Όπως ήδη ξέρετε όλα τα άρθρα μας είναι έγκυρα, αναλυτικά και αξιόπιστα. Πολλές φορές μάλιστα μέσα στα κείμενα μας, δεν ασχολούμαστε μόνο με αθλητικά. Έχουμε γράψει για ιστορία, γεωγραφία, μέχρι και βαθιά λόγια για το νόημα της ζωής. Σήμερα το art of football συνδυάζει ποδόσφαιρο και ζωολογία. Ναι καλά διαβάσατε! Έχουμε τη μεγάλη χαρά και τιμή να έχουμε αφιέρωμα τον τεράστιο Λεβ Ιβάνοβιτς Γιασίν. Τον κορυφαίο τερματοφύλακα όλων των εποχών. Τον μοναδικό γκολκίπερ που κατέκτησε χρυσή μπάλα. Πώς όμως ο Σοβιετικός Λεβ συνδυάζεται με τη ζωολογία και συγκεκριμένα με τα Αρθρόποδα? Μα φυσικά από το παρατσούκλι του. Ήταν η μαύρη αράχνη! Ας ανακαλύψουμε τώρα, την αράχνη και την ιστορία της πριν πάμε στη ζωή του τεράστιου Γιασίν. Είπαμε το site μας σας μαθαίνει τα πάντα! Όπως είδαμε και πριν η αράχνη ανήκει στα Αρθρόποδα και δεν είναι έντομο όπως νομίζουν πολλοί. Έχει οκτώ πόδια και το σώμα της χωρίζεται σε κεφαλοθώρακα και κοιλιά.
Ειδικότερα, ο όρος αράχνη περιλαμβάνει κοινά χερσόβια Αρθρόποδα της ομοταξίας Αραχνίδια και της τάξης Αρανείδα (Araneida-Araneae). Διαφέρουν από την άλλη ομάδα των Αρθρόποδων, τα Έντομα, στο ότι φέρουν οκτώ πόδια και όχι έξι, και το σώμα τους χωρίζεται σε δύο τμήματα και όχι σε τρία. Ο Λαμάρκ (Lamarck) ήταν ο πρώτος επιστήμονας που διαχώρισε τα Έντοµα από τα Αραχνίδια, το 1801. Οι αράχνες δεν έχουν φτερά (τα έντομα ή εξάποδα είναι τα μόνα αρθρόποδα που φέρουν φτερά). Πολλές αράχνες πλέκουν ιστό, όπου παγιδεύουν έντομα, τα οποία αποτελούν την κύρια τροφή τους. Λίγα είδη ευτυχώς, είναι επικίνδυνα για τον άνθρωπο. Όπως η ταραντούλα, της οποίας το δάγκωμα πονάει αρκετά, και η περιβόητη μαύρη χήρα, το δηλητήριο της οποίας προκαλεί παράλυση των νεύρων ή ακόμα και τον θάνατο. Φυσικά ποικίλουν στο μήκος του σώματος, από 0,5 έως περίπου 90 χιλιοστά. Οι μεγαλύτερες αράχνες, οι τριχωτές μυγαλόμορφες, βρίσκονται σε θερμά κλίματα και είναι πιο άφθονες στην Αμερική. Το μεγαλύτερο είδος, «Theraphosa leblondi», βρίσκεται στη Γουιάνα. Τα περισσότερα είδη μικρότερων αραχνών βρέθηκαν στις τροπικές περιοχές, και οι πληροφορίες γι’ αυτές έγιναν γνωστές μόνο στη δεκαετία του 1980. Βρίσκονται σε όλες τις ηπείρους εκτός από την Ανταρκτική (αν και έχουν ευρεθεί τμήματα αράχνης) και σε υψόμετρο έως 5.000 μέτρα στις σειρές των Ιμαλάϊων. Στην τροπική επικράτεια υπάρχουν περισσότερα είδη από όσο σε εύκρατες περιοχές. Αν και οι περισσότερες αράχνες είναι χερσαίες, ένα ευρασιατικό είδος είναι υδρόβιο και ζει σε αργά μεταβαλλόμενο γλυκό νερό. Μερικά είδη ζουν κατά μήκος των ακτών ή στην επιφάνεια του γλυκού ή του θαλασσινού νερού. Οι μικρές αράχνες και οι νεαροί πολλών μεγαλύτερων ειδών, εκκρίνουν μακριές μεταξωτές κλωστές, οι οποίες μέσω του ανέμου μπορούν να τις μεταφέρουν σε μεγάλες αποστάσεις. Αυτή η πρακτική ονομάζεται αεροστατισμός, που συμβαίνει σε πολλές οικογένειες αραχνών και διευκολύνει την εξάπλωσή τους. Οι αεροστατικές αράχνες, όπως ονομάζονται, μετακινούνται στον αέρα σε ύψη που κυμαίνονται από 3 έως τουλάχιστον 800 μέτρα!!
Οι αράχνες που χρησιμοποιούν νήμα για να συλλάβουν θήραμα χρησιμοποιούν διάφορες τεχνικές. Οι αράχνες εδάφους κατασκευάζουν σωλήνες με επένδυση από νήμα, και μερικές φορές σχηματίζουν καταπακτές, από τις οποίες βγαίνουν για να συλλαμβάνουν τα εισερχόμενα έντομα. Άλλες αράχνες, που ζουν σε στοές, τοποθετούν ιστούς από μετάξι γύρω από την είσοδο της στοάς. Οι δονήσεις των νημάτων ενημερώνουν την αράχνη για την παρουσία ενός θύματος. Ο ακανόνιστος τριδιάστατος ιστός των αραχνών της οικογένειας «Theridiidae» εκτοξεύει νήματα με κολλητική ουσία. Όταν ένα έντομο πιαστεί στον ιστό, στην προσπάθειά του να απαγκιστρωθεί περιπλέκεται όλο και περισσότερο. Εάν σπάσει κάποιο νήμα τότε, λόγω της ελαστικότητάς του τραβάει το έντομο προς το κέντρο του ιστού. Αν και η κατασκευή του ιστού είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, συνήθως τελειώνει σε μια ώρα. Ένας ιστός καταστρέφεται κατά τη διάρκεια της σύλληψης του θηράματος, γι’ αυτό και οι περισσότερες αράχνες τον επισκευάζουν συχνά. Οι τρόποι με τους οποίους οι αράχνες αποφεύγουν να μπλέκονται στα δικά τους πλέγματα δεν είναι πλήρως κατανοητοί σ’ εμάς, ούτε ο μηχανισμός κοπής των εξαιρετικά ελαστικών νημάτων που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ιστού. Αφού είδαμε αναλυτικά το είδος πάμε να κάνουμε ένα ταξίδι στο μαγικό κόσμο της ελληνικής μυθολογίας που φημίζεται παγκοσμίως.
