Ο όρος «Γκάρρα Τσαρούα» στη γλώσσα των ιθαγενών της Ουρουγουάης σημαίνει «Η δύναμη των Ινδιάνων». Με αυτόν τον εύστοχο όρο χαρακτηρίστηκε η εθνική ομάδα της χώρας τη δεκαετία του ‘20. Τη μεγάλη αυτή ομάδα την αποτελούσαν ερασιτέχνες ποδοσφαιριστές όλοι τους μεροκαματιάρηδες και βιοπαλαιστές που όμως όταν έμπαιναν στο γήπεδο μεταμορφώνονταν στους μεγαλύτερους αστέρες του κόσμου. Εκεί γίνονταν μία παρέα που έπαιζε πάνω από όλα για τη «πάρτη» της και τη χαρά του παιχνιδιού.

Το πιο δημοφιλές και ιδιαίτερο μέλος αυτής της παρέας ήταν ο Χοσέ Λεάντρο Αντράντε. Αγωνίζονταν στη θέση του δεξιού εσωτερικού μέσου, με σημερινούς όρους ήταν αυτή του 8αριού (box to box) ενώ σύμφωνα με τους ειδικούς ο τρόπος παιχνιδιού του και οι δουλειές που έκανε στο γήπεδο έμοιαζαν με αυτές του Ζινεντίν Ζιντάν. Ο Αντράντε εκτός από τις ποδοσφαιρικές του ικανότητες ξεχώριζε και για έναν ακόμη λόγο, ήταν ο μοναδικός μαύρος που έπαιζε στην εθνική ομάδα σε μία εποχή που οι μαύροι ποδοσφαιριστές ήταν ελάχιστοι και μόνο ορισμένες χώρες τους επέτρεπαν να αγωνίζονται.

Ο Χοσέ Λεάντρο Αντράντε γεννήθηκε το 1901 στη πόλη Σάλτο της Ουρουγουάης. Σύμφωνα με φήμες ο πατέρας του, Χοσέ Ιγκνάσιο Αντράντε ήταν ένας Αφρικανός σκλάβος που είχε δραπετεύσει από τη Βραζιλία, πέρασε τα σύνορα και εγκαταστάθηκε στην πόλη Σάλτο της Ουρουγουάης. Σε μια περιοχή που τα βουντού και τα ξόρκια ήταν πολύ διαδεδομένα εκείνη την εποχή κυρίως μεταξύ των μαύρων κατοίκων της. Όταν γεννήθηκε ο Αντράντε ο πατέρας του ήταν 98 ετών. Χάρης όμως τη μαγεία που εξασκούσε -μαζί με τη σύντροφό του και μητέρα του Αντράντε- και με διάφορα ελιξίρια που χρησιμοποιούσε κατάφερε να κάνει παιδί σε τέτοια ηλικία. Φυσικά δεν λείπουν και οι γνώμες ότι το ταλέντο του Αντράντε οφείλεται στις «μαγικές ικανότητες» των γονιών του και σε άλλες σκοτεινές δυνάμεις. Αλλά αν λάβουμε υπόψιν ότι σε μία μικρή πόλη όπως το Σάλτο αρκετά χρόνια αργότερα γεννηθήκαν παίχτες όπως ο Λούις Σουάρες και ο Έντινσον Καβάνι φαίνεται ότι τα …μάγια κρατάνε ακόμη και σήμερα.

Ο Αντράντε μεγάλωσε με μία θεία του στο Μοντεβίδεο. Στα παιδικά του χρόνια ήταν εφημεριδοπώλης και λούστρος, αργότερα εργαζόταν σαν οργανοπαίχτης και χορευτής σε τσίρκο ενώ εξασκούσε ακόμη και το επάγγελμα του ζιγκολό.

Σε ηλικία 20 ετών έκανε το πρώτο του συμβόλαιο με τη Μπέλα Βίστα (71 συμ./7 τερμ.) όπου και έμεινε για δύο χρόνια μέχρι το 1923. Την επόμενη χρονιά η συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού θα εκτόξευαν μαζί με την εθνική ομάδα της χώρας του και το όνομα του ίδιου.

