Κάποτε, πριν λίγα χρόνια στον πλανήτη υπήρχαν δύο υπερδυνάμεις. Η μία που παραμένει μέχρι σήμερα είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ). Η άλλη ήταν η Σοβιετική Ένωση (ΕΣΣΔ). Έτσι υπήρχε μια παγκόσμια ισορροπία στον κόσμο. Αυτές οι δύο λοιπόν επηρέαζαν πολλές χώρες και  μάλιστα κάποιες από αυτές τις έλεγχαν κιόλας. Η Γερμανία από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και την ήττα της άλλαξε πολύ. Το χειρότερο για αυτήν ήταν ότι χωρίστηκε. Η Δυτική Γερμανία με πρωτεύουσα της τη Βόνη ανήκε στην επιρροή της Δύσης. Η άλλη ήταν η περίφημη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ) ή απλά Ανατολική Γερμανία. Ανήκε στην επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης και η μεγάλη πλειοψηφία λάτρευε τον κομμουνιστικό τρόπο με τον οποίο ζούσε. Ο κομμουνισμός έχει πολλά αρνητικά αλλά έχει και αρκετά θετικά. Μηδενική ανεργία, ασφάλεια, μηδενική εγκληματικότητα, δωρεάν υγεία και παιδεία. Κανένας άστεγος στους δρόμους. Φαγητό για όλους. Φυσικά υπάρχουν και αρνητικά όπως η έλλειψη ελευθερίας σε κάποιους τομείς, ο «κρατισμός» στο μεγαλείο του, αφού όλα ανήκουν στο κράτος, και η μη επένδυση του ιδιωτικού κεφαλαίου από έναν επιχειρηματία που θέλει να το κάνει, να μην μπορείς να ταξιδέψεις εκτός χώρας. Σε γενικές γραμμές όμως ο κόσμος ήταν ευχαριστημένος. Έχουν περάσει πάνω από τρεις δεκαετίες από την ιστορική επανένωση της Γερμανίας και παρόλα αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν αμφιβολίες για το πόσο επιτυχής ήταν η μετάβαση. Από την εσωτερική πολιτική, στις θέσεις εργασίας και έως την οικονομία, παραμένουν τεράστιες διαφορές μεταξύ της πρώην Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Όπως ήταν αναμενόμενο, το ποδόσφαιρο δε θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση.

   Και επειδή ήμουν και έμενα στη Γερμανία πριν λίγα χρόνια, οι άνθρωποι που ζούσαν τότε, στην Ανατολική Γερμανία ακόμα την αναπολούν. Σήμερα το art of football έχει αφιέρωμα σε μια ομάδα που συνδέθηκε όσο καμία με το «καθεστώς» που υπήρχε. Με την περιβόητη και εκλεκτή Ντιναμό Βερολίνου. Τον αγαπημένο σύλλογο της «Στάζι» που παρακολουθούσε και έλεγχε τους πάντες και τα πάντα. Σε όλα τα κομμουνιστικά κράτη ο αθλητισμός ήταν στα ύψη. Το κράτος βοηθούσε πολύ στο να δημιουργηθούν πρωταθλητές, που θα σάρωναν τα μετάλλια σε διεθνείς διοργανώσεις. Ειδικά στην Ανατολική Γερμανία, που σε κάθε Ολυμπιακούς Αγώνες και διεθνείς διοργανώσεις, ήταν σχεδόν πάντα στην πρώτη δεκάδα και πολλές φορές στην πρώτη πεντάδα σε αριθμό μεταλλίων! Αν και υπήρχε ντόπινγκ πάρα πολύ. Όπως υπάρχει και στη Δύση και ειδικά στις Η.Π.Α αλλά εκεί δεν υπάρχει και τόσος έλεγχος. Στόχος ήταν οι σοσιαλιστικές χώρες. Μην ξεχνάμε ότι υπήρχε επί δεκαετίες και ο Ψυχρός Πόλεμος. Φυσικά μεγάλο ρόλο έπαιζε και ο «βασιλιάς» των σπορ. Κάθε ομάδα υποστηριζόταν από κατηγορίες των θεσμών της κυβέρνησης. Στη Σοβιετική Ένωση η ΤΣΣΚΑ Μόσχας ήταν η ομάδα του στρατού. Η Ντιναμό Μόσχας η ομάδα που υποστήριζε η αστυνομία και η Λοκομοτίβ ο σύλλογος που αγαπούσαν οι σιδηροδρομικοί υπάλληλοι.