Η καταγωγή της Αράχνης ήταν ταπεινή, τόσο από την πλευρά του βαφέα πατέρα της Ίδμονα από την Κολοφώνα, όσο και από την αγνώστων άλλων στοιχείων μητέρα της. Εξίσου ταπεινός ήταν και ο τόπος της καταγωγής της, «χωριό με πέντε ανθρώπους», γράφει ο Οβίδιος. Ήταν όμως ικανότατη στην υφαντική τέχνη. Τόσο που οι Νύμφες από το βουνό Τμώλος και τον ποταμό Πακτωλό εγκατέλειπαν τους τόπους της ευχαρίστησής τους και πήγαιναν στην Αράχνη για να θαυμάσουν τα χειροτεχνήματά της. Τόσο το τελικό αποτέλεσμα όσο και τη διαδικασία μέχρι να φτάσει εκεί, κυρίως όμως τα δάχτυλα της. Ήταν τόσο ικανή που οι άνθρωποι άρχισαν να λένε ότι δασκάλα της ήταν η Αθηνά. Η υπεροπτική αυτοπεποίθηση της Αράχνης την οδήγησε στο να προκαλέσει την Αθηνά σε αγώνα υφαντικής. Η Θεά της έδωσε μια ευκαιρία, για να μετανοήσει για τα ασύνετα λόγια της. Μεταμφιέστηκε σε γριά και εμφανίστηκε μπροστά στην Αράχνη. Οι συμβουλές που της έδωσε για να μεταστρέψει τη συμπεριφορά της προκάλεσαν την οργή της νέας, η οποία μάλιστα έφτασε στο σημείο, να επιχειρήσει να χειροδικήσει τη γριά γυναίκα. Η Αθηνά αποκαλύφθηκε, όμως η νέα επέμενε στα πρωτεία της. Ο διαγωνισμός άρχισε. Οι δύο υφάντρες χρησιμοποίησαν νήματα με βάση το πορφυρό χρώμα και τις πολύ λεπτές αποχρώσεις του. Η Αθηνά απεικόνισε τους θεούς σε όλη τη μεγαλοπρέπειά τους, την εποχή που έριζαν η Αθηνά και ο Ποσειδώνας για το όνομα της χώρας τους Κέκροπα. Και για να συνετίσει την Αράχνη έστω και την τελευταία στιγμή, στις τέσσερις γωνίες του υφαντού απεικόνισε ανθρώπους σκληρά τιμωρημένους από τους θεούς για την αλαζονεία τους. Τον Αίμο και τη Ροδόπη που οι θεοί τους πέτρωσαν σε βουνά, γιατί, αν και θνητοί, νόμιζαν ότι μπορούσαν να μοιάσουν, και να είναι σαν τον Δία και την Ήρα. Τη βασίλισσα των Πυγμαίων που η Ήρα τη μεταμόρφωσε σε γερανό που μαχόταν τον λαό του. Tην Αντιγόνη της Τροίας που η Ήρα για το αλόγιστο θάρρος της τη μεταμόρφωσε σε πουλί. Συγκεκριμένα σε πελαργό τον Κινύρα που ακατάπαυστα θρηνεί για τις κόρες του. Η Αθηνά ολοκλήρωσε το υφαντό της σκορπώντας στις άκρες του σαν διακοσμητικό μοτίβο κλαδιά ελιάς.
Από την πλευρά της η Αράχνη παράστησε στο υφαντό της, τις περιπέτειες των Θεών. Ερωτικές, κυρίως του Δία, με την Ευρώπη, την Αστερίη, τη Λήδα, την Αντιόπη, την Αλκμήνη, την Αίγινα, τη Μνημοσύνη, τη Δανάη και άλλες. Και συνέχισε με τις μεταμορφώσεις του σε ταύρο, αητό, κύκνο, σάτυρο, χρυσή βροχή, βοσκό, φίδι κτλ. Αλλά και του Ποσειδώνα που και αυτός άλλαζε μορφές, προκειμένου να ενωθεί με κόρες αγνές. Αφού έγινε ταύρος, κριός, ποτάμι, ίππος, όρνιο φτερωτό, δελφίνι, γεράκι, λιοντάρι, βοσκός και άλλα. Συνολικά είκοσι δύο περιπτώσεις θεϊκών μεταμφιέσεων και πλαστοπροσωπίας απεικόνισε η Αράχνη, που σκοπό τους είχαν την αποπλάνηση θνητών γυναικών. Η Αράχνη, όπως και η Αθηνά, γύρω γύρω το υφαντό το διακόσμησε με λουλούδια και φύλλα κισσού. Η τελειότητα του υφαντού, αλλά και η προσβλητική για τους θεούς επιλογή των θεμάτων, οι καλλιτεχνικές καινοτομίες της κοπέλας, με την παραβίαση της κλασικής αρχής της ισορροπίας και την ισόρροπη απεικόνιση της αταξίας, που προκαλούσε η απάρνηση της θεϊκής ταυτότητας από τους ίδιους τους θεούς, χωρίς να στερούνται τη δύναμή τους, προκάλεσαν την οργή της Αθηνάς που από φθόνο, για το έργο της θνητής αντιπάλου, της κατέστρεψε το υφαντό και άρχισε να χτυπά την κοπέλα με τη σαΐτα του αργαλειού. Η νέα, στην οδύνη της μέσα, θέλησε να κρεμαστεί, η Θεά τη λυπήθηκε, της χάρισε τη ζωή αλλά την καταδίκασε να ζει πάντα έτσι κρεμασμένη, η ίδια και οι απόγονοί της και με την κοιλιά τους, όχι με τα χέρια, να υφαίνουν τον ιστό τους. Ενίοτε η Αράχνη θεωρείται αδελφή του Φάλαγγα που μάθαινε από την Αθηνά την τέχνη των όπλων, ενώ η αδελφή του της υφαντικής. Για τις μεταξύ τους ένοχες σχέσεις (αδελφός με αδελφή) η Αθηνά τους μεταμόρφωσε σε ζώα. Αφού αναλύσαμε τα πάντα πιστεύουμε, για το τρομακτικό αυτό αρθρόποδο πάμε στον άνθρωπο που δε θα ξεχαστεί ποτέ. Τον κορυφαίο γκολκίπερ όλων των εποχών!
Πάντα ντυμένος στα μαύρα ή τουλάχιστον σε σκούρες αποχρώσεις. Και με δυο χέρια, που κάποιες στιγμές, λόγω της ευκολίας που είχε να μπλοκάρει τη μπάλα, έμοιαζαν με οκτώ. Ο Λεβ Γιασίν μετέτρεψε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 τη θέση του τερματοφύλακα σε τέχνη. Έφυγε από τη ζωή στις 20 Μαρτίου του 1990 από καρκίνο του στομάχου. Ενώ μόλις λίγα χρόνια νωρίτερα, είχε χάσει το ένα του πόδι λόγω θρόμβωσης. Όμως η κληρονομιά του είναι αιώνια. Ήταν ψηλός, μεγαλόσωμος, αλλά και απίστευτα ευκίνητος. Κέρδισε την προσωνυμία «μαύρη αράχνη», επειδή σταματούσε τα πάντα. Έμοιαζε σαν να ύφαινε έναν ιστό σε όλη την εστία του, εμποδίζοντας την μπάλα να καταλήξει στα δίχτυα. Γι’ αυτό και μισό αιώνα μετά την ολοκλήρωση της καριέρας του, θεωρείται ακόμα ως ο κορυφαίος γκολκίπερ στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Με τις «μυθικές» ικανότητές του να βρίσκονται κρυμμένες πίσω από τα τείχη της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης, ο Γιασίν έδειχνε τι μπορούσε να κάνει στα Παγκόσμια Κύπελλα, όπου μετείχε με την εθνική ομάδα της πατρίδας του και στο νεοσύστατο τότε Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Εθνών. Καθώς οι ομάδες από τον γίγαντα της Ανατολικής Ευρώπης ξεκίνησαν να μετέχουν στις διασυλλογικές διοργανώσεις της UEFA μόλις το 1966. Όταν η «μαύρη αράχνη» όπως τον αποκαλούσαν, βρισκόταν στα τελευταία χρόνια της πορείας του. Αποτελεί μία από τις σπουδαιότερες φιγούρες στο ευρωπαϊκό και όχι μόνο ποδόσφαιρο. Ίσως ο πρώτος γκολκίπερ που έφτασε να χτίσει ένα μύθο τόσο μεγάλο, κι ας μην έπαιξε σε κάποιο ευρωπαϊκό μεγαθήριο.
Γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1929 στη Μόσχα από γονείς κλειδαράδες. Ήταν 12 ετών όταν ξεκίνησε η εισβολή των Γερμανών στη Σοβιετική Ένωση. Ο «Σπουδαίος Πατριωτικός Πόλεμος» όπως ονομάζουν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Σοβιετικοί. Ο «θρύλος» των γκολπόστ μάλιστα, θεωρούσε ότι τότε έχασε την παιδική του ηλικία αφού ξεσπιτώθηκε η οικογένεια του. Εργάστηκε ξεφορτώνοντας τρένα στο Ουλιάνοφσκ (876 χιλιόμετρα ανατολικά της Μόσχας) και στη συνέχεια ακολούθησε τα βήματα του πατέρα του στην κλειθροποιία. Έπιασε δουλειά σε ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζε κλειδαριές, και άρχισε να αγωνίζεται στην ομάδα χόκεϊ επί πάγου της φάμπρικας, φυσικά ως τερματοφύλακας. Παρότι ο πόλεμος αποτελούσε μακρινή ανάμνηση λίγα χρόνια μετά και οι Ναζί είχαν συντριβεί η ζωή δεν ήταν καλή. Υπήρχε πείνα αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ο Γιασίν είχε και άλλα πράγματα να αντιμετωπίσει. Στα 16 του έπεσε σε κατάθλιψη. Ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του διηγείται׃ «Ήταν κατάθλιψη? Δεν ξέρω. Ένιωθα ένα τεράστιο κενό». Στα 18 του έπαθε νευρικό κλονισμό. Όλα αυτά ενώ είχε επιστρέψει στην πρωτεύουσα και αγωνιζόταν στην ομάδα του εργοστασίου όπου εργαζόταν. Δεν ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής. Δεν τον ένοιαζε. Μόνο να ξεδώσει ήθελε και να φύγουν οι μαύρες σκέψεις, Ένας φίλος του τότε, του πρότεινε να γίνει μέλος του σοβιετικού στρατού και εκεί ο νεαρός τότε ποδοσφαιριστής βρήκε ξανά το νόημα της ζωής. Ομάδα είχαν εκείνη την περίοδο όλα τα εργοστάσια. Για αυτό και οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι έστελναν στα αυτοσχέδια γήπεδα κυνηγούς ταλέντων. Πολύ γρήγορα το όνομά του έφτασε στα αυτιά των ανθρώπων της Ντιναμό Μόσχας, ομάδας της σοβιετικής αστυνομίας. Έτσι χωρίς να χάσουν καιρό έστειλαν άνθρωπο να τον δει. Το 1949 ο Αρκάντι Τσερνίσεφ, προπονητής στα τμήματα υποδομής και στους Νέους της Ντιναμό Μόσχας τον ξεχώρισε. Πως όμως ξεκίνησε στην ουσία η καριέρα του? Εδώ υπάρχει μια καταπληκτική αληθινή ιστορία. Αν θέλει να συμβεί κάτι τότε όλο το συμπάν θα συνωμοτήσει, όπως λέει και ο Κοέλιο. Μια μέρα, στα 17 του, θα έπαιζε η ποδοσφαιρική ομάδα του εργοστασίου, όμως ο γκολκίπερ είχε τραυματιστεί και έτσι οι υπεύθυνοι παρακάλεσαν τον Γιασίν να τον αντικαταστήσει στον αγώνα. Ήταν τόσο εκπληκτική η εμφάνισή του, ώστε έπεσαν όλοι πάνω του για να τον πείσουν να αλλάξει άθλημα και να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο, όπως και έγινε. Εδώ να πούμε ότι το άθλημα, που του είπαν όλοι να σταματήσει για να αφοσιωθεί στον «βασιλιά των σπορ» ήταν το χόκεϊ επί πάγου. Μέχρι το ’54, έπαιζε παράλληλα και τα δύο. Ένα χρόνο νωρίτερα κιόλας, κατέκτησε το Σοβιετικό Κύπελλο με την Ντιναμό Μόσχας. Το πρώτο τρόπαιο στην καριέρα του ήταν στο χόκεϊ. Με μια φοβερή ιστορία που θα σας πούμε σε λίγο. Στη συνέχεια, αποφάσισε να αφοσιωθεί στο ποδόσφαιρο και η ιστορία έδειξε ότι έκανε όχι απλά πολύ καλά αλλά άριστα!
Την ίδια χρονιά (1949) ο Τσερνίσεφ τον πήρε μαζί του. Στον σύλλογο έπαιζαν ήδη δύο καλοί και έμπειροι γκολκίπερ. Ο Αλεξέι Χόμιτς και ο Βάλτερ Σανάγια. Παρόλα αυτά το 1950 η ομάδα του έδωσε την ευκαιρία να αποδείξει την αξία του. Όμως το ντεμπούτο του ήταν σκέτη καταστροφή. Ο Γιασίν δέχτηκε γκολ από «ελεύθερο» του αντίπαλου γκολκίπερ!! Δεν το έβαλε όμως κάτω. Τότε ο 20χρονος Λεβ δικαίωσε πλήρως το όνομα του. Λεβ στα ρωσικά σημαίνει λιοντάρι και το απέδειξε!! Είπε στην ομάδα να τον εντάξει στο τμήμα χόκεϊ επί πάγου της Ντιναμό Μόσχας. Έκανε μια απίστευτη σούπερ σεζόν. Κατέκτησε το Κύπελλο και γύρισε θριαμβευτής στο ποδόσφαιρο. Η ομάδα της πρωτεύουσας, ήταν εντυπωσιασμένη από τις ικανότητές του. Από το πάθος, την αφοσίωση και τον δυναμισμό του. Ο Γιασίν δε θα άλλαζε φανέλα σε όλη την καριέρα του, παραμένοντας πιστός στην Ντιναμό μέχρι και τα 41 του χρόνια, όταν αποφάσισε να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια (τα γάντια του πιο σωστά). Στις δυο δεκαετίες που αγωνίστηκε με τη μοσχοβίτικη ομάδα (1950-1970), κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα Σοβιετικής Ένωσης. Δυσκολεύτηκε στα πρώτα χρόνια μέχρι να καθιερωθεί ως βασικός, κάτι που τελικά πέτυχε το 1952, όμως τότε ήρθε η απόφαση του Στάλιν να απέχει η εθνική ομάδα από διεθνείς διοργανώσεις. Ευτυχώς αυτό διήρκεσε μόνο δύο χρόνια και έτσι άνοιξε ο δρόμος για τις μεγάλες επιτυχίες του Γιασίν. Η πρώτη κλήση στην εθνική ομάδα ήρθε τότε, το 1954, με τον πρωταγωνιστή μας να εξελίσσεται σε έναν εκ των κορυφαίων τερματοφυλάκων της χώρας και εν συνεχεία του κόσμου. Με το χαρακτηριστικό του καπέλο και με μπλε σκούρα εμφάνιση (που ο κόσμος τότε περνούσε για μαύρη, εξ’ ου και το προαναφερθέν παρατσούκλι) σάρωσε τα πάντα.