Το 1924 ο Αντράντε όπως και όλη η ομάδα της «Σελέστε» έφτασε στην Ευρώπη για να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού δίνοντας αρκετά φιλικά με διάφορες ομάδες. Όχι μόνο για να μπορέσει να προσαρμοστεί απέναντι στους προσεχείς Ευρωπαίους αντιπάλους της αλλά και για να εξασφαλιστούν χρήματα για την διαβίωση και τις μετακινήσεις των παιχτών. Στη τελευταία προπόνηση μάλιστα πριν την πρεμιέρα των αγώνων οι Γιουγκοσλάβοι έστειλαν κατασκόπους για να δουν πως παίζει η Ουρουγουάη. Επειδή οι Ουρουγουανοί το γνώριζαν αυτό κατά τη διάρκεια της προπόνησης έδειξαν εικόνα παιδικής χαράς. Αυτό έδωσε στους Γιουγκοσλάβους την εντύπωση ότι στο ματς δεν θα αντιμετώπιζαν κανένα πρόβλημα απέναντι σε ένα «τσούρμο» παιχτών από την Ουρουγουάη. Το τελικό 7-0 όμως προσγείωσε απότομα τους «Πλάβι» στην πραγματικότητα. Από αυτό το παιχνίδι έχει μείνει στην ιστορία η κούρσα του Αντράντε από τη μία άκρη του γηπέδου στην άλλη με τη μπάλα καρφωμένη στο κεφάλι του, χωρίς να μπορέσει να τον σταματήσει κάποιος αντίπαλος. Αυτή η εντυπωσιακή ενέργεια του Ουρουγουανού μέσου εκτόξευσε τη δημοφιλία του και έτσι ο μύθος για έναν μαύρο ζογκλέρ ταξίδεψε αστραπιαία σε όλη τη Γαλλία. Οι Ευρωπαίοι φίλαθλοι δεν είχαν ξαναδεί μαύρο ποδοσφαιριστή, ο οποίος ξεχώριζε όχι μόνο με τον τρόπο που χειρίζονταν τη μπάλα αλλά και με το εντυπωσιακό ανάστημά του. Έτσι τα παρατσούκλια «Μαύρο διαμάντι» και «Μαύρο θαύμα» δεν άργησαν να έρθουν. Στον προημιτελικό κόντρα στους διοργανωτές Γάλλους (έληξε με 5-1 για τους Ουρουγουανούς) στο γήπεδο βρέθηκαν 30,000 θεατές για να θαυμάσουν τον Αντράντε, τον Σκαρόνε, τον Πετρόνε, τον Ρομάνο, τον Νασάτσι και τους άλλους παίχτες της «Σελέστε». Στον τελικό η Ελβετία έχασε με το τιμητικό 3-0 και έτσι η Ουρουγουάη κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο με πέντε νίκες σε ισάριθμα παιχνίδια και τον εντυπωσιακό απολογισμό τερμάτων 20-2! Η μοναδική δυσκολία που συνάντησε η ομάδα από τη Νότια Αμερική σε αυτή τη διοργάνωση ήταν το ταξίδι μέχρι το Παρίσι, γιατί μέσα στο γήπεδο έκανε κυριολεκτικά πλάκα στους αντιπάλους. Η μεγάλη άγνοια που είχαν οι πάντες για την Ουρουγουάη πριν την έναρξη των αγώνων φαίνεται στο γεγονός ότι οι Γάλλοι διοργανωτές τοποθέτησαν ανάποδα στον ιστό τη σημαία της «Σελέστε» ενώ αντί για τον εθνικό ύμνο της χώρας έπαιξαν ότι πλησιέστερο διέθεταν δηλαδή αυτόν της …γειτονικής Βραζιλίας.