   Πως όμως η Ντιναμό έγινε η αγαπημένη ομάδα της «Στάζι»? Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Κάθε ιστορία που εκπληρώνει το σκοπό της χρειάζεται, έναν καλοφτιαγμένο «κακό» που να ενσαρκώνει όλα τα αρνητικά πρότυπα. Να συσπειρώνεται εναντίον του. Στο ποδόσφαιρο το μοτίβο δεν διαφέρει. Σε όλες τις χώρες υπάρχει μια ομάδα που οι οπαδοί των υπολοίπων έχουν τους λόγους τους να τρέφουν απέχθεια. Άλλες φορές για λόγους εντοπιότητας, άλλες λόγω του ότι είναι η πιο επιτυχημένη, συνάμα και «ευνοημένη». Φυσικό και επόμενο λοιπόν η ομάδα που είχε με το μέρος της την αστυνομία και κατά συνέπεια ένα ολάκαιρο καθεστώς να μην είναι ακριβώς… δημοφιλής. Η Ντιναμό Βερολίνου ήταν και είναι ο απόλυτος «κακός» του γερμανικού ποδοσφαίρου. Παρότι στις μέρες μας έχει πέσει στην αφάνεια, βολοδέρνοντας στις μικρές κατηγορίες, κάποτε δεν ήταν ούτε κατά διάνοια ο «φτωχός συγγενής» των Χέρτα και Ουνιόν. Στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, τότε που η Γερμανία ήταν ακόμα χωρισμένη σε Ανατολική και Δυτική, η Berliner FC Dynamo (η πλήρης ονομασία της) κατακτούσε δέκα συνεχόμενες φορές το πρωτάθλημα της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας!! Και όπως γίνεται αντιληπτό δίχως ιδιαίτερη εξήγηση τέτοια κυριαρχία διαρκείας δεν ήταν ανεξάρτητη από το καθεστώς. Η Ντιναμό ήταν για την ακρίβεια η αθλητική εκπροσώπησή του. Η ομάδα της μυστικής αστυνομίας της «Στάζι», η ομάδα του (επικεφαλής της) Εριχ Μίλκε.

   Αποσκοπώντας να αντιγράψει την επιτυχία της Ντιναμό Μόσχας, το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Ανατολικής Γερμανίας θέλησε να δημιουργήσει μια οργάνωση σε πλαίσια αθλητικά. Αυτή ήταν ο Αθλητικός Σύλλογος Ντιναμό Βερολίνου που περιλάμβανε σπορ όπως κολύμβηση, στίβο, βόλεϊ και φυσικά ποδόσφαιρο. Από εκεί ξεπήδησαν ορισμένοι από τους κορυφαίους Γερμανούς αθλητές της εποχής αν και χρησιμοποιώντας κάθε λογής αθέμιτο μέσο, αφού ουκ ολίγες περιπτώσεις ντόπινγκ βγήκαν στην επιφάνεια, οι περισσότερες μάλιστα εν αγνοία των ίδιων των αθλητών.