Το 1956 η σοβιετική αποστολή ταξίδεψε στη Μελβούρνη για να πάρει μέρος στο Ολυμπιακό τουρνουά ποδοσφαίρου, κατακτώντας τελικά το χρυσό μετάλλιο με το 1-0 επί της Γιουγκοσλαβίας στον τελικό. Η επιστροφή ήταν περιπετειώδης, με τους παίκτες να φτάνουν με πλοίο στο Βλαδιβιστόκ και από εκεί να παίρνουν τον Υπερσιβηρικό σιδηρόδρομο για τη Μόσχα. Αυτή η διαδρομή κρίθηκε απαραίτητη, έτσι ώστε όλη η χώρα να μπορέσει να δει από κοντά και να αποθεώσει τους Ολυμπιονίκες. Ο γιατρός της αποστολής, Όλεγκ Μπελακόβσκι, είχε διηγηθεί ότι παραμονές του νέου έτους, σε έναν σταθμό, ένας γενειοφόρος είχε «εισβάλλει» στο βαγόνι των παικτών, φωνάζοντας׃ «Που είναι ο Γιασίν»? Ο Λεβ πλησίασε και τότε ο τύπος γονάτισε μπροστά του, του πρόσφερε ένα μπουκάλι σπιτικό αλκοόλ και ένα πακέτο ηλιόσπορους και του είπε: «Είναι όλα όσα έχουμε. Σε ευχαριστώ εκ μέρους όλων των Ρώσων»! Δυο χρόνια μετά την Αυστραλία, ήρθε το πρώτο Μουντιάλ, το 1958 στη Σουηδία. Ο Γιασίν έκανε πολύ καλές εμφανίσεις και η ΕΣΣΔ τερμάτισε δεύτερη στον όμιλο, πίσω από την μετέπειτα παγκόσμια πρωταθλήτρια, Βραζιλία. Ήταν ο Βαβά με τα δυο του γκολ που «λύγισε» τον Λεβ, για να ακολουθήσει ο αποκλεισμός στην προημιτελική φάση από την άλλη φιναλίστ του τουρνουά, Σουηδία. Το 1960 είχαμε την πρώτη διοργάνωση του EURO, τότε Κυπέλλου Εθνών, του οποίου η τελική φάση (τέσσερις καλύτερες ομάδες) φιλοξενήθηκε στη Γαλλία. Οι Σοβιετικοί πέρασαν εύκολα το εμπόδιο της Ουγγαρίας με δύο νίκες. Στη Μόσχα επικράτησαν με 3-1 και στη Βουδαπέστη με 1-0. Επόμενο και πραγματικά μεγάλο εμπόδιο ήταν η Ισπανία. Όμως οι αγώνες για τη φάση των «8» δεν έγιναν ποτέ. Και αυτό επειδή ο Φράνκο αρνήθηκε να επιτρέψει στην εθνική Ισπανίας να ταξιδέψει στη Σοβιετική Ένωση. Στον ημιτελικό ο Γιασίν «κατέβασε τα ρολά» απέναντι στους Τσεχοσλοβάκους στο θρίαμβο με 3-0 και στον τελικό κόντρα στους πανίσχυρους Γιουγκοσλάβους η ομάδα του, στην παράταση με το γκολ του Πονεντέλνικ πήρε τη νίκη με 2-1 τον τίτλο και φυσικά τη δόξα.
Η σοβιετική αποστολή γιόρτασε τον θρίαμβο, σε ένα εστιατόριο κοντά στον Πύργο του Άιφελ. Και εκεί ήταν που πήγε για να τους συναντήσει και να τους συγχαρεί ο τότε πρόεδρος της Ρεάλ Μαδρίτης, Σαντιάγο Μπερναμπέου. Όπως αποκάλυψε κάποια χρόνια αργότερα η κόρη του Γιασίν, Ιρίνα, ο ισχυρός άνδρας των «μερένγκες» έκανε πρόταση σε όλους ανεξαιρέτως τους παίκτες της Σοβιετικής Ένωσης (!), όμως μόνο στον Λεβ έδωσε το μπλοκ των επιταγών του και του είπε׃ «Γράψε εσύ το νούμερο»! Και αυτό επειδή ο Μπερναμπέου θεωρούσε τον Γιασίν ανεκτίμητη αξία. Όμως εκείνη την εποχή ήταν αδύνατο να γίνει μετακίνηση σοβιετικού παίκτη στη Δυτική Ευρώπη, αφού η KGB δεν υπήρχε περίπτωση να το επιτρέψει. Έτσι κι αλλιώς πάντως, ο Γιασίν ήταν πατριώτης, δεν ήθελε να εγκαταλείψει τη Μόσχα και αυτό φάνηκε και από το ότι ποτέ δεν άφησε την Ντιναμό για άλλο προορισμό. Το 1962 σειρά είχε το Παγκόσμιο Κύπελλο της Χιλής, εκεί όπου ο Λεβ έκανε τις χειρότερες εμφανίσεις του σε μεγάλη διοργάνωση. Στον όμιλο, στο ματς με την Κολομβία και στην ισοπαλία με το χορταστικό 4-4, δέχτηκε γκολ απευθείας από χτύπημα κόρνερ, το μοναδικό στην ιστορία των Μουντιάλ, από τον Μάρκος Κόιγ. Στο πρώτο νοκ-άουτ παιχνίδι, στα προημιτελικά με αντίπαλο τη Χιλή, οι γηπεδούχοι κέρδισαν ένα φάουλ εκτός περιοχής, το οποίο πήγε να εκτελέσει ο σπεσιαλίστας Χόρχε Τόρο, όμως ο συμπαίκτης του, Λεονέλ Σάντσες, του ζήτησε να του το αφήσει επειδή είχε έμπνευση. Ο Σάντσες έκανε το 1-0, ο Τσισλένκο ισοφάρισε και ο Ελάδιο Ρόχας πέτυχε το τελικό 2-1 με ένα μακρινό σουτ, το οποίο «έπνιξε» ο Γιασίν. Η εθνική επέστρεψε στην πατρίδα, όμως οι κριτικές του Τύπου ήταν πολύ σκληρές, στοχοποιώντας τον Λεβ ως τον βασικό υπαίτιο για τον αποκλεισμό.