Εκείνη η ομάδα ήταν γνωστή για το περίφημα «φιογκάκια» δηλαδή την πορεία σε σχήμα «οχταριού» που έκανε ένας παίχτης με τη μπάλα στα πόδια μέσα στον γήπεδο. Δεν το έκαναν για κάποιο συγκεκριμένο αγωνιστικό λόγο αλλά μόνο και μόνο για να διασκεδάσουν το κοινό που τους παρακολουθούσε. Ο μεγάλος Ουρουγουανός συγγραφέας Εντουάρντο Γκαλεάνο στο βιβλίο του “Το ποδόσφαιρο στη σκιά και στο φως” αναφέρει “το «φιογκάκι» όχι μόνο επιτρεπόταν αλλά το απαιτούσαν και οι θεατές γιατί τους έδινε χαρά. Σήμερα αυτές οι φιγούρες απαγορεύονται, ή τουλάχιστον αντιμετωπίζονται με καχυποψία. Γιατί θεωρούνται εντελώς άχρηστες απέναντι στα σιδερένια αμυντικά συστήματα του σύγχρονου ποδοσφαίρου“.

Σε αυτούς τους Ολυμπιακούς Αγώνες ο Χοσέ Λεάντρο Αντράντε δεν ήταν μόνο σταρ εντός του γηπέδου άλλα και έκτος αυτού. Μετά το τέλος των αγωνιστικών του υποχρεώσεων παρέμεινε στη «πόλη του φωτός» αποδεικνύοντας ότι έχει και …άλλα προσόντα εκτός από τα ποδοσφαιρικά. «Παίζοντας μπάλα» σε κακόφημα στέκια, καμπαρέ, οίκους ανοχής αλλά και σε σπίτια κυριών της μπουρζουαζίας του Παρισιού. Ενώ όσο σκέφτονταν ότι χρειάζεται σχεδόν δύο μήνες ταξίδι -τόσο έκανε η αποστολή της Ουρουγουάης να φτάσει στο Παρίσι- για να επιστρέψει στο Μοντεβίδεο όλο και ανέβαλε την επιστροφή του. Η πολυβραβευμένη Γαλλίδα συγγραφέας Κολέτ η οποία είχε «γευτεί» κάποιες από τις υπηρεσίες του νεαρού Ουρουγουανού τον χαρακτηρίζει μεταξύ άλλων σαν “έναν παράξενο συνδυασμό πολιτισμού και βαρβαρότητας, είναι κάτι παραπάνω και από τον καλύτερο ζιγκολό”

Όταν τελικά ο Αντράντε βρήκε …το δρόμο της επιστροφής στην πατρίδα του η κοινότητα των Μαύρων του Μοντεβίδεο οργάνωσε μία γιορτή προς τιμήν του. Εκείνος όμως ήταν ακόμη «μεθυσμένος» από τη Γαλλική σαμπάνια και το άρωμα των «κυριών» της Γαλλικής πρωτεύουσας και έτσι δεν καταδέχτηκε να παρευρεθεί σε μία τόσο ταπεινή γιορτή. Γεμίζοντας με θυμό και απογοήτευση τους διοργανωτές αλλά και τους χιλιάδες μαύρους θαυμαστές που τον περίμεναν σαν εθνικό ήρωα. Από τότε άρχισε να γίνεται αλαζόνας, εσωστρεφής και ιδιόρρυθμος σε τέτοιο βαθμό που όταν ακόμη και χρόνια μετά το τέλος της καριέρας του κάποιοι πρώην συμπαίχτες βλέποντας την τραγική του κατάσταση προσφέρθηκαν να τον βοηθήσουν εκείνος αρνήθηκε.

Την ίδια χρονιά (1924) πήρε μεταγραφή σε έναν από τους δύο μεγάλους της Ουρουγουάης τη Νασιονάλ (105 συμ./ 29 τερμ.) στην οποία έμεινε έξι χρόνια κατακτώντας ένα πρωτάθλημα και ένα κύπελλο.