   Η Ντιναμό δεν είχε να επιδείξει κάποια εξέχουσα διάκριση, μέχρι που ο αρχηγός της μυστικής αστυνομίας, Έριχ  Μίλκε, αποφάσισε πως  «η ποδοσφαιρική επιτυχία θα υπερτόνιζε την ανωτερότητα του καθεστώτος». Ήταν ο πιο φανατικός οπαδός της ομάδας και Υπουργός Κρατικής Ασφάλειας από το 1957 έως το 1989, και ο ένας από τους δύο δράστες στην δολοφονία των αρχηγών της αστυνομίας του Βερολίνου το 1931. Στη συνέχεια υπήρξε από τους αρχιτέκτονες του Στάλιν στις εκκαθαρίσεις που έκανε στη Σοβιετική Ένωση. Εκεί είχε δραπετεύσει, και ύστερα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, επέστρεψε στη Ανατολική Γερμάνια ως επικεφαλής ασφάλειας και δεξί χέρι του ηγέτη του κομμουνισμού Ιωσήφ (Στάλιν). Ο Μίλκε αγαπούσε τη Ντιναμό και λόγω των δεσμών των με την κατάσταση, θεωρούνταν ο μεγαλύτερος οπαδός της, και τιμητικά είχε τον τίτλο του προέδρου. Σε πολλά αρχεία της «Στάζι» εμφανίζεται σε φωτογραφίες με τους «αστέρες» της ομάδας να χαμογελά. Οι παίκτες φαίνονται να χαμογελούν και αυτοί, αν και για πολλούς κάπως νευρικά, κάτι το οποίο ακούγεται λογικό αν λάβεις υπόψη ότι ο πιο φανατικός οπαδός είχε τα κλειδιά για τους θαλάμους των βασανιστηρίων! Η στήριξή του όμως ήταν κάθε άλλο παρά τυπική. Παρευρισκόταν στα περισσότερα παιχνίδια της ομάδας, όπως και στα πάρτι των επιτυχιών, αφού χωρίς την ανάμειξή του δεν θα ήταν πραγματοποιήσιμη η δυναστεία των δέκα πρωταθλημάτων Ανατολικής Γερμανίας.

   Το 1954 ο Μίλκε αποφάσισε ότι οι παίκτες της Ντιναμό Δρέσδης θα πρέπει να μεταφερθούν στη νεοσύστατη Ντιναμό Βερολίνου. Ταυτοχρόνως η ομάδα θα είχε τον καλύτερο εξοπλισμό, τις πιο σύγχρονες εγκαταστάσεις και το καλύτερο τεχνικό προσωπικό της χωράς. Η συγκέντρωση των σπουδαιότερων ποδοσφαιριστών της χώρας στη Ντιναμό είχε ως στόχο να ενισχύσει την διεθνή φήμη της ΛΔΓ, μέσω των σοσιαλιστών… ηρώων του ποδοσφαίρου όπως λεγόντουσαν εκείνη την εποχή. Παρόλα αυτά μέχρι το 1966 που μετονομάστηκε BFC Dynamo «φλέρταρε» ακόμα και με τον υποβιβασμό. Η αλλαγή του ονόματος, σήμανε τη δημιουργία κάτι εντελώς διαφορετικού από τον προηγούμενο Αθλητικό Σύλλογο. Μια ομάδα που χτίστηκε με μοναδικό σκοπό την επίδειξη αριστείας. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’70 στην Ντιναμό είχαν συγκεντρωθεί οι καλύτεροι ποδοσφαιριστές της χώρας, ενώ είχε γίνει και εξαιρετική δουλειά στις ακαδημίες του συλλόγου. Οι βάσεις είχαν μπει για την πρώτη πραγματικά σπουδαία ομάδα της Ανατολικής Γερμανίας, με το βλέμμα στην διάκριση εκτός των συνόρων.