Ο κόσμος δε γνώριζε ότι ο Γιασίν είχε παίξει αυτά τα παιχνίδια έχοντας υποστεί διάσειση, πράγμα που τον εμπόδισε να έχει την απαιτούμενη συγκέντρωση και απόδοση. Παρασυρμένο από τα δημοσιεύματα του Τύπου, το πλήθος έκανε τη ζωή του παίκτη ανυπόφορη. Είχαν γράψει συνθήματα στους τοίχους του σπιτιού του, όπως «ΦΥΓΕ», πετούσαν πέτρες στα παράθυρα, τον ξεφώνιζαν στα γήπεδα αποκαλώντας τον «σουρωτήρι». Ο Λεβ αναγκάστηκε να φύγει για λίγο καιρό από τη Μόσχα, ενώ για κάποιους μήνες έπαιζε μόνο στα εκτός έδρας παιχνίδια της ομάδας, μέχρι να εκτονωθεί η κατάσταση. Παρότι εκείνη την περίοδο η Ντιναμό δεν αγωνιζόταν στο Κύπελλο Πρωταθλητριών, ο Γιασίν είχε ήδη αρχίσει να προκαλεί αίσθηση και εκτός συνόρων. Το 1960 και το 1961 είχε προταθεί για την Χρυσή Μπάλα δίχως να τα καταφέρει. Έδωσε όμως τη δική του απάντηση πραγματοποιώντας μια εκπληκτική χρονιά το 1963, με αποτέλεσμα το France Football να του απονείμει τη Χρυσή Μπάλα, την πρώτη που έπαιρνε Σοβιετικός παίκτης (ακολούθησαν δυο ακόμα, με τον Όλεγκ Μπλαχίν το 1975 και τον Ιγκόρ Μπελάνοφ το 1986). Όμως αυτό που είναι, όχι μόνο πολύ σημαντικό αλλά αξιοσημείωτο είναι ότι πρώτη, μοναδική και μάλλον και τελευταία φορά την πήρε τερματοφύλακας. Ο Γιασίν ήρθε πρώτος στην ψηφοφορία με 73 ψήφους, αφήνοντας πίσω του δυο άλλους «θρύλους» της εποχής, τον Ιταλό Τζιάνι Ριβέρα της Μίλαν (55) και τον Άγγλο Τζίμι Γκριβς της Τότεναμ (50). Λίγο νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 1963, ο Λεβ επελέγη ως μέλος της μικτής κόσμου που θα αντιμετώπιζε την Εθνική Αγγλίας στο πλαίσιο του εορτασμού των εκατό χρόνων από την ίδρυση της Αγγλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας. Με συμπαίκτες την αφρόκρεμα του παγκόσμιου ποδοσφαίρου (ανάμεσα σε άλλους, τους Αλφρέδο Ντι Στέφανο, Φέρεντς Πούσκας, Τζάλμα Σάντος, Γιόζεφ Μάζοπουστ, Ρεϊμόν Κοπά, Ντένις Λο, Σβάτοπλουκ Πλούσκαλ, Γιάν Πόπλουχαρ, Λουίς Εϊσαγκίρε, Τζιμ Μπάξτερ, Εουσέμπιο, Πάκο Χέντο, Ούβε Ζέελερ και Καρλ Χάιντς Σνέλινγκερ), ο Μοσχοβίτης έδωσε σε εκείνο το ματς ένα πραγματικό ρεσιτάλ στο «Γουέμπλεϊ», σταματώντας στο πρώτο ημίχρονο (στην επανάληψη τον αντικατέστησε ο Μιλουτίν Σόσκιτς) κάθε επιθετική προσπάθεια των Άγγλων.
Ο Μπόμπι Τσάρλτον, ο Τέρι Πέιν και κυρίως ο Τζίμι Γκριβς, είδαν τον Γιασίν να «κατεβάζει τα ρολά» και με εκπληκτικές επεμβάσεις να διατηρεί ανέπαφη την εστία του. Χρειάστηκε να γίνει αλλαγή στο ημίχρονο, για να μπορέσουν οι γηπεδούχοι να σκοράρουν και να πάρουν τη νίκη με 2-1. Ο Λεβ γνώρισε την αποθέωση από τον δυτικό Τύπο και μαζί με τη Χρυσή Μπάλα που πήρε λίγο μετά, φάνηκε να αποκαθίσταται η σχέση του με τους φίλαθλους στη Σοβιετική Ένωση. Ένα χρόνο αργότερα, το 1964, η ΕΣΣΔ ταξίδεψε στην Ισπανία για να υπερασπιστεί τον τίτλο της στο δεύτερο Κύπελλο Εθνών. Έχοντας αποκλείσει στους «16» την Ιταλία με 3-1 και στους «8» τη Σουηδία με 4-2, οι Σοβιετικοί ξεπέρασαν εύκολα το εμπόδιο της Δανίας στον ημιτελικό του «Καμπ Νόου» με 3-0 και έφυγαν για τη Μαδρίτη. Εκεί όπου θα αντιμετώπιζαν τη διοργανώτρια Ισπανία στον μεγάλο τελικό του «Σαντιάγκο Μπερναμπέου». Εκεί ήταν και πάλι εντυπωσιακός, αν και διάφοροι «ειδικοί» (αυτοί τελικά υπάρχουν σε κάθε χώρα) του σοβιετικού Τύπου τον κατηγόρησαν ότι δεν είχε κάνει όσα έπρεπε (!) στην κεφαλιά-γκολ του Μαρθελίνο, που έδωσε τη νίκη με 2-1 και το τρόπαιο στους Ισπανούς. Το 1966 ο Γιασίν έπαιξε στο τρίτο και τελευταίο Μουντιάλ του (το 1970 ταξίδεψε στο Μεξικό ως τρίτος τερματοφύλακας χωρίς να αγωνιστεί καθόλου), βοηθώντας την ΕΣΣΔ να φτάσει μέχρι τον ημιτελικό, με τέσσερις νίκες σε ισάριθμα ματς και μόλις δυο γκολ παθητικό. Στο «Γκούντισον Παρκ», έδρα της Έβερτον στο Λίβερπουλ, οι Σοβιετικοί αντιμετώπισαν τη Δυτική Γερμανία και ο Χέλμουτ Χάλερ έβαλε τους Τεύτονες μπροστά στο σκορ, μετά από λάθος υπολογισμό του Λεβ. Η ήττα με 2-1 στέρησε από την Σοβιετική Ένωση και τον Γιασίν την ευκαιρία να παίξουν σε έναν τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου, ενώ χάθηκε και η τρίτη θέση, πάλι με ήττα 2-1, από την Πορτογαλία του Εουσέμπιο. Το 1970, στα 41 του χρόνια, αποφάσισε να βάλει τέλος στην καριέρα του και να αποσυρθεί από την αγωνιστική δράση. Είχε έρθει πια το πλήρωμα του χρόνου… Το τελευταίο του παιχνίδι το έδωσε στις 27 Μαΐου του 1971 σε ένα συμβολικό αγώνα στο στάδιο Λένιν της Μόσχας όπου μπροστά σε περισσότερους από 100.000 θεατές οι καλύτεροι παίκτες της Ντιναμό Μόσχας αντιμετώπισαν τη Μικτή Κόσμου (Εουσέμπιο, Μπόμπι Τσάρλτον, Γκερντ Μίλερ και άλλοι) σε ένα ματς που τελείωσε ισόπαλο 2-2.
Η σύζυγός του, Βαλεντίνα, σε συνέντευξη στο BBC το 2018 είχε πει׃ «Ήταν μεγάλος. Σε ένα από τα τελευταία του ματς, προσγειώθηκε μετά από μία εκτίναξη και έμεινε στο έδαφος. Είχε ταλαιπωρηθεί από διασείσεις στην καριέρα του, ενώ είχε και στομαχικούς πόνους σε όλη του τη ζωή, πιστεύω λόγω της κακής διατροφής που έκανε σαν παιδί. Όταν τον ρώτησα γιατί άργησε να σηκωθεί, απάντησε ότι׃ «το χορτάρι μύριζε τόσο ωραία! Δεν ήθελα να σηκωθώ». Τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του, ο Γιασίν πέρασε από διάφορες διοικητικές θέσεις στην αγαπημένη του Ντιναμό. Έφτασε μέχρι τη θέση του αναπληρωτή προέδρου της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της Σοβιετικής Ένωσης. Βραβεύτηκε με το παράσημο του Τάγματος του Λένιν, την ανώτατη διάκριση στην ΕΣΣΔ. Ενώ ψηφίστηκε από τη FIFA ως ο κορυφαίος τερματοφύλακας του 20ου αιώνα και συμπεριλήφθηκε στην ιδανική ενδεκάδα της ιστορίας των Μουντιάλ. Μια άλλη μεγάλη του αγάπη ήταν το ψάρεμα. Ήταν το πάθος του, μετά το ποδόσφαιρο. Έζησε για λίγα χρόνια στη Φινλανδία, όπου εργάστηκε ως προπονητής στις μικρές κατηγορίες. Το 1982 υπέστη εγκεφαλική αιμορραγία και το 1986, μετά από θρομβοφλεβίτιδα ενώ βρισκόταν στη Βουδαπέστη, χρειάστηκε να του ακρωτηριάσουν το δεξί πόδι. Το ότι υπήρξε μεγάλος καπνιστής μόλις από τα 13 του χρόνια, δεν βοήθησε.