Το επόμενο μεγάλο ραντεβού της «Γκάρρα Τσαρούα» ήταν η Ολυμπιάδα του Άμστερνταμ το 1928. Στο κορυφαίο ποδοσφαιρικό γεγονός του κόσμου βρέθηκαν 16 ομάδες από όλη τη γη. Αυτή τη φορά η Ουρουγουάη ήταν το μεγάλο φαβορί για το χρυσό μετάλλιο. Οι παίχτες της αντιμετωπίζονταν σαν σταρ και ο Αντράντε ήταν πλέον το «Μαύρο διαμάντι» και όχι απλά ένας μαύρος ποδοσφαιριστής. Για να φτάσει στον τελικό η Ουρουγουάη ξεπέρασε τα εμπόδια μεγάλων Ευρωπαϊκών ομάδων όπως της διοργανώτριας Ολλανδίας (στην πρεμιέρα), της Γερμανίας στους «8» και της Ιταλίας στους «4» όπου το παιχνίδι στιγματίστηκε από τον σοβαρό τραυματισμό του Αντράντε στο μάτι. Στον τελικό για το χρυσό μετάλλιο την περίμενε η Αργεντινή που έφτασε μέχρι εκεί με τρεις εντυπωσιακές νίκες και συντελεστή τερμάτων 23-5! Ένα χρόνο νωρίτερα οι δύο ομάδες είχαν συναντηθεί στον τελικό του Κόπα Αμέρικα με νικητές τους Αργεντινούς. Η «Μπιανκοσελέστε» τότε ήταν και το αντίπαλο δέος της Ουρουγουάης και η μοναδική ομάδα που μπορούσε να αμφισβητήσει τη κυριαρχία της. Ο τελικός που ήταν αμφίρροπος έληξε ισόπαλος 1-1. Επειδή τότε δεν προβλεπόταν παρατάσεις και πέναλτι τρεις μέρες αργότερα έγινε επανάληψη του παιχνιδιού το οποίο αυτή τη φορά τελείωσε με δύσκολη επικράτηση της Ουρουγουάης με 2-1, κατακτώντας έτσι το δεύτερο σερί χρυσό μετάλλιο στο «άτυπο» αυτό Μουντιάλ.

Η τελευταία και μεγαλύτερή όλων των διακρίσεων της κορυφαίας «φουρνιάς» του Ουρουγουανικού ποδοσφαίρου ήταν το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο που διεξήχθη το 1930. Η ΦΙΦΑ επέλεξε να το διοργανώσει η Ουρουγουάη προς τιμήν των 100 χρόνων από την ανεξαρτησία και τη σύσταση του πρώτου συντάγματος της της χώρας. Αψηφώντας έτσι τις έντονες πιέσεις των ευρωπαϊκών χωρών που ήθελαν τη διοργάνωση εντός της «Γηραιάς Ηπείρου». Σε αυτό το ιστορικό ραντεβού έλαβαν μέρος 13 χώρες με μόνο τέσσερις από αυτές να είναι Ευρωπαϊκές. Στον τελικό έφτασαν με εμφατικό τρόπο και αρκετές εντυπωσιακές νίκες για ακόμη μία φορά οι δύο υπερδυνάμεις της εποχής, η Ουρουγουάη και η Αργεντινή. Με τους δύο μονομάχους να μετράνε από τέσσερις κατακτήσεις Κόπα Αμέρικα την τελευταία δεκαετία (από το 1920 έως το 1929). Στα ημιτελικά μάλιστα Ουρουγουάη και Αργεντινή συνέτριψαν με το ίδιο σκορ 6-1 την Γιουγκοσλαβία και τις ΗΠΑ αντίστοιχα. Στις 30 Ιουνίου του 1930 στο Σεντενάριο του Μοντεβίδεο και μπροστά σε 70.000 κόσμο διεξήχθη ο πρώτος τελικός Παγκοσμίου Κυπέλλου. Και αφού το Ζιλ Ριμέ Καπ (όπως ήταν η ονομασία του βαρύτιμου τροπαίου μέχρι το 1970) άλλαξε τρεις φορές κάτοχο -όσες ήταν και οι ανατροπές του σκορ- κατέληξε στα χέρια των γηπεδούχων μετά το τελικό 4-2. Σε αυτό το ματς ο Αντράντε θύμισε ξανά το «Μαύρο διαμάντι» που θαύμασε όλος ο κόσμος στο Παρίσι πριν από έξι χρόνια κερδίζοντας τον τίτλο του κορυφαίου παίχτη του τελικού και τρίτου καλύτερου ποδοσφαιριστή όλης της διοργάνωσης.

