρσα 60 μέτρων του Μάρτιν Χόφμαν από τα αριστερά «ανάγκαζε» τον Λάνζι να στείλει τη μπάλα στα δίχτυα της ομάδας του της Μίλαν. Φέρνοντας έτσι τα πάνω-κάτω στον τελικό. Στο δεύτερο μέρος -όσο και αν φαίνεται περίεργο- το Μαγδεμβούργο ήταν αυτό που έχανε ευκαιρίες για ένα δεύτερο τέρμα. Στο 74′ ο Άλεξ Τιλ βρίσκει με μια μπαλιά τον Βόλφγκανγκ Σέγκουιν που με κεραυνό μέσα από τη μικρή περιοχή και από πλάγια θέση έστειλε τη μπάλα στον ουρανό της κλειστής γωνιάς του Πιερλουίτζι Πιτσαμπάλα. Στο υπόλοιπο του παιχνιδιού η Μίλαν πίεζε για να μειώσει, όμως το Μαγδεμβούργο ήταν αυτό που έχανε ευκαιρίες για να δώσει διαστάσεις θριάμβου στο τελικό σκορ. Τελικά η νίκη αυτή και ο τρόπος με τον οποίο ήρθε ήταν ένας μεγάλος θρίαμβος για την ομάδα από την Ανατολική Γερμανία. Αν και το καθεστώς της χώρας δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στο ιστορικό αυτό ματς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ότι η κρατική τηλεόραση δεν μπήκε καν στον κόπο να αλλάξει το καθιερωμένο πρόγραμμα της που ήταν μια Σοβιετική Ταινία και ένα μουσικό σόου.

O Κρούγκελ σε αυτό το παιχνίδι πήρε τη «προπονητική ταυτότητα» του άπειρου τότε Τζιοβάνι Τραπατόνι. Στην αρχική 11άδα έκανε την έκπληξη τοποθετώντας τον Xέλμουτ Γκάουμπε μαν το μαν επάνω στο μεγάλο αστέρι της Μίλαν Τζιάνι Ριβέρα. Ο Γκάουμπε που κλίθηκε να αντικαταστήσει τον τιμωρημένο Κλάους Ντέκερ ήταν ένας ποδοσφαιριστής πολύ περιορισμένων δυνατοτήτων που αν και βρισκόταν αρκετά χρόνια στο σύλλογο μετρούσε ελάχιστες συμμέτοχες με την πρώτη ομάδα. Μάλιστα στο «ταξίδι» για τον τελικό είχε μόλις μια ευρωπαϊκή συμμετοχή. Ωστόσο την 8η Μαΐου του 1974 ο Γκάουμπε έκανε το ματς της «ζωής» του περιορίζοντας σημαντικά τον Ριβέρα.

Την ίδια σεζόν το Μαγδεμβούργο κατέκτησε και το δεύτερο πρωτάθλημα Ανατολικής Γερμανίας. Ο μέσος όρος ηλικίας των παιχτών της ομάδας ήταν μόλις τα 23 έτη ενώ σχεδόν όλοι οι ποδοσφαιριστές προέρχονταν από τα τμήματα υποδομής του συλλόγου. Γεννημένοι είτε στην πόλη είτε στις γύρω περιοχές. Παρόλα αυτά εκείνος ο θρίαμβος σε συνδυασμό με το νεαρό της ηλικίας των ποδοσφαιριστών δεν αποτέλεσε την απαρχή μίας λαμπρής εποχής για το σύλλογο. Το αντίθετο μάλιστα.

Μερικές εβδομάδες αργότερα στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 η Ανατολική Γερμανία θα κερδίσει τη γηπεδούχο -και μετέπειτα παγκόσμια πρωταθλήτρια- Δυτική Γερμανία με 1-0 στη φάση των ομίλων. Με τους παίχτες του Μαγδεμβούργο να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ομάδας και το μεγάλο της αστέρι τον Σπαρβάσερ να πετυχαίνει το ιστορικό γκολ.

Μετά από αυτές τις μεγάλες επιτυχίες του Μαγδεμβούργου και γενικότερα του ποδοσφαίρου της χώρας ομάδα, παίχτες και προπονητής βρισκόταν στο «απόγειο» της καριέρας τους. Όλα έδειχναν ότι το μέλλον τους ανήκει. Η κυβέρνηση της Αν. Γερμανίας όμως είχε διαφορετική άποψη, αφού την κάθε αθλητική επιτυχία τη μετρούσε σε πολίτικο όφελος.

Την επόμενη σεζόν το Μαγδεμβούργο αντιμετώπισε στη φάση των “16” του Κυπέλλου Πρωταθλητριών τη Μπάγερν Μονάχου αλλά ηττήθηκε και στα δύο παιχνίδια. Σε ένα ζευγάρι «φωτιά» αφού ήταν και ο άτυπος τελικός του Σούπερ Καπ Ευρώπης. Ο οποίος όμως δεν έγινε με την αιτιολογία ότι οι δύο ομάδες δεν μπορούσαν να βρούνε διαθέσιμη ημερομηνία. Το πολιτικό παρασκήνιο δεν θα μπορούσε να λείπει από αυτά τα παιχνίδια αφού η Στάζι -κατά τη συνήθη τακτική της- είχε «παγιδέψει» τα αποδυτήρια της Μπάγερν προσφέροντας έτσι κασέτες με τις τακτικές και τις οδηγίες των Βαβαρών για τα ματς με το Μαγδεμβούργο!!! Προς τιμήν του όμως ο Κρούγκελ δεν τις δέχτηκε προσβάλοντας όμως έτσι τις «αρχές» του σοσιαλισμού.