Η υγεία του χειροτέρευσε τα επόμενα χρόνια. Η καρδιά του πήγε να τον προδώσει σε αρκετές περιπτώσεις, ενώ οι στομαχόπονοι μετατράπηκαν σε καρκίνο. Το 1989, η Ντινάμο διοργάνωσε ένα φιλικό ματς για να γιορτάσει τα 60ο του γενέθλια. Θρύλοι όπως ο Εουσέμπιο, ο Μπόμπι Τσάρλον και ο Φραντς Μπεκενμπάουερ τον τίμησαν με την παρουσία τους. Μετά τον αγώνα, ένα ανοιχτό αυτοκίνητο τον περιέφερε στον στίβο με χιλιάδες οπαδούς να τον επευφημούν. Ακούστηκε ξανά το σύνθημα των οπαδών που παλλόταν κάποτε το γήπεδο στη δεκαετία 1960-70: «Μόνο Γιασίν, μόνο Ντιναμό». Τον Μάρτιο του 1990, του απονεμήθηκε το χρυσό μετάλλιο από τη σοσιαλιστική κυβέρνηση. Στις 20 του μήνα, έφυγε από τη ζωή, ταλαιπωρημένος από τα πολλά προβλήματα υγείας. Παρά την επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε για να σωθεί η ζωή του και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη στη Μόσχα Μέχρι το τέλος, παρέμενε χαμογελαστός, με ένα τσιγάρο στο στόμα, κάνοντας χαβαλέ στις συνεντεύξεις του. Η πιστή του σύντροφος όλα αυτά τα χρόνια η αγαπημένη του Βαλεντίνα είχε πει׃ «Τα προβλήματα τον επηρέασαν αλλά δεν τον άλλαξαν». Ήταν πάντοτε ο ίδιος. Η ίδια «μαύρη αράχνη», που όμως ήταν ντυμένη στα μπλε και σε άλλες εποχές, θα είχε φορέσει τις φανέλες μερικών εκ των μεγαλύτερων ομάδων του κόσμου. Ο Λεβ Γιασίν υπήρξε μια ξεχωριστή προσωπικότητα του ποδοσφαίρου, αλλάζοντας για πάντα τον ρόλο του τερματοφύλακα μέσα στο γήπεδο. Είχε την ικανότητα να «διαβάζει» τις κινήσεις του αντίπαλου επιθετικού, να αντιδρά με μεγάλη ταχύτητα και να αποτρέπει τον κίνδυνο από την εστία του, ενώ γινόταν φόβος και τρόμος στις για σεμινάριο εξόδους του μακριά από το τέρμα και στις μονομαχίες «ένας εναντίον ενός». Έμεινε στην ιστορία η περίφημη «πάσα Γιασίν» όταν, αφού αποσοβούσε τον κίνδυνο μπροστά στην εστία του ο Γιασίν πετώντας την μπάλα με το χέρι τροφοδοτούσε με μοναδική ακρίβεια τις αντεπιθέσεις της ομάδας του. Με τις εμφανίσεις του και τον τρόπο που έπαιζε, έφερε επανάσταση στη θέση του, καθοδηγούσε τους αμυντικούς του με φωνές, έκανε εξόδους εκτός περιοχής, «καθάριζε» επικίνδυνες καταστάσεις παίζοντας σαν λίμπερο, δε δίσταζε να προωθηθεί αρκετά μέσα στον αγωνιστικό χώρο ψάχνοντας να τροφοδοτήσει τους επιθετικούς του και διακρινόταν για τις θεαματικές όσο και δύσκολες αποκρούσεις του. Ήταν ο πρώτος που φόρεσε γάντια και ο πρώτος που έδιωχνε τη μπάλα με γροθιές όταν δεν μπορούσε να την μπλοκάρει σταθερά. Όταν εφάρμοσε όλες αυτές τις καινοτομίες μέσα στο γήπεδο, πολλοί ήταν αυτοί που τον κορόιδευαν, αποκαλώντας τον «τσίρκο», όμως αποδείχτηκε πως βρισκόταν πολλά χρόνια μπροστά από την εποχή του.
Ο Γιασίν ήταν πανύψηλος (1.89) για τη θέση του τερματοφύλακα εκείνη την εποχή και μεγαλόσωμος, όμως διέθετε τέτοια ελαστικότητα και τόσο απίθανα ρεφλέξ, που μπορούσε να «πετάξει» από τη μια μεριά της εστίας στην άλλη. Συγκέντρωνε όλες τις πιθανές αρετές και ήταν κορυφαίος σε όλα: τοποθετήσεις, εκτινάξεις, αντανακλαστικά, εξόδους, αποκρούσεις, το ίδιο αποτελεσματικός τόσο ψηλά όσο και χαμηλά. Υπήρξε ο πρώτος που τροφοδοτούσε τους συμπαίκτες του με τα χέρια και όχι αποκλειστικά με βολέ, αιφνιδιάζοντας έτσι τους αντίπαλους. Όσοι τον έζησαν, μιλούν για ένα «τέρας» ψυχραιμίας, αλλά και γεννημένο ηγέτη. Φορούσε πάντα μαύρα ρούχα (στην πραγματικότητα ήταν βαθύ σκούρο μπλε), γιατί έτσι μπορούσε να «καμουφλάρεται» πίσω από τους αμυντικούς του και να μη φαίνεται από τους αντιπάλους. Και αυτό γιατί το μαύρο χρώμα είναι αυτό που ξεγελάει περισσότερο το ανθρώπινο μάτι. Ο Γιασίν, ακόμα και όταν η φήμη του είχε ξεπεράσει τα σύνορα της ΕΣΣΔ, θεωρούσε τον εαυτό του «εργάτη». Έλεγε χαμογελώντας׃ «Πάντα πριν παίξω, πρέπει να αγγίξω τη μπάλα, ακριβώς όπως ο ξυλουργός ακουμπάει το ξύλο πριν αρχίσει να το δουλεύει, πρόκειται για εργατική συνήθεια». Παρά το γεγονός ότι ήταν διάσημος, τα χρήματα που έπαιρνε δεν είχαν την παραμικρή σχέση με εκείνα των συναδέλφων του που έπαιζαν στη Δυτική Ευρώπη. Μια φορά είχε πάει για φαγητό μαζί με τον Πούσκας σε ένα εστιατόριο και όταν ο Ούγγρος έβγαλε το πορτοφόλι του για να πληρώσει τον λογαριασμό, ο Γιασίν έμεινε «άγαλμα»: «Δεν είχα δει ποτέ στη ζωή μου τόσο πολλά λεφτά συγκεντρωμένα»! Πάντως διατηρούσε φιλικές σχέσεις με πολλούς από τους μεγάλους παίκτες της εποχής, κυρίως με τον Μπέκενμπαουερ και τον Πελέ. Αμφότεροι τον είχαν επισκεφθεί στη Μόσχα μετά το τέλος της καριέρας του.