Η Ουρουγουάη έφτασε τη δεκαετία του ‘20 να είναι ή μεγάλη κυρίαρχος σε όλα τα διεθνή τουρνουά που συμμετείχε γιατί συνδύασε την ουσία με το θέαμα. Ήταν η ομάδα που στις αρχές του περασμένου αιώνα εξέλιξε το ποδόσφαιρο σε σχέση με αυτό που παίζονταν μέχρι τότε. Έδωσε ταχύτητα, αμεσότητα, περισσότερες κοντινές πάσες και λιγότερες σέντρες. Σε αντίθεση με την μεγάλη της αντίπαλο Αργεντινή που κατανάλωνε όλη της την ενέργεια στο επιθετικό κομμάτι και στο θέαμα βάζοντας το αποτέλεσμα σε δεύτερη μοίρα.

Εκτός του Αντράντε που ήταν ο πιο θεαματικός παίχτης της ομάδας υπήρχαν και άλλοι σπουδαίοι παίχτες όπως οι γκολτζήδες Έκτορ Σκαρόνε και Πέδρο Πετρόνε, ο αρχηγός Χοσέ Νασάτσι, ο Πέδρο Αρίσπε, ο Πέδρο Σέα, o Ατίλιο Ναράνσιο και άλλοι. Ο τελευταίος μάλιστα είχε υποθηκεύσει το σπίτι του για να καταφέρουν να πληρώσουν τα εισιτήρια και να ταξιδέψει η ομάδα στο Παρίσι για τους Ολυμπιακούς του 1924.

Σε αυτό το Μουντιάλ ο Αντράντε έκανε και τις τελευταίες του συμμετοχές με το εθνόσημο κλείνοντας τη λαμπρή του καριέρα με τη γαλάζια φανέλα που τη φόρεσε 33 φορές και πέτυχε ένα τέρμα. Την επόμενη χρονιά μετακόμισε στην «κιτρινόμαυρη» πλευρά του Μοντεβίδεο και στην μεγάλη αντίπαλο της Νασιονάλ, την Πενιαρόλ όπου και παρέμεινε για τέσσερα χρόνια κατακτώντας δύο πρωτάθλημα (1932, 1935) και σημειώνοντας τρία τέρματα σε 88 εμφανίσεις. Στο τέλος της καριέρας του αγωνίστηκε στην Γουόντερερς (17 συμ./ 0 τερμ.) κάνοντας στο ενδιάμεσο και κάποιες «αρπαχτές» στην Αργεντινή σε Ατλάντα, Αρχεντίνος Τζούνιορς και Λανούς-Ταγιέρες.

Εκτός από δύο χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια και ένα Παγκόσμιο Κύπελλο έχει κατακτήσει και τρεις φορές το Κόπα Αμέρικα 1923, 1924, 1926 ενώ ήταν φιναλίστ το 1927. Το 1924 ήταν ο πολυτιμότερος ποδοσφαιριστής στου Ολυμπιακούς του Παρισιού, το 1926 ο κορυφαίος του Κόπα Αμέρικα της Χιλής και το 1930 ήταν ο τρίτος καλύτερος παίχτης του Μουντιάλ της Ουρουγουάης.