   Όμως δεν έφτανε μόνο η απόκτηση των καλύτερων ταλέντων, αλλά (φυσικά) και ο επηρεασμός των διαιτητών. Ακόμα και για να διαιτητεύσουν σε διεθνείς διοργανώσεις χρειάζονταν έγγραφα, που περνούσαν από την έγκριση της «Στάζι». Οπότε θέλοντας και μη ήταν αναγκασμένοι να υπακούσουν στις υποδείξεις. Σύμφωνα με αρχεία της εποχής υπήρχαν ενδείξεις, ότι ο σύλλογος, είχε την υποστήριξη των διαιτητών, και οι παίκτες έκαναν χρήση αναβολικών. Πολλές φορές οι διαιτητές κατακύρωναν γκολ οφσάιντ και αντί για φάουλ έδιναν πέναλτι. Θα μπορούσαν ακόμα και να τιμωρήσουν τους αντίπαλους παίκτες στα παιχνίδια πριν τον αγώνα τους με τη Ντιναμό!! Ωστόσο όλες οι κατηγορίες για την εύνοια του συλλόγου, δεν θα είχαν την ίδια δυναμική αν δεν συνοδεύονταν από την εικόνα. Ένα πέναλτι που πήρε τον Μάρτιο του 1986 στο ντέρμπι τίτλου με την Λοκομοτίβ Λειψίας, έχει μείνει στην ιστορία ως το «πέναλτι της ντροπής». Το γήπεδο στη Λειψία εξερράγη από την εξόφθαλμη αδικία και ο σχολιαστής για το ραδιόφωνο, απηχούσε τα συναισθήματά τους, φωνάζοντας: «ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ». Κι όμως συνέβη, η Ντιναμό ισοφάρισε και κατέκτησε εν τέλει τον τίτλο με διαφορά δύο πόντων από τη Λοκομοτίβ εκείνη τη χρονιά. Εξαιτίας εκείνης της βουτιάς. Υπήρχε λόγος που αποκαλούνταν Schiebemeister (πρωταθλητές της κλεψιάς). Όπως κάθε δράση όμως έχει και μια αντίδραση. Όλες αυτές οι κινήσεις δεν μπορούσαν να περάσουν απαρατήρητες από το φίλαθλο κοινό. Σύμφωνα με τον Φάλκο Γκετς, πρώην παίκτη της Ντιναμό που δραπέτευσε στη Δυτική Γερμάνια και ύστερα κέρδισε το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ με τη Λεβερκούζεν, του είχαν δοθεί αναβολικά χωρίς να έχει επίγνωση. Αυτή είναι η μια όψη του νομίσματος. Σύμφωνα με τους παλαίμαχους παίκτες που εξακολουθούν να ασχολούνται με τον σύλλογο, υπάρχει όμως και η άλλη όψη. Ένας απ’ αυτούς, ο Γιερν Λεντς πίστευε και υποστήριζε με πάθος, ότι η Ντιναμό, δεν δεχόταν καμία παραπάνω εύνοια από τη συνηθισμένη, που έχουν οι μεγάλες ομάδες της χώρας.

   Μερικά από τα προνόμια τα οποία είχαν οι παίκτες της, μπορεί να θεωρούνταν… αστεία για τα δυτικά δεδομένα αλλά για την ΛΔΓ ήταν μεγάλη υπόθεση. Οι παίκτες μπορούσαν να μεταβούν στη 10ετή λίστα αναμονής για ένα αυτοκίνητο και πληρωνόντουσαν τόσο καλά ώστε σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούσαν να αποκτήσουν ένα Λάντα!! Τους δόθηκε επίσης πιο πολυτελή διαμονή και η άδεια να ταξιδέψουν στο εξωτερικό. Μπορούσαν να λάβουν ακόμη και φρούτα, κάτι που ήταν σπάνιο στη ΛΔΓ. Σαν αποτέλεσμα η Ντιναμό κατάφερε να κερδίσει το πρωτάθλημα της Ανατολικής Γερμανίας 10 συνεχόμενες φορές, από το 1979 έως το 1988, κατόρθωμα το οποίο αποτελεί και ρεκόρ. Η ομάδα, επίσης ήταν αήττητη για 36 ολόκληρους αγώνες, από το 1984 έως το 1986. Ταυτοχρόνως, ο σύλλογος είχε στεφθεί 3 φορές κυπελλούχος, ενώ έχει κερδίσει το μοναδικό σούπερ καπ στην Ανατολική Γερμάνια το 1989, διαλύοντας τη Ντιναμό Δρέσδης 4-1 με γκολ των Σουλτς, Ντολ και Ερνστ.