Ο ίδιος πάντως δε θεωρούσε τον εαυτό του τον κορυφαίο τερματοφύλακα του κόσμου, πίστευε ότι αυτός ο τίτλος άξιζε στον Γιουγκοσλάβο Βλαντιμίρ Μπεάρα. Το ίνδαλμά του ήταν ο Ισπανός Ρικάρδο Θαμόρα (Εσπανιόλ, Μπάρσα, Ρεάλ Μαδρίτης), ενώ ένας άλλος μεγάλος γκολκίπερ που επίσης έμεινε γνωστός για τα μαύρα που φορούσε, ο Βάσκος Χοσέ Άνχελ Ιρίμπαρ, είχε αφήσει ένα μπουκέτο λουλούδια στον τάφο του το 2012 στο νεκροταφείο «Βαγκάνκοβο» της Μόσχας, όταν η Αθλέτικ είχε παίξει με την τοπική Λοκομοτίβ για το Europa League. Εδώ να πούμε ότι ο Γιασίν, όσο αγωνιζόταν, δεν είχε ιδέα ότι στον υπόλοιπο κόσμο ήταν γνωστός ως η «μαύρη αράχνη» και το έμαθε αφού σταμάτησε το ποδόσφαιρο από δυτικοευρωπαίους δημοσιογράφους. Λέει ο μύθος πως όποιος του έβαζε γκολ, ήταν υποχρεωμένος να του ζητήσει συγνώμη αμέσως μετά από σεβασμό! Οι αριθμοί του Γιασίν είναι και θα παραμείνουν αξεπέραστοι. Αγωνίστηκε σε 816 παιχνίδια συνολικά σε όλες τις διοργανώσεις (738 με την Ντιναμό Μόσχας και 78 με την Εθνική ΕΣΣΔ δέχτηκε 70 γκολ). Από τα 326 ματς που έπαιξε με την Ντιναμό στο πρωτάθλημα Σοβιετικής Ένωσης, κράτησε το «μηδέν» στα 270, ενώ στη διάρκεια της καριέρας του απέκρουσε 151 πέναλτι, τα περισσότερα από οποιονδήποτε άλλο τερματοφύλακα στην ιστορία. Αγωνίστηκε σε 13 αγώνες Παγκοσμίου Κυπέλλου (4 παιχνίδια χωρίς να δεχτεί γκολ). Είχε 2 εμφανίσεις στην «επίλεκτη ενδεκάδα (ΧΙ) κόσμου» (το 1963 κόντρα στην Αγγλία και το 1968 κόντρα στην Βραζιλία). Τιμητικό παιχνίδι από την FIFA το (1971). Συνολικά σε 480 παιχνίδια δεν δέχτηκε γκολ. Κατέκτησε 1 χρυσό μετάλλιο για το Σοβιετικό πρωτάθλημα χόκεϊ επί πάγου. Στο Σοβιετικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου πήρε 5 πρωταθλήματα, 15 φορές τερμάτισε στη δεύτερη θέση και μία φορά στην τρίτη. Σήκωσε 3 φορές το Κύπελλο της χώρας του. Ακόμα πήρε 1 Ολυμπιακό χρυσό μετάλλιο, 1 χρυσό μετάλλιο ως κάτοχος του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, 1 ασημένιο μετάλλιο ως φιναλίστ του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος. Ευρωπαίος Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς, Βραβείο «Χρυσή Μπάλα» (1963), τέταρτη θέση στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου (1966), 3 φορές Καλύτερος τερματοφύλακας της ΕΣΣΔ (1960, 1963, 1966), Τάγμα του Λένιν (1967), Ολυμπιακό Τάγμα (1986), Χρυσό Τάγμα της FIFA για την Αρετή (1988), Χρυσό μετάλλιο «του σφυριού και του δρεπανιού» (αστέρι) του Ήρωα της Σοσιαλιστικής Εργατιάς μαζί με το Τάγμα του Λένιν (ισάξιο με το στρατιωτικό βραβείο «Ήρωας της ΕΣΣΔ») (1989). Τίτλος του «Καλύτερου Τερματοφύλακα του Αιώνα» της ΦΙΦΑ, και μέλος της «Ενδεκάδας (ΧΙ) του Αιώνα» της ΦΙΦΑ (2000). Χρυσός Παίκτης της Ρωσίας από την Ποδοσφαιρική Ένωση της Ρωσίας, ως ο πιο εξέχων παίκτης τους τα τελευταία 50 χρόνια (Νοέμβριος 2003 για τον εορτασμό του Ιωβηλαίου της UEFA). Όχι και λίγα τελικά!!
Ο Γιασίν δεν ήταν μόνο μεγάλος ποδοσφαιριστής. Όσοι τον γνώρισαν μιλούσαν με θαυμασμό για τον χαρακτήρα και την ανθρώπινη συμπεριφορά του. Ο αθλητικός σχολιαστής Βλαντίμιρ Μασλατσένκο (τερματοφύλακας, συμπαίκτης του Γιασίν και διεθνής με την εθνική ομάδα της ΕΣΣΔ), λέει σχετικά: «Ο Λεβ ήταν σπουδαίο παιδί. Εξαιρετικά πρόσχαρος, δημιουργούσε καλές σχέσεις με τους γύρω του. Είχε τεράστιο κύρος. Στο εξωτερικό, το σοβιετικό ποδόσφαιρο ήταν γνωστό μόνο χάρη στο όνομα Λεβ Γιασίν. Συναγωνιζόμασταν καλά και ήμαστε καλοί φίλοι. Ορισμένες φορές ζούσαμε στο ίδιο δωμάτιο, όμως συνήθως διέμενε στον τόπο παραμονής και προπονήσεων της ομάδας, ή στις υπηρεσιακές αποστολές με τον Ιγκόρ Νέττο (μεγάλο χαφ, ο οποίος για δέκα χρόνων ήταν αρχηγός της Εθνικής). Ο ένας ήταν της «Σπαρτάκ», ο άλλος της «Ντιναμό», και οι δυο φανατικοί εκπρόσωποι των ομάδων τους, όμως στην Εθνική δεν τσακώνονταν ποτέ. Στο γήπεδο υπάρχει η ομάδα. Δεν είναι τυχαίο που η Εθνική Σοβιετικής Ένωσης αναδείχτηκε Ολυμπιονίκης και πρωταθλήτρια Ευρώπης. Πραγματικά, ήταν εποχή λαμπρών παικτών, ένας από τους οποίους ήταν ο Λεβ Γιασίν. Έχω τις δικές μου αρχές και απόψεις για τη ζωή, για την ποδοσφαιρική τέχνη. Όμως όταν άκουσα δυο φορές τον Λεβ Γιασίν να λέει ότι «σήμερα ο καλύτερός μας τερματοφύλακας είναι ο Βλαντίμιρ Μασλατσένκο», όταν τέτοιος άνθρωπος εκφράζεται με τέτοια λόγια για σένα, δεν είναι μόνο όπως το βάλσαμο για την ψυχή, είναι αναγνώριση των δημιουργικών υπηρεσιών και της τέχνης και ικανότητας να δουλεύεις. Τέτοιος ήταν για μένα ο Γιασίν». Ο αναπληρωματικός του Γιασίν Ολέγκ Ιβανόφ), διηγήθηκε ότι μια φορά τον αντικατέστησε σε ένα ματς 20 λεπτά πριν από το τέλος και δέχθηκε ένα ανόητο γκολ. Εκείνη την ώρα ο Γιασίν, που καθόταν πίσω από την εστία του με ένα τσιγάρο στο χέρι είπε στον Ιβανόφ: «Αύριο θα κάνουμε προπόνηση». Παρ’ ότι κανονικά μετά τους αγώνες δεν γινόταν προπόνηση, ο Λεβ Γιασίν την επόμενη μέρα πήγε στις εγκαταστάσεις της Ντιναμό και επί ώρες μάθαινε στον νεότερο συνάδελφό του μυστικά της θέσης του τερματοφύλακα. Ο Βλαντίμιρ Πιλγκούι θα πει για τον παλιό συμπαίκτη του: «Οι φίλαθλοι πάντα απευθύνονταν στον Γιασίν με το όνομά του καθώς τον θεωρούσαν «δικό τους», κάτι σαν φίλο ή αδελφό. Οι λάτρεις του ποδοσφαίρου πάντοτε μετά τον αγώνα τον συνόδευαν μέχρι το σπίτι του, τον βοηθούσαν να μεταφέρει το μεγάλο σακ βουαγιάζ με τον αθλητικό του εξοπλισμό». Ο Βλαντίμιρ Πιλγκούι, αντικαταστάτης του Γιασίν κάτω από τα δοκάρια της Ντιναμό Μόσχας έλεγε׃ «Δεν θυμάμαι άλλον τερματοφύλακα στην ιστορία που να καταλάβαινε και να «διάβαζε» έτσι το παιχνίδι. Με το που άρχιζε από κάποια πλευρά η επίθεση του αντιπάλου, ο Λεβ έδινε ήδη οδηγίες στους αμυντικούς για το σημείο που αυτοί πρέπει να καλύψουν στον αγωνιστικό χώρο». Ενώ ο μεγάλος Πελέ׃ «Ο Γιασίν δεν είναι απλώς μεγάλος μάστορας και ένας από τους καλύτερους γκολκίπερ της σύγχρονης εποχής. Το παιχνίδι του άφησε εποχή στην ανάπτυξη της τέχνης του τερματοφύλακα».