Σύμφωνα με τη διεθνή ομοσπονδία στατιστικής ο Χοσέ Λεάντρο Αντράντε αναδείχθηκε ως ο 29ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ου αιώνα. Ενώ το Φρανς Φουτμπόλ τον κατατάσσει στη 10η θέση των κορυφαίων παιχτών του κόσμου από το 1900 μέχρι το 1994. Ανήκει επίσης στο κλειστό κλαμπ των τεσσάρων παιχτών που έχουν κατακτήσει τους τρεις μεγαλύτερους τίτλους του Παγκοσμίου ποδοσφαίρου σε επίπεδο εθνικών ομάδων Μουντιάλ, χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο και Κόπα Αμέρικα.

Ο Αντράντε πέθανε το 1957 φτωχός, αλκοολικός και άρρωστος σε ένα ίδρυμα του Μοντεβίδεο σε ηλικία 56 ετών. Με μοναδική περιουσία ένα ζευγάρι ποδοσφαιρικά παπούτσια και μερικά μετάλλια για να του θυμίζουν ότι κάποτε υπήρξε ποδοσφαιριστής.

Έναν αιώνα μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Παρίσι και πάνω από 60 χρόνια μετά το θάνατο του μνημονεύεται σαν ο πρώτος σούπερ σταρ του παγκοσμίου ποδοσφαίρου και αυτόν που έφερε στην Ευρώπη το όμορφο ποδόσφαιρο. Μέσα στο γήπεδο ήταν κάτι εξωπραγματικό αυτό που παρουσίαζε ο Ουρουγουανός μέσος όπως ήταν και όλη η ομάδα της Ουρουγουάης. Επίσης είχε μεγάλη σωματική δύναμη και αντοχή αφού εργάζονταν σκληρά κάνοντας διάφορες χειρονακτικές εργασίες και φυσικά δεν έκανε ιδιαίτερα υγιεινή ζωή. Σε μία περίοδο που ήταν πολύ δύσκολο ένας ποδοσφαιριστής να παίζει στο κορυφαίο επίπεδο μέχρι τα 35 του. Αν και το 1925 είχε διαγνωσθεί με σύφιλη κάτι που θα μπορούσε ακόμη και να του τερματίσει τη καριέρα αυτό τον επηρέασε ελάχιστα. Επίσης από το 1928 και μετά από έναν σοβαρό τραυματισμό στην Ολυμπιάδα του Άμστερνταμ μετά από σύγκρουση με τον Ιταλό γκολκίπερ και στη συνέχεια με το δοκάρι παθαίνει μεγάλη ζημιά στο ένα του μάτι που παραλίγο να το χάσει. Ωστόσο του μένει μόνιμη βλάβη που με την πάροδο των χρόνων οδηγεί σε τύφλωση από το ένα μάτι παρόλα αυτά συνεχίζει να αγωνίζεται.

Σχεδόν δέκα χρόνια μετά το θάνατο του Αντράντε (το 1968) ο Τζίμι Χέντριξ γράφει και ερμηνεύει ένα τραγούδι που εντελώς συμπτωματικά ταιριάζει απόλυτα στη ζωή και τη καριέρα του Ουρουγουανού ποδοσφαιριστή. Ο τίτλος του είναι “Voodoo child” που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει το “Παιδί των βουντού” και μιλάει για ένα παιδί που με την δύναμη των βουντού μπορούσε να καταστρέφει και να δημιουργεί έναν καινούριο κόσμο πιο όμορφο. Ο Χοσέ Λεάντρο Αντράντε ήταν ένα παιδί που γεννήθηκε κυριολεκτικά μέσα από τα βουντού και τα μάγια. Άλλα ότι όμορφο δημιούργησε με την ποδοσφαιρική “υπερφυσική” του υπόσταση το κατέστρεψε με την ανθρώπινη και τον χαρακτήρα του.

Από τον Μιχάλη Μαντζουράνη.

[vc_gallery type=”image_grid” images=”2259,2255,2252,2250,2247,2245,2242,2241″]

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