   Στην Ευρώπη εντούτοις το μακρύ χέρι της «Στάζι» δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να βοηθήσει την αγαπημένη της ομάδα. Παρότι η ιστορική Ντιναμό Δρέσδης αποδέχτηκε με το «έτσι θέλω» του Μίλκε το σερί των Βερολινέζων από το 1979 μέχρι το 1988. Η μοναδική τους διάκριση στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις ήταν η πρόκριση στα ημιτελικά του 1972, στο Κύπελλο Κυπελλούχων όπου αποκλείστηκε από τη Ντιναμό Μόσχας στα πέναλτι. Ενώ και οι αναμετρήσεις με τη μεγάλη Λίβερπουλ, στο Κύπελλο Πρωταθλητριών ήταν κάτι σημαντικό. Το μεγαλύτερο πλήγμα όμως για το ποδόσφαιρο της Ανατολικής Γερμανίας ήταν ο αποκλεισμός από τη Βέρντερ Βρέμης στον πρώτο γύρο του Πρωταθλητριών του 1988-89. Η ομάδα του Ότο Ρεχάγκελ παρότι ηττήθηκε με 3-0 στο πρώτο ματς, ανέτρεψε το σκορ και πήρε την πρόκριση με 5-0 στη ρεβάνς, σε ένα παιχνίδι που αργότερα θα γινόταν γνωστό ως το «δεύτερο θαύμα του Βέζερ». Η τελευταία παρουσία της σε ευρωπαϊκή διοργάνωση ήταν κάπως συμβολική, καθώς η ομάδα αποκλείστηκε εντός έδρας στο Κύπελλο Κυπελλούχων στην παράταση από την Μονακό ενώ είχε προηγηθεί στο 11′  λεπτό. Ο αγώνας διεξήχθη την 1η Νοέμβριου του 1989, οκτώ μόλις μέρες αργότερα θα έπεφτε το τοίχος του Βερολίνου.

   Μέχρι να καθιερωθεί πάντως στην αφρόκρεμα του ποδοσφαιρικού γίγνεσθαι της χώρας, η Ντιναμό Βερολίνου δεν είχε πολλούς οπαδούς εκτός των άμεσα εμπλεκόμενων στη «Στάζι», στην Αστυνομία του Λαού και στις υπόλοιπες υπηρεσίες ασφαλείας του κράτους. Ωστόσο μετά τις επιτυχίες της δεκαετίας του ’80, νεότεροι οπαδοί άρχισαν να προσελκύονται και ειδικά τα ντέρμπι με την Ουνιόν Βερολίνου, που θεωρούνταν ομάδα του λαού, ήταν σπάνια ήρεμα. Παρότι μειονεκτούσαν σε αριθμούς, οι χούλιγκανς της Ντιναμό κέρδιζαν σε οργάνωση και… διασυνδέσεις. Δεν είναι λίγα τα καταγεγραμμένα περιστατικά που η αστυνομία έβαλε το «χεράκι» της ή έκανε τα στραβά μάτια για να τους βοηθήσει στα ξεκαθαρίσματα με τους μισητούς εχθρούς τους.

   Οι οπαδοί της κέρδισαν τη φήμη τους ως ιδιαίτερα βίαιοι και υποστήριζαν μην πούμε ότι το απολάμβαναν κιόλας.  Το «skinhead» ήταν το κούρεμά τους και κυκλοφορούσαν δημόσια ως ένα «σώμα», με παρόμοια τζάκετ και αναγνωριστικά. Δεν άργησαν να θεωρηθούν νεοναζί, αν και στην ουσία είχαν λίγη επαφή με τα πολιτικά δρώμενα. Αυτοχαρακτηρίζονταν ως «δεξιοί». Πάντως δεν ήταν απαραίτητα τα πολιτικά τους πιστεύω ο λόγος για να γίνουν μισητοί από τους οπαδούς όλων των άλλων ομάδων. Οι πολυτέλειες που απολάμβαναν οι παίκτες της Ντιναμό δεν συγκρίνονταν με αυτές των άλλων κλαμπ. Όπως είχε περιγράψει γλαφυρά ο άνθρωπος που κέρδισε το «πέναλτι της ντροπής», Μπέρντ Σουλτς: «Το μίσος κάθε χρόνο γινόταν μεγαλύτερο για τη BFC. Και ήταν φυσικό. Σε μέρη όπως το Άουε, το Μπέλεν ή το Τσβίκαου μπορεί να μην είχαν δει πορτοκάλι για μήνες και τότε ερχόμασταν εμείς από το Βερολίνο με το λεωφορείο μας, νικούσαμε την ομάδα τους και απολαμβάναμε τα πλούσια γεύματά μας».