Αυτό το περιστατικό ήταν η αρχή του τέλους του Κρούγκελ και ολόκληρης της ομάδας του. Δύο χρόνια αργότερα το κομμουνιστικό κόμμα της Ανατολικής Γερμανίας «κατάφερε» να θέσει εκτός ποδοσφαίρου τον έμπειρο προπονητή και κατά συνέπεια όλη την προσπάθεια της ομάδας του. Η επίσημη αιτιολογία ήταν ότι δεν μπορούσε να …υποστηρίξει τα ιδεώδη του κόμματος και να αναπτύξει αθλητές για την Ολυμπιακή ομάδα ποδοσφαίρου της χώρας. Έτσι στα 55 του ο προπονητής που ακόμη και η Γιουβέντους είχε καταθέσει πρόταση στο Μαγδεμβούργο για να τον αποκτήσει και κάτσει στον πάγκο της έμεινε εκτός ποδοσφαίρου.

Τη σεζόν μετά τον θρίαμβο του Ρότερνταμ (1974-75) η ομάδα διατηρεί τα πρωτεία στο πρωτάθλημα της χώρας κατακτώντας το τρίτο και τελευταίο πρωτάθλημα της ιστορίας του. Τις σεζόν 1976-77 και 1977-78 θα φτάσει μέχρι τα προημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ αλλά και στις δυο περιπτώσεις θα αποκλειστεί από τις μετέπειτα νικήτριες της διοργάνωσης Γιουβέντους και Άιντχοβεν αντίστοιχα.

Τα επόμενα χρόνια η στήριξη του καθεστώτος προς τη Ντιναμό Βερολίνου δεν επέτρεψαν στο Μαγδεμβούργο και στις άλλες ομάδες να αναδειχθούν. Προσαγωγές παικτών των αντιπάλων στο αστυνομικό τμήμα λίγο πριν τα ματς κόντρα στη Ντιναμό, ευνοϊκές διαιτησίες και άλλες παρόμοιες Ανατολικογερμανικές μέθοδοι έφεραν δέκα σερί πρωταθλήματα στην ομάδα του Βερολίνου.

Εκτός του Κυπέλλου Κυπελλούχων και τα τρία πρωταθλήματα το Μαγδεμβούργο έχει στην τροπαιοθήκη του και εφτά εγχώρια κύπελλα (1964, 1965, 1969, 1973, 1978, 1979, 1983). Μετά την πτώση του τοίχους και την επανένωση της Γερμανίας το Μαγδεμβούργο όπως και οι άλλες ομάδες της χώρας δεν μπόρεσαν να ανταγωνιστούν τους συλλόγους της Δυτικής Γερμανίας στο ενιαίο πλέον πρωτάθλημα. Μοιραία μέσα σε λίγα χρόνια κατρακύλησαν στις χαμηλότερες κατηγορίες της χώρας.

Το 2000 το Μαγδεμβούργο επανήλθε στο προσκήνιο όταν απέκλεισε στο δεύτερο γύρο του Κυπέλλου Γερμανίας την πανίσχυρη Μπάγερν Μονάχου η οποία στο τέλος της ίδιας σεζόν κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ. Το Μαγδεμβούργο τότε αγωνίζονταν στην πέμπτη κατηγορία του Γερμανικού πρωταθλήματος. Εκτός της Μπάγερν Μονάχου κατάφερε να αφήσει εκτός θεσμού ακόμη δυο ομάδες της «μεγάλης» κατηγορίας τις Καρλσρούη και Κολωνία φτάνοντας μέχρι τα προημιτελικά της διοργάνωσης.

Σήμερα η ομάδα βρίσκεται στην τρίτη εθνική του Γερμανικού πρωταθλήματος και αγωνίζεται στο υπερσύγχρονο -καθαρά ποδοσφαιρικό γήπεδο- MDCC Αrena χωρητικότητας 30,000 θέσεων το οποίο βρίσκεται πάνω στο παλιό Eρνστ Γκρούμπε Στάντιον.

Η ομάδα έχει κατακτήσει 13 φόρες το κύπελλο του κρατιδίου Σαξονίας-Άνχαλτ. Σε αυτό το θεσμό αγωνίζονται μόνο ερασιτεχνικά σωματεία δίνοντας τη δυνατότητα στους νικητές (21 κρατίδια με αντίστοιχους νικητές) να συμμετέχουν στο Kύπελλο Γερμανίας (DFB-Pokal).

Από την ίδρυση της ομάδας μέχρι την πορεία προς την κορυφή και τη διάλυση της -από εξωτερικούς παράγοντες- μεσολάβησε μία δεκαετία. Σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα το Μαγδεμβούργο πέτυχε πράγματα που άλλοι σύλλογοι δεν μπορούν να πετύχουν σε έναν αιώνα ύπαρξης. Σε μία εποχή που η Στάζι είχε κυριολεκτικά το ρόλο «μεγάλου αδερφού» ελέγχοντας και επεμβαίνοντας στα πάντα. Ενώ η καθημερινότητα στη χώρα δεν είχε να …ζηλέψει σε τίποτα το “1984” του Τζορτζ Όργουελ η ομάδα του Μαγδεμβούργου έμοιαζε με ακτίδα φωτός για το ποδόσφαιρο της χώρας μόνο που στο τέλος επικράτησε ξανά το σκοτάδι.

Από τον Μιχάλη Μαντζουράνη.

 

 

 

 

 

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