Kάποτε ο φοβερός Σάντρο Ματσόλα ο «θρύλος» της Ίντερ, μετά από ένα χαμένο πέναλτι απέναντι στον Γιασίν είπε׃ «Ξέρει περισσότερη μπάλα από εμένα». Ο ίδιος συνήθιζε να λέει ότι׃ «Ένα χαμένο πέναλτι είναι περισσότερο λάθος του εκτελεστή, παρά ικανότητα του γκολκίπερ». Όμως η φράση του που έμεινε στην ιστορία ήταν׃ «Η χαρά του να βλέπεις τον Γιούρι Γκαγκάριν να πετάει στο διάστημα, ξεπερνιέται μόνο από τη χαρά μιας σωστής απόκρουσης σε ένα πέναλτι». Αν και η πιο ιστορική του φράση, ήταν η απάντησή του στην ερώτηση δημοσιογράφου, ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχίας του: «Ένα τσιγάρο για να καλμάρουν τα νεύρα και ένα ποτό για να τονωθούν οι μύες». Το καταπληκτικό είναι ότι δεν έκανε πλάκα. Κάπνιζε ακόμα και στην ανάπαυλα των ημιχρόνων. Μπροστά στον προπονητή και τους συμπαίκτες του. Ενώ έπινε και πάρα πολύ. Ισχυριζόταν ότι το αλκοόλ τον ανακούφιζε από τους στομαχόπονους. Ένα από τα ενθύμια όπως είδαμε των κακουχιών που πέρασε ως παιδί. Και συνέχισε με׃ «Τι είδους τερματοφύλακας είναι αυτός που δεν τρελαίνεται όταν δέχεται ένα γκολ? Είναι υποχρεωμένος να τρελαίνεται. Και αν είναι ήρεμος, τότε αυτό είναι το τέλος. Ότι και αν είχε καταφέρει στο παρελθόν, δεν έχει μέλλον». Αυτή ήταν η φιλοσοφία του Λεβ Γιασίν, του ανθρώπου που δημιούργησε πριν από μισό και παραπάνω αιώνα, το προφίλ του σύγχρονου γκολκίπερ του 21ου αιώνα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε, ότι το France Football για να τιμήσει την κληρονομιά που άφησε πίσω του, ονόμασε το βραβείο που απονέμεται κάθε χρόνο στον κορυφαίο τερματοφύλακα του κόσμου, ως «Yashin Trophy». Δύο άγνωστα ακόμα παρατσούκλια του, που δεν τα ξέρουν πολλοί, ήταν ο «μαύρος πάνθηρας» και το «χταπόδι». Φυσικά υπάρχει σε όλα τα ηλεκτρονικά παιχνίδια ποδοσφαίρου στους θρύλους του αθλήματος. Οι ενέργειές του στους αγωνιστικούς χώρους αποτελούν μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς και διδάσκονται στους νέους τερματοφύλακες, που αν και δεν τον είδαν ποτέ από κοντά να παίζει θα ήθελαν πολύ να του μοιάσουν.
Τον Απρίλιο του 2013 έπεσε για πρώτη φορά στο τραπέζι, η ιδέα για μια κινηματογραφική ταινία. Με θέμα την περιπετειώδη ζωή και τα αθλητικά κατορθώματα του Λεβ Γιασίν. Και αυτό έγινε στο υπουργικό συμβούλιο από τον ίδιο τον Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Πέντε χρόνια μετά το 2018 οι επισκέπτες των ρωσικών πόλεων που φιλοξένησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο είδαν παντού γιγαντοαφίσες του θρυλικού γκολκίπερ. Υπάρχουν δύο μπρούτζινα αγάλματα του σε γήπεδα της Μόσχας, το όνομα του σε κάμποσους δρόμους και ένα νόμισμα με τη μορφή του! Η ταινία ολοκληρώθηκε το 2019. Ο τίτλος της είναι׃ «Λεβ Γιασίν: Ο τερματοφύλακας των ονείρων μου» σε σκηνοθεσία του Βασίλι Τσινγκίνσκι. Προβλήθηκε στις ρωσικές αίθουσες κινηματογράφου, στα τέλη Οκτωβρίου με αρχές Νοέμβριου, ώστε να συμπέσει με την επέτειο της γέννησης του Ρώσου τερματοφύλακα που είναι η 22η Οκτωβρίου. Την σχετική ανακοίνωση είχε κάνει ο γενικός παραγωγός της εταιρείας «Kremlin films» Όλεγκ Καπλάνετς κατά την διάρκεια συνέντευξης τύπου, στην οποία επισημάνθηκε ότι στην δημιουργία της ταινίας συνέβαλε σε σημαντικό βαθμό η εταιρεία «Ντιναμό». Όπως και ότι επίσημος χορηγός της ήταν η τράπεζα VTB. Η ταινία, επιχορηγήθηκε από το κράτος με το ποσό των 60 εκατομμύριων ρουβλιών, ενώ την χρηματοδότησε και ο Ρώσος μεγιστάνας Αλισέρ Ουσμάνοφ.
Σήμερα, το νέο γήπεδο της Ντιναμό Μόσχας που εγκαινιάστηκε το 2019, φέρει το όνομα του Λεβ Γιασίν, για να θυμίζει σε όλους μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του αθλήματος, που έγραψε τη δική του ιστορία στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο και που έφυγε από τη ζωή πριν 31 χρόνια, στις 20 Μαρτίου του 1990. Ένας αστέρας του μακρινού παρελθόντος, που έφυγε από τη ζωή τόσο νέος… Μόλις στα 60 του χρόνια… Περνώντας την πόρτα της αθανασίας, στον παράδεισο του ποδοσφαίρου, μαζί με τους άλλους αστέρες εκεί πάνω… Πελέ, Μαραντόνα, Κρόιφ, Μίλερ, Βιάλι, Σώκρατες, Ρόσι, Πούσκας, Μπεστ, Σιρέα, Γκαρίντσα, Κούπερ, Μουρ, Εουσέμπιο, Μιχαίλοβιτς και άλλους… Η αιώνια δόξα του ανήκει…
Από τον Ευστράτιο Φωτεινό