   Μετά την πτώση του Τείχους, ο Μίλκε συνελήφθη και η «Στάζι» διαλύθηκε, καθώς διαδηλώσεις είχαν εξαπλωθεί σε ολόκληρη τη χώρα. Όπως όλες οι ομάδες της Ανατολικής Γερμανίας, έτσι και η Ντιναμό προσπάθησε να αποτινάξει οποιαδήποτε σύνδεση με την προγενέστερη κατάσταση της πτώσης. Οι κορυφαίοι σύλλογοι της πρώην πια ΛΔΓ, δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Η ομάδα όμως που υπέφερε περισσότερο, ήταν αυτή με τους περισσότερους τίτλους εκεί. Οι χορηγοί απέφευγαν πια να διαφημίσουν τα προϊόντα τους μέσω του «συλλόγου της Στάζι». Οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές της αποχώρησαν και έχοντας τερματίσει στην τέταρτη θέση τη σεζόν πριν την ενοποίηση των πρωταθλημάτων, η Ντιναμό τοποθετήθηκε στην δεύτερη κατηγορία. Δεν άντεξε όμως ούτε σε αυτήν, αφού οι ομάδες της Δυτικής Γερμανίας ήταν πολύ πιο ισχυρές οικονομικά, και η πτώση της, μακριά από τη «φτερούγα» της «Στάζι», έφτασε μέχρι την πέμπτη κατηγορία.

 Οι πλούσιοι δυτικοί σύλλογοι της «Μπουντεσλίγκα» δεν άργησαν να προσελκύσουν τους καλύτερους παίκτες της Ντιναμό, συμπεριλαμβανομένων των Αντρέας Τόμ και Τόμας Ντολ. Ο μέσος ορός μειώθηκε από 8.385 την σεζόν 1988-89 σε 1.076 την σεζόν 1990-91. Αποδυναμωμένος από την απώλεια των ταλέντων του και σε ένα οικονομικό αδιέξοδο, ο σύλλογος βρισκόταν ήδη σε ελεύθερη πτώση. Το 1990, και σαν μια προσπάθεια να ξεφύγει από το μαρτυρικό παρελθόν της, η ομάδα μετονομάστηκε σε FC Berlin. Ωστόσο, λόγω της επιθυμίας των φίλαθλων, το 1999 ο σύλλογος πήρε και πάλι το παραδοσιακό του όνομα, Berliner FC Ντιναμό. Έχοντας χάσει την οικονομική και πολιτική υποστήριξη, καθώς και τους καλύτερους παίκτες της, η ομάδα έπεσε στην τρίτη κατηγορία το 1992, και στη συνέχεια στην τέταρτη και πέμπτη. Το 2001 η ομάδα έφτασε ένα βήμα από το χείλος της χρεοκοπίας, αλλά τελικά διασώθηκε από τους φιλάθλους της. Από το 2014, έχει καθιερωθεί στην τέταρτη κατηγορία (Regionalliga Nordost), αν και πιο συχνά βρίσκεται στην επικαιρότητα όταν οι σκληροπυρηνικοί της χούλιγκανς συνεχίζουν τις… παραδόσεις.

   Αν και αυτό δε συμβαίνει τόσο πια, αφού στις κερκίδες, πηγαίνουν πολλές οικογένειες με παιδιά και είναι μεταξύ των φιλάθλων. Δεν υπάρχει η ένδειξη βίας όπως παλιά. Τις τελευταίες σεζόν η ομάδα, έχει επιστρέψει προσωρινά στο «Σπόρτφορουμ» στο Χέχεσνχαουζεν, το πρώην σπίτι της Αθλητικής Ένωσης Ντιναμό, που συνδέθηκε με τη μυστική αστυνομία. Είναι το πνευματικό σπίτι του συλλόγου, όπου εξακολουθούν να βρίσκονται τα γραφεία και το προπονητικό κέντρο των νέων.

   Το σήμα της Ντιναμό αποτέλεσε επίσης σημείο τριβής. Το 1999 η διοίκηση αποφάσισε να επιστρέψει στο παραδοσιακό, αφήνοντας στην άκρη αυτά που απεικόνιζαν την Πύλη του Βρανδεμβούργου. Παρόλα αυτά αποδείχτηκε δυσκολότερο απ’ ότι το είχαν φανταστεί. Παρά το σύνδεσμο με τη «Στάζι», ο σύλλογος θέλει ξανά την επιστροφή του σύμβολου «D». Όμως τα πνευματικά δικαιώματα του σήματος έχουν τώρα εξασφαλιστεί από την Ντιναμό Δρέσδης (η εκδίκηση που παίρνει μετά από αυτά που πέρασε στο παρελθόν). Το 2004 η DFB (γερμανική ομοσπονδία) υιοθέτησε το σύστημα με τα αστέρια που αντικατοπτρίζουν τους τίτλους ενός κλαμπ, όμως η περίπτωση των πρωταθλημάτων της Ντιναμό ήταν ζήτημα λεπτό. Εν τέλει της επιτράπηκε να προσθέσει αστέρια, αναγνωρίζοντας έτσι για πρώτη φορά την επιτυχία μιας ομάδας της Ανατολικής Γερμανίας με μεθόδους άκρως συζητήσιμες. Παρά το «βρώμικο παιχνίδι» της «Στάζι», η DFB έδωσε πάτημα σε όλους αυτούς που υποστήριζαν πως δεν κατακτάει κανείς δέκα τίτλους κλέβοντας.

   Η μεγαλύτερη αντίδραση πάντως γύρω από την Ντιναμό, προήλθε από το νέο σήμα που υιοθέτησε το 2009. Σε αυτό η λέξη Fussball γράφτηκε δύο «S» σε γοτθική γραμματοσειρά, θυμίζοντας τα SS των Ναζί, αντί για το τυπικό στα γερμανικά «ß». Παρά τις αντιδράσεις, το όνομα Berliner Fussball Club Dynamo έμεινε απαράλλακτο μέχρι σήμερα και η ομάδα  δημιούργημα του αρχηγού της Στάζι, Έριχ Μίλκε είναι εκεί για να θυμίζει το παρελθόν. Στο περιθώριο, κακέκτυπο αυτού που ήταν κάποτε η Ανατολική Γερμανία. Η αίσθηση του «Ostalgie» λογότυπο του «Nostalgie» (νοσταλγία) και «Ost» (ανατολικά)  είναι δύσκολο να ξεφύγει και οι σημαίες της ΛΔΓ εξακολουθούν να ανεμίζουν στα παιχνίδια. Από την ομάδα της «Στάζι», στην ομάδα των Ναζί, στην ομάδα των χούλιγκαν, έως το κοινοτικό σύλλογο. Η Ντιναμό Βερολίνου παραμένει μια… εξόριστη στο γερμανικό ποδόσφαιρο, πολεμώντας με τις σκιές του παρελθόντος και του παρόντος.

   Στη σημερινή εποχή, τη θέση της έχει πάρει, μια ομάδα που πρωταγωνιστεί στην «Μπουντεσλίγκα» και προέρχεται πάλι, από την πρώην Ανατολική Γερμανία. Αυτή που μισεί όλη η Γερμανία, και σε όποιο γήπεδο παίζει τα γιουχαΐσματα πάνε «βροχή» όπως κάποτε γίνονταν με την Ντιναμό. Και πόσα πολλά κοινά τους ενώνουν. Η  Ντιναμό είχε τη «Στάζι». Η Λειψία είναι ένα «προϊόν» της Red Bull. Καταδικασμένη και αυτή να μισείται… Η ιστορία επαναλαμβάνεται… Η απόλυτη ειρωνεία…

 

Από τον Ευστράτιο Φωτεινό

 

 

 

 

 

 

 

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